| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

00:01 - 15/01/25

 
                           

Μισθοί

Οι μισθοί στην Ελλάδα βρίσκονται στην τρίτη χαμηλότερη θέση της Ε.Ε., ενώ η ακρίβεια παραμένει υψηλή σε πολλά προϊόντα, γεγονός που καθιστά αναμενόμενο ότι η συμμετοχή των εργαζομένων στην αύξηση του ΑΕΠ παραμένει σχεδόν ανύπαρκτη και η αγοραστική δύναμη, η οποία είναι η χαμηλότερη στην Ε.Ε., συνεχώς μειώνεται, προκαλώντας μια κατάσταση πίεσης.

Το πιο σημαντικό πρόβλημα είναι το στεγαστικό, αν και οι επενδύσεις στον τομέα των ακινήτων αυξήθηκαν κατά περίπου 400 εκατ. ευρώ. Το ποσοστό του κόστους στέγασης για τους ενοικιαστές το 2023 φτάνει το 40,5%, το τέταρτο υψηλότερο στην Ε.Ε., ενώ για τους ιδιοκτήτες κατοικιών χωρίς δάνεια ή υποθήκες το ποσοστό είναι 23,7%, το υψηλότερο στην Ε.Ε.

Αυτό καταγράφεται στην ενδιάμεση έκθεση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση το 2024. Παρά τις θετικές αυξήσεις του ΑΕΠ, η χρηματοπιστωτική κατάσταση του δημόσιου τομέα και η κατάσταση στην αγορά εργασίας παραμένουν ασταθείς.

Η απασχόληση μειώθηκε στον δευτερογενή τομέα, αυξήθηκε στον τομέα των υπηρεσιών, ενώ το ποσοστό των εργαζομένων στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας παραμένει από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη. Θετικό είναι ότι η κατανάλωση στην Ελλάδα ανέκαμψε και επανήλθε στους προ-πανδημικούς ρυθμούς της. Αντίθετα, στην Ε.Ε., η κατανάλωση παρέμεινε στάσιμη μέχρι το τέλος του 2023, ενώ στις αρχές του 2024 αρχίζει να δείχνει σημάδια ανάκαμψης σε σχέση με την προ πανδημίας περίοδο.

Ειδικότερα τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης είναι τα εξής:

1.Μισθοί – αγοραστική δύναμη : Στην επίπτωση του πληθωρισμού στο επίπεδο ευημερίας των πολιτών πρέπει να συνυπολογιστούν και οι ιδιαίτερα χαμηλές αποδοχές των μισθωτών. Το 2023 στη χώρα μας το ύψος του μέσου ετήσιου προσαρμοσμένου μισθού πλήρους απασχόλησης ήταν 17.013 ευρώ, επίδοση που αποτελεί την τρίτη χαμηλότερη μεταξύ των 26 υπό εξέταση κρατών μελών της ΕΕ. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι η χώρα μας αποτελεί το μοναδικό από τα υπό εξέταση κράτη-μέλη της ΕΕ όπου καταγράφεται  μείωση του συγκεκριμένου μεγέθους συγκριτικά με το 2009. Η εξέλιξη αυτή οδήγησε στην υποβάθμιση της θέσης της Ελλάδας από τη 13η το 2009 στην 24η θέση της σχετικής κατάταξης το 2023.

Μάλιστα σε όρους PPS ( μονάδες αγοραστικής δύναμης )  το αντίστοιχο μέγεθος ανήλθε στην Ελλάδα σε 21.004, δηλαδή  στο χαμηλότερο επίπεδο της ΕΕ.

Το στοιχείο αυτό δείχνει ότι η αγοραστική δύναμη του μέσου ετήσιου προσαρμοσμένου μισθού πλήρους απασχόλησης στη χώρα μας, τουλάχιστον όσον αφορά τη συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων, ήταν το 2023 χαμηλότερη έναντι της αντίστοιχης σε οικονομίες σχετικά χαμηλού εισοδήματος, όπως τα κράτη-μέλη των Βαλκανίων και της ανατολικής Ευρώπης. Μάλιστα, η απόκλισή του ήταν αρκετά μεγάλη σε ορισμένες περιπτώσεις. Ενδεικτικά, συγκριτικά με τη Βουλγαρία ο μέσος ετήσιος προσαρμοσμένος μισθός πλήρους απασχόλησης στη χώρα μας το 2023 υπολειπόταν κατά 1.365 PPS, σε σχέση με τη Σλοβακία κατά 2.743 PPS, με την Ουγγαρία κατά 3.100 PPS, ενώ σε σχέση με τη Ρουμανία και την Κροατία κατά 9.945 και 10.485 PPS αντίστοιχα. Έναντι του μέσου όρου της ΕΕ, οι μέσες ετήσιες προσαρμοσμένες αποδοχές πλήρους απασχόλησης σε όρους PPS στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν το 2023 μόλις στο 55,5%. Τα στοιχεία αποτυπώνουν το έλλειμμα ευημερίας που αντιμετωπίζουν σήμερα οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα εξαιτίας της χαμηλής αγοραστικής δύναμης των αποδοχών τους συγκριτικά με το αντίστοιχο επίπεδο στον μέσο όρο της ΕΕ αλλά και σε άλλα γειτονικά κράτη.

2. Πληθωρισμός – ακρίβεια: Είναι χαρακτηριστικό ότι στο σύνολο της περιόδου Νοέμβριος 2020- Νοέμβριος 2024, πλην της κατηγορίας «Επικοινωνίες», όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που απαρτίζουν τον ΓΔΤΚ σημείωσαν θετικές μεταβολές τιμάριθμου, στην πλειονότητά τους διψήφιες. Τη μεγαλύτερη μεταβολή εμφάνισαν οι κατηγορίες «Ένδυση και υπόδηση» (+31,3%), «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» (+30,5%) και «Στέγαση» (24,3%), ενώ μεγάλες αυξήσεις καταγράφηκαν και στις κατηγορίες «Μεταφορές» (+23,8%) και «Ξενοδοχεία, καφέ, εστιατόρια» (+21,4%).

 
                           

Στεγαστικό – Αγορά Εργασίας

 

3. Στεγαστικό: Το στεγαστικό πρόβλημα έχει βρεθεί τα τελευταία χρόνια στο επίκεντρο του δημόσιου ενδιαφέροντος εξαιτίας, μεταξύ άλλων, της αύξησης που καταγράφουν οι δαπάνες στέγασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2023 στην Ελλάδα το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιούσε σε νοικοκυριά στα οποία το στεγαστικό κόστος ήταν μεγαλύτερο του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους (ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης) ανερχόταν στο 28,5%. Η τιμή αυτή, αν και μειωμένη συγκριτικά με το 2019, παραμένει με διαφορά η υψηλότερη μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ.

 

Επιπρόσθετα, το κόστος στέγασης στη χώρα μας έχει δυσανάλογη επίδραση στην ευημερία των πολιτών διαφορετικής εισοδηματικής κατάστασης.

 

Ενδεικτικά, το 2023 για τα άτομα που ανήκαν στο φτωχότερο εισοδηματικό πεμπτημόριο το ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης του κόστους στέγασης ανερχόταν στο 85,3% (έναντι 29,9% στην ΕΕ), ενώ για τα πλουσιότερα άτομα (5ο εισοδηματικό πεμπτημόριο) στο 1,2% (συγκριτικά με 0,7% στην ΕΕ).

 

• Αξιοσημείωτες διαφοροποιήσεις παρουσιάζει το ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης του κόστους στέγασης ανάλογα με το καθεστώς ιδιοκτησίας της κατοικίας. Το 2023 το ποσοστό αυτό για τους ενοικιαστές ανερχόταν στο 40,5% (τέταρτο υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ), ενώ για τα άτομα σε ιδιόκτητη κατοικία, χωρίς δάνειο ή υποθήκη σε εκκρεμότητα, ήταν 23,7% (το υψηλότερο μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ).

 

• Σε επίπεδο περιφερειών, το υψηλότερο ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης εμφάνισαν το 2023 οι περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας (34,8%), Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (32,7%) και Πελοποννήσου (31,8%). Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά επιβάρυνσης κατέγραψαν οι περιφέρειες Κρήτης (20,2%) και Ιονίων Νήσων (23,1%), ακολουθούμενες από τις περιφέρειες Θεσσαλίας (23,9%), Νοτίου Αιγαίου (25%), Ηπείρου (25,6%) και Δυτικής Μακεδονίας (25,7%). Κοντά στον μέσο όρο της χώρας (28,5%) κυμάνθηκαν, τέλος, τα αντίστοιχα ποσοστά στην Αττική (27,9%) και στις περιφέρειες Στερεάς Ελλάδας και Βορείου Αιγαίου (27,7%). Τονίζεται ότι οκτώ από τις δεκατρείς περιφέρειες της χώρας κατέγραψαν το 2023 υψηλότερα ποσοστά υπερβολικής επιβάρυνσης του στεγαστικού κόστους έναντι του 2021, στοιχείο ενδεικτικό της όξυνσης του προβλήματος στέγασης.

 

4. Αγορά εργασίας – απασχόληση: Η βελτίωση που παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια τα βασικά ποσοτικά μεγέθη της αγοράς εργασίας συνεχίζεται και το 2024. Ωστόσο, αν και η εξέλιξη αυτή συμβάλλει στη μερική αντιστάθμιση των σημαντικών απωλειών που έχουν υποστεί οι εργαζόμενοι στη χώρα μας όσον αφορά το βιοτικό τους επίπεδο εξαιτίας της οικονομικής και της πληθωριστικής κρίσης, η κατάσταση στην αγορά εργασίας παραμένει εύθραυστη. Οι συμβατικοί δείκτες της απέχουν ακόμη σημαντικά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ταυτόχρονα, σε μια εποχή στην οποία η προαγωγή της ποιοτικής, παραγωγικής και υψηλής ειδίκευσης απασχόλησης αποτελεί βασικό επίδικο και συστατικό της νέας βιομηχανικής πολιτικής πολλών κρατών, η κλαδική διάρθρωση της απασχόλησης στη χώρα μας φαίνεται να αντικατοπτρίζει ευρύτερους μετασχηματισμούς του παραγωγικού της συστήματος, οι οποίοι, σε συνδυασμό με την ευελικτοποίηση των εργασιακών σχέσεων, δημιουργούν σοβαρά ερωτηματικά για τον βαθμό ανθεκτικότητας της αγοράς εργασίας και τη διατηρήσιμη άνοδο του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.

 

• Είναι χαρακτηριστικό ότι, σε σύγκριση με το γ΄ τρίμηνο του 2009, το γ΄ τρίμηνο του 2024 το μερίδιο των θέσεων εργασίας στον δευτερογενή τομέα παραγωγής στον συνολικό όγκο της απασχόλησης ήταν χαμηλότερο κατά 4,7 ποσοστιαίες μονάδες (από 21,4% το γ΄ τρίμηνο του 2009 σε 16,7% το γ΄ τρίμηνο του 2024), ενώ στον πρωτογενή τομέα κατά μία ποσοστιαία μονάδα (από 11,2% σε 10,2%). Αντίθετα, το μερίδιο των θέσεων απασχόλησης στους κλάδους του τομέα των υπηρεσιών ενισχύθηκε από 67,4% το γ΄ τρίμηνο του 2009 σε 73,1% το γ΄ τρίμηνο του 2024.

 

• Παράλληλα με την υστέρηση της απασχόλησης στον δευτερογενή τομέα, η ελληνική οικονομία καταγράφει ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις και όσον αφορά το ποσοστό των εργαζομένων που απασχολούνται σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας στο σύνολο της απασχόλησης. Ειδικότερα, στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό το 2023 ανήλθε στο 3,4%, τιμή που, αν και αυξημένη συγκριτικά με το 2009 και το 2019, είναι η δεύτερη χαμηλότερη στο σύνολο των κρατών-μελών της ΕΕ. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι το ποσοστό των ατόμων που απασχολούνταν το 2023 στην Ελλάδα σε μεταποιητικούς κλάδους υψηλής τεχνολογίας ανήλθε μόλις στο 0,8% του συνόλου των απασχολουμένων, ποσοστό που κατατάσσει τη χώρα μας, μαζί με τη Ρουμανία και την Κροατία, στην πέμπτη θέση από το τέλος μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ. Αντίστοιχα, το 2023 το ποσοστό των εργαζομένων που είχαν μια θέση εργασίας σε υπηρεσίες υψηλής τεχνολογίας και έντασης γνώσης αντιστοιχούσε στο 2,6% του συνόλου της απασχόλησης, το δεύτερο χαμηλότερο στην ΕΕ.

 

5. Οικονομία, ΑΕΠ, επενδύσεις : Το 2024 η εξέλιξη του πραγματικού ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας κυμάνθηκε σε υψηλότερο επίπεδο από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η κατανάλωση εξακολουθεί να αποτελεί τον πρωταρχικό προσδιοριστικό παράγοντα της οικονομικής δραστηριότητας. Ωστόσο, το εισόδημα των μισθωτών έχει μικρή συμβολή στη μεταβολή του ακαθάριστου εισοδήματος των νοικοκυριών και στην αύξηση της κατανάλωσης. Το 2023 οι πραγματικοί μισθοί συνέβαλαν μόλις κατά 1%, τα εισοδήματα των αυτοαπασχολούμενων κατά 1,76% και τα κέρδη από διακράτηση πλούτου κατά 1,5%. Τα ευρήματα αυτά αποτελούν ένδειξη άνισης κατανομής της ευημερίας στην Ελλάδα.

 

• Οι πραγματικές επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ εξακολουθούν να είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ, ενώ το γ΄ τρίμηνο του 2024 έμειναν στάσιμες.

 

Αναφορικά με το είδος των επενδύσεων, η μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση εντοπίζεται στις επενδύσεις σε κατοικίες. Σε συνδυασμό με τις λοιπές κατασκευές, το α΄ εξάμηνο του 2024, οι επενδύσεις αυτές αντιστοιχούσαν στο 5,2% του ΑΕΠ. Στο ίδιο διάστημα, υψηλότερες ήταν οι επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό και οπλικά συστήματα (6,2% του ΑΕΠ), ενώ χαμηλές ήταν οι επενδύσεις σε προϊόντα διανοητικής ιδιοκτησίας (2,4% του ΑΕΠ), οι οποίες αποτελούν κρίσιμο μέγεθος για την ποιοτική αναβάθμιση του εγχώριου παραγωγικού ιστού.

 

Η μεγάλη αύξηση των εισαγωγών διατήρησε το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε πολύ υψηλό επίπεδο, παρά τη βελτίωση στο ισοζύγιο ενέργειας. Τη μεγαλύτερη αρνητική επίδραση σε αυτή την εξέλιξη είχε το ισοζύγιο ενδιάμεσων προϊόντων, το οποίο το α΄ εξάμηνο του 2024 διευρύνθηκε κατά 932 εκατ. ευρώ έναντι του α΄ εξαμήνου του 2023 και επιπλέον κατά 425 εκατ. ευρώ το γ΄ τρίμηνο σε ετήσια βάση.

 

• Το αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα είναι αποτέλεσμα της μεγάλης εξάρτησης της εγχώριας παραγωγής από εισαγόμενα ενδιάμεσα προϊόντα, η οποία με τη σειρά της αναδεικνύει, αφενός, τη σοβαρή διαρθρωτική ανεπάρκεια του παραγωγικού συστήματος και, αφετέρου, την επιτακτική ανάγκη σχεδιασμού μιας σύγχρονης βιομηχανικής πολιτικής.

 

Το γεγονός ότι δεν σημειώνεται κάποιος ουσιαστικός μακροοικονομικός και παραγωγικός μετασχηματισμός αποτελεί ένδειξη αδυναμίας διαμόρφωσης συνθηκών διατηρήσιμης δυναμικής ανθεκτικότητας και βιωσιμότητας της οικονομίας.

 

• Υποβοηθούμενο από την άνοδο του πληθωρισμού και την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, το ύψος του δημόσιου χρέους ως ποσοστού στο ΑΕΠ κατέγραψε σημαντική αποκλιμάκωση. Ειδικότερα, το β΄ τρίμηνο του 2024 κατήλθε στο 163,6% έναντι 172,5% το β΄ τρίμηνο του 2023.

 

Ωστόσο, σε απόλυτα νούμερα, και παρά τη μετάβαση της οικονομίας σε καθεστώς πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εξακολουθούσε το β΄ τρίμηνο του 2024 να κυμαίνεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, στα οποία βρέθηκε μετά το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης το 2020.

 

Επιπλέον, παρά τη θετική δημοσιονομική επίδραση του πληθωρισμού και τους θετικούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, η χρηματοπιστωτική κατάσταση του ελληνικού δημόσιου τομέα, αν και βελτιωμένη, παραμένει εύθραυστη, με τον δείκτη φερεγγυότητας του ελληνικού Δημοσίου να εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί το 2024 εντός του χρηματοπιστωτικού καθεστώτος Ponzi.

 

Ωστόσο, φέτος και το 2026 προβλέπεται, βάσει των στοιχείων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναβάθμιση του δείκτη φερεγγυότητας του ελληνικού Δημοσίου.

 

• Το εξωτερικό έλλειμμα εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλότερο επίπεδο από αυτό του 2019. Ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να χρηματοδοτήσει τόσο το εξωτερικό έλλειμμα όσο και τη δημοσιονομική προσαρμογή του δημόσιου τομέα, το έλλειμμα του οποίου έχει σχεδόν εξαλειφθεί. Το α΄ τρίμηνο του 2024 το ισοζύγιο των επιχειρήσεων ήταν σχεδόν ισοσκελισμένο, πράγμα που συνεπάγεται ότι το έλλειμμα των νοικοκυριών είναι αυτό που προσδιορίζει τη μακροοικονομική κατάσταση της οικονομίας.

 

• Τον Δεκέμβριο του 2024 ο ρυθμός μεταβολής του ΕνΔΤΚ, σε ετήσια βάση, διαμορφώθηκε στο 2,9% έναντι 3,7% τον Δεκέμβριο του 2023. Ωστόσο, παρά τη σχετική αποκλιμάκωσή του και τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια για την αντιμετώπισή του, ο πληθωρισμός συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά την αγοραστική δύναμη των πολιτών, τροφοδοτώντας την κρίση αξιοπρεπούς διαβίωσης, η οποία πλήττει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.

 

Η θέση την οποία το ΙΝΕ ΓΣΕΕ υπερασπίζεται στον δημόσιο διάλογο είναι ότι, για να είναι ανθεκτική, διατηρήσιμη και βιώσιμη η ανάπτυξη της χώρας μας, πρέπει να είναι πρωτίστως ανθρωποκεντρική και να αποτυπώνεται σε ποιοτικούς οικονομικούς και κοινωνικούς δείκτες. Η οικονομική και η κοινωνική πολιτική πρέπει να επικεντρωθούν στη δημιουργία αξιοπρεπών και παραγωγικών θέσεων εργασίας, στην καθολική κοινωνική προστασία, στον σεβασμό των θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων και στη διαμόρφωση μισθών αξιοπρεπούς διαβίωσης μέσω συλλογικών συμβάσεων εργασίας. 

 
                                        

Πολύ χαμηλές 

 

Συνεχώς γράφουμε πως με τέτοιο ύψος μισθών στη χώρα μας και χωρίς ουσιαστικές, μεγάλες, πραγματικές, αυξήσεις μισθών. Είναι δύσκολο να έχουμε μια βιώσιμη – σταθερή - ανάπτυξη στη χώρα τα επόμενα χρόνια. Αν και σίγουρα το ζήτημα των συντάξεων είναι πολύ διαφορετικό και σηκώνει συζήτηση, ειδικά για μια χώρα με το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας. Χωρίς καμία αμφιβολία τα παρακάτω νούμερα είναι πολύ χαμηλά. Δεν πιστεύουμε πως το πρόβλημα της χώρας είναι οι χαμηλές συντάξεις, αλλά οι χαμηλοί μισθοί. Ωστόσο ότι και αν πιστεύει κανείς. Και όσες ενστάσεις και αν έχει. Επαναλαμβάνουμε πως τα παρακάτω νούμερα δείχνουνε μια πολύ φτωχή χώρα, που κατά μέσο όρο έχει πολύ φτωχούς εργαζομένους και επίσης πολύ φτωχούς συνταξιούχους.

 

Στα 819 ευρώ η μέση σύνταξη - Το 60% λαμβάνει κάτω από 1.000 ευρώ

 

Υψηλότερες έως και 400 ευρώ είναι οι συντάξεις του δημόσιου τομέα σε σχέση με εκείνες του ιδιωτικού, ενώ χαμηλότερες είναι οι συντάξεις των νέων συνταξιούχων εξαιτίας του νόμου Κατρούγκαλου. Παράλληλα, πάνω από το ένα τρίτο των συνταξιούχων λαμβάνουν καθαρή σύνταξη έως 658 ευρώ.

 

Αυτά τα τρία στοιχεία αποτυπώνονται στην Έκθεση «Ήλιος», που αφορά τον Σεπτέμβριο του 2024.

 

Ειδικότερα, οι συντάξεις γήρατος του ιδιωτικού τομέα κυμαίνονται στα επίπεδα των 741,69 ευρώ, σχεδόν 35% χαμηλότερα σε σχέση με τα 1.134,37 ευρώ, που είναι ο αντίστοιχος μέσος όρος των συντάξεων του δημοσίου.

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης «Ήλιος», έξι στις δέκα κύριες συντάξεις γήρατος είναι μικρότερες των 1.000 ευρώ (819,43 ευρώ κατά μέσο όρο), την ώρα που η ακρίβεια εξακολουθεί να δείχνει τα δόντια της σε προϊόντα πρώτης ανάγκης.

 

Η έκθεση

 

Αναλυτικότερα, τα στοιχεία της έκθεσης δείχνουν ότι:

 

Στους 2.497.120 υπολογίστηκαν οι συνταξιούχοι τον Σεπτέμβριο, σημειώνοντας μικρή μείωση 2.905 ατόμων σε σχέση με τους 2.500.025 που είχαν καταγραφεί τον Αύγουστο.

 

Το 35,7% των συνταξιούχων (892.136 άτομα) είναι ηλικίας 71–80 ετών. Με μικρή διαφορά (35,5% ή 886.306 άτομα) ακολουθούν όσοι είναι ηλικίας 51–70 ετών. Τα υψηλότερα ποσά συντάξεων (1.043,40 ευρώ) λαμβάνουν οι δικαιούχοι ηλικίας 61–65 ετών.

 

Από το σύνολο των δικαιούχων σύνταξης γήρατος (1.913.538 άτομα), οι περισσότεροι (1.018.814 ή ποσοστό 53,24%) ήταν άνδρες.

 

Από το σύνολο των κύριων συντάξεων γήρατος (1.926.388), οι περισσότερες (1.159.466 ή ποσοστό 60,18%) είναι μικρότερες των 1.000 ευρώ.

 

Πληρώθηκαν συνολικά 4.637.740 συντάξεις. Από αυτές, οι 2.845.291 ήταν κύριες, οι 1.359.748 επικουρικές, ενώ καταβλήθηκαν και 432.701 μερίσματα. Η συνολική δαπάνη για τη χορήγηση των συντάξεων ξεπέρασε τα 2,65 δισ. ευρώ.

 

Κατά μέσο όρο, οι κύριες συντάξεις γήρατος τον Σεπτέμβριο κινήθηκαν στα επίπεδα των 819,43 ευρώ. Αντίστοιχα, οι επικουρικές υπολογίστηκαν στα 199,89 ευρώ κατά μέσο όρο, και τα μερίσματα στα 103,19 ευρώ.

 

Τον Σεπτέμβριο απονεμήθηκαν 26.880 νέες συντάξεις. Από αυτές, περισσότερες από τις μισές (14.836 ή 55,19%) προέκυψαν από τον ΕΦΚΑ, αφορώντας κυρίως ασφαλισμένους – πρώην εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα. Κατά μέσο όρο, αυτές οι συντάξεις απέφεραν στους δικαιούχους 741,69 ευρώ, δηλαδή 77,74 ευρώ λιγότερα από τον συνολικό μέσο όρο.

 

Τον ίδιο μήνα χορηγήθηκαν 842 συντάξεις (ποσοστό 3,13%) σε πρώην Δημόσιους Υπαλλήλους, για τις οποίες ο μέσος όρος υπολογίστηκε στα 1.134,37 ευρώ. Άρα, οι νέες συντάξεις που αφορούν ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα είναι κατά 392,68 ευρώ (ποσοστό 53%) μικρότερες συγκριτικά με εκείνες που εισπράττουν οι ασφαλισμένοι του δημόσιου τομέα.

 

Για να καταβληθεί το σύνολο των 26.880 νέων συντάξεων (κύριων και επικουρικών), το κονδύλι που απαιτήθηκε ανήλθε στα 14.006.005 ευρώ. Επιπλέον, δαπανήθηκαν 91.116.559 ευρώ για την καταβολή αναδρομικών που οφείλονταν στους δικαιούχους, γεγονός που δείχνει ότι σε αρκετές περιπτώσεις υπήρξε μεγάλος χρόνος αναμονής μέχρι να απονεμηθεί η σύνταξη.

 
                                  

«Φτωχοί συνταξιούχοι»

Για φτωχούς συνταξιούχους κάνει λόγο η ΕΝΥΠΕΚΚ , σχολιάζοντας τα στοιχεία της έκθεσης.

Όπως αναφέρει:

Το 57,1% (1.427.914 συνταξιούχοι) λαμβάνει σύνταξη έως 940 € καθαρά (1.000 € μεικτά).

Το 38,2% (954.067 συνταξιούχοι) λαμβάνει σύνταξη έως 658 € καθαρά (700 € μεικτά).

Το 19,7% (492.324 συνταξιούχοι) λαμβάνει σύνταξη έως 470 € καθαρά (500 € μεικτά).

Το 91% των συνταξιούχων (2.273.427) είναι άνω των 60 ετών.

Μόνο το 5% (115.113) είναι κάτω των 55 ετών (χήρες, ορφανά, ΑμεΑ).

Τα επίσημα στοιχεία του ΥΠΕΚΑΚΑ διαψεύδουν όσους τα τελευταία χρόνια υποστήριζαν αναληθώς ότι οι Έλληνες συνταξιοδοτούνται πολύ νωρίτερα σε σχέση με τους άλλους Ευρωπαίους πολίτες.

Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τον πίνακα της έκθεσης, από το συνολικό πλήθος συνταξιούχων (2.497.120) τον Σεπτέμβριο του 2024:

Το 91% των συνταξιούχων (2.273.427) είναι άνω των 60 ετών.

Το 80% (1.990.148) είναι άνω των 65 ετών.

Μόνο το 5% (115.113) είναι κάτω των 55 ετών (χήρες, ορφανά, ΑμεΑ).

                                                

Οι πιο ακριβές και οι πιο φθηνές χώρες στη βενζίνη και η ακριβή Ελλάδα

 

Όπως τώρα έγραψε ο Βηματοδότης. Η πιο φθηνή χώρα στη βενζίνη 95 οκτανίων είναι (σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) η Βουλγαρία με μέσο όρο τιμή €1.284 και ακολουθούν η Μάλτα €1.340, η Κύπρος €1.392, η Τσεχία €1.423, Πολωνία €1.439, Λιθουανία €1.471, Ρουμανία €1.475, Λουξεμβούργο € 1.496, Σλοβενία € 1.507 και την δεκάδα κλείνει η Σουηδία με τιμή € 1.512. Ο μέσος ευρωπαϊκός όρος πώλησης είναι €1.678.Οι δέκα πιο ακριβές τιμές στην τιμή πώλησης 95 οκτανίων έχει καταγραφεί (τιμές αναφοράς 6 Ιανουαρίου) στην Δανία € 2.023, Ολλανδία € 1.953, Ελλάδα € 1.799, Γαλλία € 1.787, Γερμανία € 1.784, Ιταλία €1.773, Ιρλανδία €1.752, Πορτογαλία €1.746, Φιλανδία € 1.671, Εσθονία €1.638.

 

 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2025 Greek Finance Forum