| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

 

00:01 - 13/05/24

 

Παραγωγικότητα

Την πολύ δυσάρεστη διαπίστωση για τη χώρα μας πως η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα είναι περίπου 1/3 χαμηλότερη από τον μέσο όρο των κρατών-μελών του έκανε ο ΟΟΣΑ την περασμένη εβδομάδα, στο ειδικό κεφάλαιο της ετήσιας έκθεσής του Economic Outlook, για την Ελλάδα. Οι λεπτομέρειες, όπως προκύπτουν από τα στοιχεία του Οργανισμού, είναι ακόμη πιο απογοητευτικές: Οχι μόνον η παραγωγικότητα είναι χαμηλή, αλλά και έχει υποχωρήσει ελαφρώς τα τελευταία χρόνια.

Επιπλέον, όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, η Ελλάδα είναι η τελευταία σε ό,τι αφορά τα επίπεδα παραγωγικότητας μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών-μελών του ΟΟΣΑ και η 4η από το τέλος μεταξύ των χωρών-μελών του συνολικά.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού:

• Η παραγωγικότητα της εργασίας, υπολογιζόμενη σε ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας, είναι 34,5 δολάρια στην Ελλάδα το 2022 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) έναντι 53,8 δολαρίων στον ΟΟΣΑ, δηλαδή είναι στο 64,1% του ΟΟΣΑ.

• Σε σύγκριση με την Ευρωζώνη, όπου η παραγωγικότητα είναι 60,8 δολάρια, η ελληνική παραγωγικότητα αντιπροσωπεύει το 56,7%, λίγο πάνω από το μισό. Σε σύγκριση με την Ευρωπαϊκή Ενωση, όπου η παραγωγικότητα είναι 55,7 δολάρια, βρίσκεται στο 61,9%.

• Η επίδοση αυτή τοποθετεί την Ελλάδα στην τελευταία θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και στην τέταρτη από το τέλος μεταξύ των χωρώνμελών του ΟΟΣΑ. Σε χειρότερη θέση είναι μόνο το Μεξικό, η Κολομβία και η Χιλή.

• Το 2022, η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα αυξήθηκε, αλλά συνολικά την περίοδο 2015-2022 παρουσιάζει ελαφρά μείωση (βρίσκεται στο 99,76% του 2015). Αντίθετα, οι χώρες του ΟΟΣΑ συνολικά είναι 6,76% υψηλότερα από το 2015, της Ε.Ε. κατά 4,68%.

• Σε σύγκριση με το 2000, η απόσταση του επιπέδου της παραγωγικότητας από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ μεγάλωσε στην Ελλάδα, όπως και στο Ισραήλ, στην Ιαπωνία, στο Μεξικό και στη Νέα Ζηλανδία. Οι περισσότερες άλλες χώρες, κυρίως οι λιγότερο ανεπτυγμένες, συνέκλιναν.

Οπως επισημαίνει ο ΟΟΣΑ, η παραγωγικότητα της εργασίας μόνο εν μέρει αντανακλά τις προσωπικές ικανότητες των εργαζομένων ή την ένταση της προσπάθειάς τους. Ο δείκτης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την παρουσία και τη χρήση άλλων εισροών, όπως το κεφάλαιο, η τεχνολογία, οι οργανωτικές αλλαγές, οι οικονομίες κλίμακος.

Και όπως σημείωνε τον περασμένο ∆εκέμβριο το Ελληνικό Συμβούλιο Παραγωγικότητας του ΚΕΠΕ, στην ετήσια έκθεσή του: «Καθοριστικής σημασίας για την υλοποίηση της αναμενόμενης αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας είναι, αφενός, η αύξηση της χρησιμοποίησης του εργατικού δυναμικού, που αποτελεί παράγοντα-κλειδί, λαμβάνοντας υπόψη τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες δυσμενείς επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού, και αφετέρου η σημαντική αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου, ιδίως στον επιχειρηματικό τομέα και στον τομέα υψηλής τεχνολογίας της οικονομίας».

Για να καταδείξει τη σημασία της παραγωγικότητας, ο ΟΟΣΑ επικαλείται φράση του Πολ Κρούγκμαν από το 1994: «Η παραγωγικότητα δεν είναι το παν, αλλά μακροπρόθεσμα είναι σχεδόν το παν».

 
 

Νοικοκυριά και προβλήματα

Στοιχειώνει τα ελληνικά νοικοκυριά η ακρίβεια κάτι που αποτυπώνεται στην τελευταία έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας από το Ινστιτούτου Οικονομικών Μελετών (ΙΟΒΕ) για τον μήνα Απρίλιο.

Χαρακτηριστικό είναι πως ο θετικός δείκτης για τις προβλέψεις μεταβολών στις τιμές τους προσεχείς δώδεκα μήνες κλιμακώθηκε τον Απρίλιο και διαμορφώθηκε στις +28,6 μονάδες, έναντι +23,0 μονάδων τον Μάρτιο. Οι πληθωριστικές πιέσεις στα προϊόντα και τις υπηρεσίες αν και έχει περιοριστεί το τελευταίο διάστημα δεν έχει απομακρύνει τα βαριά σύννεφα πάνω από τα νοικοκυριά που σε ποσοστό 56% (από 52%) προβλέπουν άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και μόνο το 17% (από 16%) αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +12,3 και +11,6 μονάδες αντίστοιχα, με τις αποκλίσεις από την «ελληνική πραγματικότητα» να είναι σημαντικές.

Στο 12% το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους

Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» διαμορφώθηκε στο 61% (από 64%), ενώ στο 12% από 11% ενισχύθηκε το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν το 19% (από 18%) του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» διαμορφώθηκε εκ νέου στο 7-8%.

Ένας ακόμα δείκτης που φανερώνει τις οικονομικές δυσκολίες αφορά την πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.). Ο δείκτης υποχώρησε ελαφρά και διαμορφώθηκε στις -46,0 (από -40,9) μονάδες. Το 55% (από 49%) των καταναλωτών προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 5% (από 4%) αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -16,4 μονάδες στην ΕΕ και στις -17,4 μονάδες στην Ευρωζώνη.

 

 

Μια μικρή χαραμάδα αισιοδοξίας, μέσα στην απαισιοδοξία

Με τα γκρίζα σύννεφα να έχουν πολλαπλασιαστεί και το κλίμα να παραμένει βαρύ ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ενισχύθηκε ελαφρά τον Απρίλιο και διαμορφώθηκε στις -41,7 μονάδες, έναντι -44,7 μονάδες τον Μάρτιο. Όμως, και αυτόν τον μήνα οι Έλληνες καταναλωτές εμφανίζονται ως οι περισσότερο απαισιόδοξοι στην ΕΕ, με τους καταναλωτές στην Εσθονία (-29,8) και την Κύπρο (-26,6) να ακολουθούν.

Το βασικότερο πρόβλημα παραμένουν οι υψηλές τιμές, αν και η μείωση της ανεργίας, αλλά και η έναρξη της τουριστικής περιόδου δημιουργεί εισοδήματα και θετικότερες προσδοκίες. Στις χαμηλότερες θέσεις αυτής της κατάταξης, για τέταρτη φορά μέσα στο 2024 βρίσκεται η Λιθουανία (+2,8) αλλά και η Πολωνία (+1,3) με την τιμή του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης να συνεπάγεται ουσιαστικά αισιοδοξία από τους καταναλωτές της χώρας. Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -13,7 μονάδες στην ΕΕ και στις -14,7 μονάδες στην Ευρωζώνη.

Λίγο καλύτερα είναι τα πράγματα όσον αφορά τις προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προσεχείς 12 μήνες. Ενισχύθηκαν ήπια τον Απρίλιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -36,7 (από -42,3) μονάδες τον Μάρτιο. Ωστόσο, η πλειοψηφία (51%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 6% προβλέπει μικρή βελτίωση. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -3,1 και -4,0 μονάδες αντίστοιχα.

59% προβλέπει εκ νέου ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας

Μικρή υποχώρηση σημείωσε και ο αρνητικός δείκτης των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας το προσεχές 12μηνο. Τον Απρίλιο και διαμορφώθηκε στις -41,0 (από -42,3) μονάδες. Σχεδόν έξι στους δέκα καταναλωτές (59%) προέβλεψε εκ νέου ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 22% (από 19%) το οποίο αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -23,7 και -25,6 μονάδες αντίστοιχα.

Ο βαθμός αβεβαιότητας υποχωρεί αλλά τα ποσοστά παραμένουν αποκαρδιωτικά

Στο ερώτημα το οποίο αξιολογεί το βαθμό αβεβαιότητας των νοικοκυριών ως προς τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις, το 48% έκρινε τον Απρίλιο ότι η οικονομική κατάστασή του μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, από 59% τον προηγούμενο μήνα.

Η έρευνα εξετάζει σε τριμηνιαία βάση την πρόθεση για μείζονες αγορές διαρκών καταναλωτικών αγαθών (αυτοκίνητο, κατοικία) και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως πρόδρομοι δείκτες για την ιδιωτική κατανάλωση. Τα ποσοστά είναι αποκαρδιωτικά (αν και παρουσιάζουν μια μικρή βελτίωση).

Αναλυτικά: 

Μικρή βελτίωση παρουσίασε τον Απρίλιο η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -90,0 (από -93,2 τον Ιανουάριο) μονάδες. Αυτή η επίδοση παραμένει αισθητά δυσμενέστερη από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, οι οποίοι διαμορφώθηκαν στις -65,6 (από -66,7) και – 67,3 (από -68,4) μονάδες, στην ΕΕ και την Ευρωζώνη αντίστοιχα. Το 96,0% (από 97,6%) των καταναλωτών στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν είναι πιθανό να αγοράσει αυτοκίνητο εντός του προσεχούς 12μήνου.

Ενίσχυση σημειώθηκε στην πρόθεση για αγορά ή κατασκευή κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -90,2 (από -94,5) μονάδες, ισοζύγιο επίσης αρκετά χειρότερο από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, καθώς αυτός διαμορφώθηκε στην ΕΕ στις -78,6 (από -79,1) και στην Ευρωζώνη στις -80,2 (από – 80,8) μονάδες. Το 4,5% (από 2,4%) των νοικοκυριών εγχωρίως δηλώνει ότι ίσως να προβεί σε αγορά ή κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο.

Οριακή βελτίωση καταγράφηκε στο δείκτη της πρόθεσης πραγματοποίησης σημαντικών δαπανών για βελτίωση/ανανέωση της κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, ο οποίος διαμορφώθηκε τον Απρίλιο στις -76,6 (από -77,5) μονάδες. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες κινήθηκαν αντίθετα στην ΕΕ και διαμορφώθηκαν στις -49,0 (από -48,6) μονάδες και στις – 51,7 (από -51,6) μονάδες στην Ευρωζώνη. Το ποσοστό των νοικοκυριών στην Ελλάδα που δηλώνει ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να πραγματοποιήσει σημαντικές δαπάνες αυτού του είδους εντός ενός έτους υποχώρησε στο 10,6% (από 11,0%).

 
 

Τουρισμός - Ενδιαφέρουσα ανάλυση…

Πολύ ενδιαφέρουσα βρήκαμε την τελευταία ανάλυση της Fitch, με πολύ αισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία του ελληνικού τουρισμού. Συγκεκριμένα και για όποιον δεν διάβασε την έκθεση. Ακόμα υψηλότερα θα φτάσουν φέτος οι τουριστικές αφίξεις στην Ελλάδα, ενώ σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα η χώρα θα υποδέχεται σχεδόν 40 εκατομμύρια τουρίστες τον χρόνο, εκτιμά η BMI, της  Fitch Solutions. Ο οίκος βλέπει «άνοιγμα» της Ελλάδας σε αγορές με ισχυρές προοπτικές, όπως αυτές της Κίνας και της Ινδίας, προειδοποιεί, ωστόσο, για τις προκλήσεις του υπερτουρισμού.

Σύμφωνα με την Fitch Solutions (την έκθεση παρουσιάζει το MR), ο ελληνικός τουρισμός θα κινηθεί ακόμα υψηλότερα φέτος, αφότου πέτυχε την πλήρη ανάκαμψή του από την πανδημία το 2023, ενώ τα επόμενα χρόνια θα πετύχει αύξηση των αφίξεων τόσο από τις παραδοσιακές αγορές όσο και από νέες αγορές. Οι καμπάνιες προώθησης του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και η επέκταση των δικτύων άμεσων αεροπορικών συνδέσεων θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να παρουσιαστεί σαν ένας ελκυστικός τουριστικός προορισμός.

Έτσι, οι αναλυτές υπολογίζουν ότι οι αφίξεις θα αυξηθούν φέτος κατά 5,3%,  στα 34,5 εκατ. άτομα, από 32,7 εκατ. άτομα το 2023.  Ήδη, ο ελληνικός τουρισμός βρίσκεται στο 104,4% των επιπέδων του 2019, σημειώνει η Fitch Solutions, καθώς στην τελευταία κανονική χρονιά πριν από την πανδημία, η χώρα είχε υποδεχθεί 31,3 εκατ. τουρίστες.

Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, οι τουριστικές αφίξεις αναμένεται να φτάσουν στα 39,3 εκατ. άτομα έως το 2028, εμφανίζοντας έναν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 3,7%.

Οι ευρωπαϊκές αγορές –Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Ιταλία- αναμένεται να είναι η βασική πηγή αφίξεων για το 2024, όμως η Fitch εκτιμά ότι η διαφοροποίηση θα αυξάνεται όλο και περισσότερο σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς η Ελλάδα θα προωθείται σαν ένας ελκυστικός προορισμός. Μάλιστα, θα μπορέσει να προσελκύσει τουρίστες από αγορές με ισχυρές προοπτικές, όπως η Κίνα και η Ινδία.

Βέβαια, ο οίκος τονίζει ότι ο υπερτουρισμός αποτελεί έναν κίνδυνο για την ικανότητα της Ελλάδας να προσφέρει τουριστικές υπηρεσίες εν μέσω αύξησης των αφίξεων. Το πρόβλημα αυτό μπορεί επίσης να εκδηλωθεί μέσω της ασθενούς συντήρησης δημοφιλών τουριστικών αξιοθέατων και υποδομών.  

 
 

Γιατί εξορκίζουν την αποχή οι πολιτικοί αρχηγοί

Όπως γράφει ο Βηματοδότης, λιγότερος από ένας μήνας απομένει έως τις ευρωεκλογές και οι αρχηγοί των κομμάτων επιδίδονται στο κυνήγι της ψήφου.

Πρώτο τους μέλημα να εξορκίσουν την αποχή με το επιχείρημα της κάλπης «εθνικής» σημασίας, αφού από τις ευρωεκλογές και το αποτέλεσμά τους δεν θα κριθεί μόνο ποια παράταξη στην Ελλάδα θα επιβεβαιώσει την κυριαρχία της ή θα κάνει την ανατροπή, αλλά και ποιοι από τις Βρυξέλλες θα παίρνουν τις αποφάσεις για εμάς «με ή χωρίς εμάς».

Πάμε τώρα στα κόμματα:

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε, ως γνωστόν τον εκλογικό πήχη στο ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας στις ευρωεκλογές του 2019, δηλαδή στο 33%, συνεχίζει και αυτός να «ξορκίζει» τη χαλαρή ψήφο, επιμένοντας στον «εθνικό χαρακτήρα» της διαδικασίας και διαφημίζοντας τα επιτεύγματα της κυβέρνησής του κυρίως στον τομέα της οικονομίας και στα «πατριωτικά» ζητήματα – κι ας δέχεται ομοβροντία επιθέσεων για την εξωτερική του πολιτική.

Από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο Στέφανος Κασσελάκης ασκεί σκληρή κριτική στον «εγκλωβισμένο στην εικονική πραγματικότητα» πρωθυπουργό για κάθε θέμα της καθημερινότητας του πολίτη, ενώ εκμεταλλευόμενος το «γκελ» στους πολίτες, μιλάει και υπόσχεται μια «νέα σχέση πολίτη – πολιτικής».

Όσο για τους Νίκο Ανδρουλάκη και Αλέξη Χαρίτση, πρωτίστως πολεμούν την κυβέρνηση Μητσοτάκη και, δευτερευόντως, την αξιωματική αντιπολίτευση Κασσελάκη – ο καθείς για τους δικούς του λόγους – και ο Δημήτρης Κουτσούμπας, ως συνήθως, όλους και όλες.

 
 
 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum