
Πρόβλημα
Θα ξεκινήσουμε με ένα αρκετά
σοβαρό θέμα, έχοντας επανειλημμένως σταθεί στο προβληματικό
παραγωγικό μοντέλο της χώρας και τα πολύ λιγότερα που έγιναν
σε σχέση με αυτά που θα έπρεπε να είχανε γίνει τα 10 περίπου
χρόνια της ελληνικής κρίσης ….
Η συνεχής μείωση
των εξαγωγών της Ελλάδας και η αυξανόμενη διαφορά με τις εισαγωγές αποτελούν
ένα σοβαρό
οικονομικό πρόβλημα που απασχολεί τη χώρα. Ο
Μάρτιος επιβεβαίωσε την τάση, με τις εξαγωγές να
μειώνονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τις εισαγωγές.
Αυτό το φαινόμενο έχει ως αποτέλεσμα τη διατήρηση
και την αύξηση του εμπορικού ελλείμματος,
προκαλώντας ανησυχία.
Όπως έγραφε ο Θανάσης Παπάδης
στην Ημερησία, ο προβληματισμός για τη μελλοντική πορεία της
οικονομίας είναι δικαιολογημένος, καθώς η τάση δεν μπορεί
πλέον να θεωρηθεί περιστασιακή. Αυτή η εξέλιξη θέτει σε
επίκαιρη συζήτηση την ανάγκη για εκτεταμένες παρεμβάσεις που
θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα των
ελληνικών επιχειρήσεων. Είναι αναγκαίο να
αναζωογονηθεί η εμπορική
δραστηριότητα και να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ
εξαγωγών και εισαγωγών για οικονομική σταθερότητα και
ανάπτυξη.
Μάλιστα ο Πανελλήνιος
Σύνδεσμος Εξαγωγέων παρακολουθεί στενά τις
εξελίξεις και προτείνει λύσεις για την αντιμετώπιση των
δυσκολιών, αν και υπάρχει και αισιοδοξία για τις προοπτικές
των ελληνικών προϊόντων στο εξωτερικό.
Πού έχουμε αυξήσεις
Όσον αφορά στις μεγάλες
κατηγορίες προϊόντων, το Μάρτιο του 2024 καταγράφονται
αυξητικές τάσεις μόνο σε δύο από τους κυριότερους κλάδους.
Συγκεκριμένα, παρατηρείται αύξηση στα πετρελαιοειδή καύσιμα και
στα διάφορα βιομηχανικά προϊόντα. Ωστόσο, μειωμένες
εμφανίζονται οι εξαγωγές σε πολλούς άλλους κλάδους, όπως τρόφιμα,
βιομηχανικά είδη, μηχανήματα, χημικά, πρώτες ύλες, ποτά και
καπνό, λάδια και άλλα.
Το εμπορικό έλλειμα αυξήθηκε
στο διάστημα Ιανουαρίου - Μαρτίου, σύμφωνα με τα στοιχεία
της ΕΛΣΤΑΤ, κατά
8,7% με την αξία των εξαγωγών να υποχωρεί στο επίπεδο των
12,3 δισ. ευρώ.
Η τάση διατηρείται αρνητική σε
ότι αφορά την εξαγωγική δραστηριότητα τόσο τον Μάρτιο όσο
και στο πρώτό 3μηνο του έτους, με αποτέλεσμα το
εμπορικό έλλειμμα για τους τρεις πρώτους μήνες να διευρυνθεί
σημαντικά και να βρεθεί κοντά στο επίπεδο των 8 δισ. ευρώ.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η
στατιστική υπηρεσία, η συνολική αξία των εξαγωγών στο α'
τρίμηνο υποχώρησε κατά 11% και έφθασε στο επίπεδο των
12.327,4 εκατ. ευρώ (13.424,6 εκατ. δολάρια) έναντι 13.852,7
εκατ. ευρώ (14.907,6 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα
του έτους 2023 σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα
πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση
κατά 882,0 εκατ. ευρώ, δηλαδή 9,3% και η αντίστοιχη
αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε μείωση
κατά 832,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή 8,8%, σε σχέση με το χρονικό
διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2023.
Μικρή η υποχώρηση των
εισαγωγών
Παράλληλα η συνολική αξία των
εισαγωγών κατά το α' τρίμηνο του 2024 ανήλθε στο ποσό των
20.301,9 εκατ. ευρώ (21.973,6 εκατ. δολάρια) έναντι 21.186,4
εκατ. ευρώ (22.663,5 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα
του έτους 2023, παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ 4,2%. Η
αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση
κατά 55,9 εκατ. ευρώ, δηλαδή 0,4% και η αντίστοιχη αξία
χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε μείωση κατά
64,9 εκατ. ευρώ, δηλαδή 0,4%, σε σχέση με το χρονικό
διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2023.
Συνολικά το έλλειμμα του
εμπορικού ισοζυγίου αυξήθηκε κατά 8,7% κατά το α' τρίμηνο
του 2024 και ανήλθε σε 7.974,5 εκατ. ευρώ (8.549,0 εκατ.
δολάρια) έναντι 7.333,7 εκατ. ευρώ (7.755,9 εκατ. δολάρια)
κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2023. Το αντίστοιχο μέγεθος
χωρίς τα
πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 826,1 εκατ.
ευρώ, δηλαδή 14,5% και το αντίστοιχο μέγεθος χωρίς τα
πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε αύξηση κατά 767,9
εκατ. ευρώ, δηλαδή 13,5%.
Όσον αφορά τον μήνα Μάρτιο, η
συνολική αξία των εισαγωγών ανήλθε στα 6.694,6 εκατ. ευρώ
(7.257,1 εκατ. δολάρια) έναντι 7.443,6 εκατ. ευρώ (7.945,0
εκατ. δολάρια) κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2023
παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ, 10,1%. Η αντίστοιχη αξία
χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση κατά 297,3 εκατ.
ευρώ, δηλαδή 5,4%, ενώ χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία
πτώση κατά 307,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή 5,6%, σε σχέση με τον
μήνα Μάρτιο 2023.
Η συνολική αξία των εξαγωγών
τον Μάρτιο ανήλθε στα 4.283,4 εκατ. ευρώ (4.671,1 εκατ.
δολάρια) έναντι 4.851,2 εκατ. ευρώ (5.209,0 εκατ. δολάρια)
κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2023 παρουσιάζοντας μείωση, σε
ευρώ, 11,7%. Πτώση κατά 578,4 εκατ. ευρώ δηλαδή 16,2%
καταγράφεται χωρίς τα πετρελαιοειδή. Η αντίστοιχη αξία χωρίς
τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε
μείωση κατά 577,5 εκατ. ευρώ, δηλαδή 16,2%, σε
σχέση με τον μήνα Μάρτιο 2023.
Το έλλειμμα του εμπορικού
ισοζυγίου τον μήνα Μάρτιο 2024 ανήλθε σε 2.411,2 εκατ. ευρώ
(2.586,0 εκατ. δολάρια) έναντι 2.592,4 εκατ. ευρώ (2.736,0
εκατ. δολάρια) κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2023,
παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ, 7%. Η αντίστοιχη αξία χωρίς
τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση
του ελλείμματος κατά 281,1 εκατ. ευρώ, δηλαδή 14,3%,
ενώ η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία
κατά τον μήνα Μάρτιο 2024 παρουσίασε αύξηση κατά 269,6 εκατ.
ευρώ, δηλαδή 13,7% σε σχέση με τον μήνα Μάρτιο 2023. |

Ενδιαφέρουσα
έρευνα….
Πάμε τώρα σε μια αρκετά
ενδιαφέρουσα έρευνα …. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία της
τελευταίας έρευνας του Διεθνούς
Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ) δεν αφήνουν καμία αμφιβολία:
τα χρήματα που έστειλαν με εμβάσματα στις χώρες καταγωγής
τους οι άνθρωποι που μετανάστευσαν σε άλλη χώρα
αναζητώντας μια καλύτερη οικονομική τύχη, ξεπέρασαν για
πρώτη φορά τις άμεσες ξένες επενδύσεις στις χώρες αυτές το
έτος 2022.
Συγκεκριμένα, οι εισροές από
τα εμβάσματα έφθασαν στα 831 δισ. δολάρια το 2022, ενώ το
2020 ήταν μόλις 128 δισ. δολάρια. Πρόκειται για μια αύξηση
της τάξεως του 650% μέσα σε μια διετία, κατά την οποία
βέβαια η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα είχε υποστεί
πραγματική καθίζηση εξαιτίας της πανδημίας.
«Οι αποστολές εμβασμάτων
ανακάμπτουν θεαματικά παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις
πολλών αναλυτών λόγω της Covid-19», ανέφερε ο
διακυβερνητικός Οργανισμός στην έκθεσή του για την παγκόσμια
μετανάστευση για το 2024.
Ο ΔΟΜ, που λειτουργεί υπό την
αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, διευκρινίζει ότι με βάση
στατιστικά δεδομένα της Παγκόσμιας Τράπεζας, για τις χώρες
χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος τα χρήματα που στέλνουν στα
σπίτια τους όσοι μεταναστεύουν αναζητώντας μια καλύτερη
επαγγελματική τύχη, αντιπροσωπεύουν εδώ και πολλά χρόνια
μεγαλύτερη πηγή εσόδων από τη διεθνή αναπτυξιακή βοήθεια που
εισρέει στις χώρες αυτές. Υπενθυμίζεται ότι καταστατική
αποστολή της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι η καταπολέμηση της
παγκόσμιας φτώχειας.
Κινητήριος δύναμη
«Η εκτίναξη των εμβασμάτων στα
ύψη, την οποία κατέγραψαν η Παγκόσμια Τράπεζα και άλλοι
οργανισμοί, υπογραμμίζει πόσο σημαντική έχει γίνει η
μετανάστευση για τις φτωχότερες οικονομίες του πλανήτη»,
σημειώνει ο βρετανικός «Guardian». Στην έκθεση του ΔΟΜ
σημειώνεται ότι το έτος 2020 οι πέντε κορυφαίες
χώρες-αποδέκτες εμβασμάτων ήταν κατά σειρά η Ινδία, η Κίνα,
το Μεξικό, οι Φιλιππίνες και η Αίγυπτος.
Μακράν των υπολοίπων σε εισροή
κεφαλαίων από την πηγή αυτή ήσαν οι δύο πρώτες, η Ινδία και
η Κίνα, στις οποίες η αξία των εισερχομένων εμβασμάτων
ξεπέρασε τα 83 και τα 59 δισ. δολάρια αντιστοίχως.
«Πρόκειται για μια κινητήριο δύναμη των οικονομιών αυτών»,
παρατηρεί ο ρεπόρτερ της εφημερίδας.
Σε ό,τι αφορά τις χώρες
αποστολής εμβασμάτων, στην κορυφή βρίσκονταν το έτος 2020 οι
ΗΠΑ με 68 δισ. δολάρια και ακολουθούσαν τα Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα (43 δισ. δολάρια), η Σαουδική Αραβία (34,6 δισ.
δολάρια), η Ελβετία (28 δισ. δολ.) και η Γερμανία (22 δισ.
δολ.).
Στην Ευρώπη, σύμφωνα με
νεότερη έρευνα που αφορούσε το 2021, οι χώρες που
επωφελήθηκαν περισσότερο από τα χρήματα που έστελναν πολίτες
τους που είχαν μεταναστεύσει στο εξωτερικό για να εργαστούν
ήταν το Κόσσοβο, με τα εισερχόμενα εμβάσματα να αντιστοιχούν
στο 18% του ΑΕΠ, το Μαυροβούνιο με αντιστοιχία των εισροών
από εμβάσματα να φτάνει στο 13,5% του ΑΕΠ, η
Βοσνία-Ερζεγοβίνη (10,5% του ΑΕΠ) και η Αλβανία (9,4%).
Σε ό,τι αφορά την Αλβανία, το
2021 η αξία των εισερχομένων εμβασμάτων έφθασε στα 1,45 δισ.
ευρώ, περισσότερα από τα οποία προήλθαν από τη Βρετανία και
την Ιταλία, σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. Την
ίδια χρονιά από την Αλβανία είχαν μεταφερθεί στο εξωτερικό
119 εκατ. ευρώ με εμβάσματα. |