|
00:01 - 18/09/23 |
|
|
Ελληνική
οικονομία – φυσικές καταστροφές
Με τις
τελευταίες φυσικές καταστροφές να είναι φυσικά στην κορυφή
της επικαιρότητας ….. Όσον αφορά την ελληνική οικονομία και
τις επιπτώσεις. Θα ξεκινήσουμε με τα πολύ ενδιαφέροντα τα
οποία έγραψαν οι οικονομολόγοι της Alpha Bank σε σχετική
ανάλυση:
Παρότι οι
προσδοκίες για την πορεία της ελληνικής οικονομίας στο
σύνολο του τρέχοντος έτους παραμένουν θετικές, μετά και την
αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,4%, σε ετήσια βάση, το πρώτο εξάμηνο,
οι επιπτώσεις των καταστροφικών πυρκαγιών και των ακραίων
καιρικών φαινομένων που έπληξαν το καλοκαίρι διάφορες
περιοχές της χώρας τις μετριάζουν, αναφέρει στο εβδομαδιαίο
δελτίο της για την οικονομία η Alpha Bank.
Όπως
σημειώνει η τράπεζα, ειδικότερα, σε ό,τι αφορά στην
περιφέρεια Θεσσαλίας, οι πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες
αποτελούν μια ιδιαίτερα δυσμενή εξέλιξη, με κοινωνικές και
οικονομικές προεκτάσεις. Προκειμένου να εκτιμηθεί το μέγεθος
της ζημίας θα πρέπει να ληφθούν υπόψη αφενός οι καταστροφές
στις υποδομές και την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και
αφετέρου η επίπτωση που θα έχει στην οικονομική
δραστηριότητα το γεγονός ότι οι αγροτικές εκτάσεις δεν
δύνανται να επανέλθουν άμεσα στην προτέρα κατάσταση.
Ωστόσο,
βραχυπρόθεσμα, είναι πιθανό να ασκηθούν ανοδικές πιέσεις
στις τιμές των τροφίμων, ενώ, μεσοπρόθεσμα, ενδέχεται να
επέλθει επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου τόσο λόγω μείωσης
των εξαγωγών αγαθών, όσο και λόγω αναπλήρωσης, μέσω
εισαγωγών αγαθών, της απολεσθείσας αγροτικής και
κτηνοτροφικής παραγωγής που προοριζόταν για εγχώρια
κατανάλωση.
Επιπλέον, η
μείωση του κεφαλαίου που χρησιμοποιείται στην παραγωγική
διαδικασία (κτίρια, μηχανήματα, γη) αποτελεί, μακροπρόθεσμα,
τη σημαντικότερη πρόκληση, καθώς επηρεάζει δυσμενώς τις
παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας και, κατά συνέπεια,
το δυνητικό προϊόν.
Σημαντικό
παράγοντα κινδύνου για την οικονομική δραστηριότητα τα
επόμενα τρίμηνα συνιστούν οι τάσεις εξασθένησης της
οικονομικής δραστηριότητας στη Βόρεια Ευρώπη και κυρίως στη
Γερμανία που ενδέχεται να συμπιέσουν την εξωτερική ζήτηση
για αγαθά και υπηρεσίες.
Αποκλιμάκωση
πληθωρισμού - Στήριξη από τον τουρισμό
Η ανάκαμψη
του οικονομικού κλίματος, η οποία ξεκίνησε το τέταρτο
τρίμηνο του περασμένου έτους, συνεχίστηκε τον Αύγουστο, με
τον Δείκτη Οικονομικού Κλίματος (ESI) να διαμορφώνεται στα
υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 17 μηνών (111,7 μονάδες).
Τούτο είναι
σημαντικό, λαμβανομένων υπόψιν αφενός του ασταθούς
εξωτερικού περιβάλλοντος με το οποίο αλληλεπιδρά η ελληνική
οικονομία και αφετέρου της καθοδικής τάσης του αντίστοιχου
δείκτη της Ευρωζώνης, ο οποίος υποχώρησε τον περασμένο μήνα
στα χαμηλότερα επίπεδα από τα τέλη του 2020 (93,3 μονάδες).
Η ταχύτερη
αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ελλάδα σε σύγκριση με τον
ευρωπαϊκό μέσο όρο, η ταχύτερη του αναμενομένου επάνοδος σε
συνθήκες δημοσιονομικής ισορροπίας ήδη από το 2022, η
εμπέδωση ενός σκηνικού πολιτικής σταθερότητας και η
προοπτική ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, αποτελούν,
μεταξύ άλλων, βασικούς παράγοντες που συντελούν στη βελτίωση
του οικονομικού κλίματος. Σημειώνεται ότι ήδη ο οίκος
αξιολόγησης DBRS στην πρόσφατη αξιολόγηση για τη χώρα μας
προχώρησε στην αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας στο
επίπεδο BBB (low), δηλαδή σε επενδυτική βαθμίδα.
Παράλληλα, ο
τουρισμός, ο οποίος αποτελεί βαρόμετρο για την ελληνική
οικονομία και η πορεία του οποίου χαρακτηριζόταν από
αβεβαιότητα στις αρχές του έτους εξαιτίας των δυσμενών
επιπτώσεων των συνεχιζόμενων πληθωριστικών πιέσεων στο
εισόδημα των ευρωπαϊκών νοικοκυριών, κατέγραψε ισχυρές
επιδόσεις, το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Σύμφωνα με
τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος,
στο διάστημα Ιανουαρίου-Ιουνίου, οι ταξιδιωτικές αφίξεις
(εκτός της κρουαζιέρας) και οι εισπράξεις σημείωσαν ετήσια
αύξηση ύψους 26% και 23,9%, αντίστοιχα, υπερβαίνοντας τις
επιδόσεις του 2019 κατά 7% και 14,1%. Επιπλέον, οι
ενδείξεις για τη βραχυπρόθεσμη πορεία του τουρισμού το
καλοκαίρι είναι θετικές, καθώς, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο,
οι διεθνείς τουριστικές αφίξεις στον Διεθνή Αερολιμένα
Αθηνών ήταν κατά 17,9% και 17% περισσότερες από τις
περυσινές και κατά 9,8% και 7% υψηλότερες από τις
αντίστοιχες του 2019. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με προβλέψεις
του World Travel and Tourism Council (Greece 2023 Annual
Research: Key Highlights, May 2023), η συνολική συνεισφορά
του τουρισμού στην Ελλάδα αναμένεται να ανέλθει σε Ευρώ 39,2
δισ. το 2023 (19,3% του ΑΕΠ), σημειώνοντας ετήσια αύξηση
κατά 3,6%.
ΑΕΠ: ανάλυση
των συνιστωσών της ενεργού ζήτησης
Οι ανωτέρω
θετικές εξελίξεις, όπως σημειώνει η Alpha Bank,
αντανακλώνται στον ρυθμό μεγέθυνσης της ελληνικής
οικονομίας, το πρώτο εξάμηνο του 2023, ο οποίος ήταν
σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(0,7%). Σύμφωνα με τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία της
ΕΛΣΤΑΤ, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) αυξήθηκε κατά
2,4%, σε ετήσια βάση, καταγράφοντας θετικές επιδόσεις, τόσο
το πρώτο (2%) όσο και το δεύτερο τρίμηνο (2,7%) του έτους.
Πιο
αναλυτικά, η ιδιωτική κατανάλωση εξακολουθεί να αποτελεί τον
βασικότερο πυλώνα της οικονομικής μεγέθυνσης, καθώς αυξήθηκε
κατά 2,8%, το πρώτο εξάμηνο του 2023, συνεισφέροντας 2
ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) στην αύξηση του ΑΕΠ. Τούτο
αναδεικνύει την ανθεκτικότητα της ιδιωτικής καταναλωτικής
δαπάνης, με αρωγό τις καλές τουριστικές επιδόσεις, παρά τις
πληθωριστικές πιέσεις που επικράτησαν το πρώτο εξάμηνο, με
τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή να έχει αυξηθεί
κατά 5,1%, σε ετήσια βάση, στο ίδιο χρονικό διάστημα.
Παράλληλα,
οι επενδύσεις διαθέτουν ισχυρή δυναμική, καθώς αυξήθηκαν
κατά 8,1%, σε ετήσια βάση, το πρώτο εξάμηνο, συνεισφέροντας
1,1 π.μ. στην άνοδο του ΑΕΠ. Η αυξανόμενη συμβολή των
επενδύσεων στο αναπτυξιακό μείγμα αναδεικνύεται από το
γεγονός ότι ως ποσοστό του ΑΕΠ διαμορφώθηκαν στο 14,4%,
δηλαδή στα υψηλότερα επίπεδα από το δεύτερο εξάμηνο του
2010, παραμένοντας ωστόσο σημαντικά χαμηλότερα σε σύγκριση
με την περίοδο πριν από την οικονομική κρίση (Β’ εξάμηνο
2007: 25,1%).
Αναφορικά με
τις επιμέρους κατηγορίες των επενδύσεων, οι επενδύσεις σε
κατοικίες και μεταφορικό εξοπλισμό σημείωσαν εντυπωσιακή
αύξηση κατά 47,5% και 28,9%, αντίστοιχα, το πρώτο εξάμηνο
του 2023, ενώ ακολούθησαν οι επενδύσεις σε λοιπές κατασκευές
εκτός κατοικιών και οι λοιπές επενδύσεις με άνοδο κατά 12,7%
και 5,5%, αντίστοιχα. Αντίθετα, οι επενδύσεις σε
μηχανολογικό και τεχνολογικό εξοπλισμό μειώθηκαν κατά 9,1%,
σε ετήσια βάση.
Τέλος, οι
καθαρές εξαγωγές είχαν, έστω και οριακά, θετική συνεισφορά
(0,1 π.μ.) στη μεταβολή του ΑΕΠ, για πρώτη φορά από το
δεύτερο εξάμηνο του 2021. Αυτό οφείλεται στην ετήσια άνοδο
των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (3,5%), η οποία υπερέβη
την αντίστοιχη αύξηση των εισαγωγών (2,8%). Συγκεκριμένα, οι
εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν εντονότερα (4,4%) από τις
αντίστοιχες εισαγωγές (0,8%), ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών
αυξήθηκαν ηπιότερα (3,7%) από τις εισαγωγές (8,8%). |
|
|
|
Θεσσαλία
Ενδιαφέροντα
ήταν επίσης τα όσα ανέφεραν οι οικονομολόγοι της Alpha Bank
για τη συμβολή της Θεσσαλίας στην οικονομική δραστηριότητα
της Ελλάδας:
H Alpha Bank
αναφέρει ότι το ΑΕΠ της περιοχής αντιπροσωπεύει το 5,2% του
ΑΕΠ της Ελλάδας με βάση στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2020 (σε
τρέχουσες τιμές), με το εν λόγω ποσοστό να κυμαίνεται
διαχρονικά περί το 5%. Αναλυτικότερα, το 2,3% του ΑΕΠ της
Ελλάδας προέρχεται από τον νομό Λάρισας, το 1,4% από τον
νομό Μαγνησίας, το 0,8% από τον νομό Τρικάλων και το 0,7%
από τον νομό Καρδίτσας.
Σε όρους
Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ), στη Θεσσαλία
παράγεται το 14,1% του συνολικού προϊόντος του κλάδου
"γεωργία, δασοκομία και αλιεία" και το 7% του κλάδου
"Δημόσια διοίκηση και άμυνα, εκπαίδευση, υγεία και κοινωνική
μέριμνα" (στοιχεία 2020). Ο διευρυμένος κλάδος που
περιλαμβάνει το χονδρικό και λιανικό εμπόριο, τη μεταφορά
και αποθήκευση, τα καταλύματα και την εστίαση, καθώς και ο
κλάδος "Δημόσια διοίκηση και άμυνα, εκπαίδευση, υγεία και
κοινωνική μέριμνα" αποτελούν συνολικά περίπου το 47% της ΑΠΑ
της Θεσσαλίας.
Από το
σύνολο των απασχολούμενων στη χώρα, το 6,4% εργάζεται στη
Θεσσαλία, με το 30,2% εξ αυτών να απασχολούνται στον κλάδο
εμπόριο-καταλύματα-εστίαση, το 24,5% στη δημόσια
διοίκηση-άμυνα-υγεία-εκπαίδευση και το 20,1% στον αγροτικό
τομέα.
Επιπλέον,
σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2021, η περιφέρεια της
Θεσσαλίας αντιπροσωπεύει το 15% της συνολικής
καλλιεργούμενης γεωργικής γης, με το μεγαλύτερο μέρος του εν
λόγω ποσοστού να κατανέμεται στον νομό Λάρισας (8%) και να
έπονται οι νομοί Καρδίτσας (3%), Μαγνησίας (2%) και Τρικάλων
(2%). Η συμβολή της Θεσσαλίας στην παραγωγή ορισμένων
αγροτικών προϊόντων είναι ιδιαίτερα μεγάλη και αναφέρεται
ενδεικτικά ότι από τη συγκεκριμένη περιφέρεια προέρχεται το
34% της συνολικής παραγωγής σκληρού σιταριού. |
|
|
|
Οικονομία –
Χρέη
Πάμε τώρα σε
μια είδηση την οποία ξεχωρίσαμε από την προηγούμενη
εβδομάδα. Σημαντική λοιπόν αδυναμία να καλύψουν
τις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο και τις Τράπεζες,
εμφανίζει η πλειοψηφία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων,
σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το Βιοτεχνικό
Επιμελητήριο Αθήνας.
Σημειώνεται,
ότι η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων (ποσοστό 87%)
εμφανίζει αυτή την περίοδο οφειλές, σε δημόσιους ή / και
ιδιωτικούς φορείς.
Σύμφωνα με
τα συμπεράσματα της έρευνας, μεγάλο αγκάθι για την
συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων, αποτελούν τόσο τα
επιτόκια και οι προσαυξήσεις, όσο και ο αριθμός των δόσεων
αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Για το λόγο αυτό, οι
επιχειρηματίες περιμένουν από την κυβέρνηση μέτρα στήριξης
για την ρύθμιση των οφειλών τους και πιο συγκεκριμένα:
μεγαλύτερο κούρεμα οφειλών δημοσίου σε ποσοστό 43%,
περισσότερες δόσεις το 23% και επιδότηση ενοικίου το 14%.
Η διοίκηση
του Β.Ε.Α έχει κατ’ επανάληψη ζητήσει με επιστολές της προς
την κυβέρνηση, την ενεργοποίηση νέας ρύθμισης για το σύνολο
των οφειλών, με περικοπή των προσαυξήσεων και περισσότερες
δόσεις, προκειμένου να απομειωθούν τα χρέη και να
προχωρήσουν οι επιχειρήσεις στην επόμενη μέρα.
Σύμφωνα με
την ίδια έρευνα, δυο στους τρεις επιχειρηματίες οφείλουν σε
ασφαλιστικά ταμεία και εφορία και ακολουθούν σε ποσοστό 58%
οι οφειλές προς τράπεζες / servicers.
Λιγότερες
οφειλές καταγράφονται προς τους προμηθευτές (15,14%), τις
εταιρίες ενέργειας, τηλεπικοινωνιών κ.λπ (12%) και στα
δημοτικά τέλη (5%). Μάλιστα, οι μισοί επιχειρηματίες (56%)
αδυνατούν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους.
Από τις
επιχειρήσεις που έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους, μόνο το
15% θα καταφέρει να ανταπεξέλθει το επόμενο διάστημα στις
υποχρεώσεις του με τις υφιστάμενες ρυθμίσεις, ενώ το 17%
επιθυμεί περισσότερες δόσεις.
Το υπόλοιπο
67% αδυνατεί να καλύψει τις οφειλές του και από αυτούς το
37% ζητά επαναδιαπραγμάτευση, ενώ ακόμη χειρότερα, ένας
στους τέσσερις αδυνατεί να ανταπεξέλθει ακόμη και αν γίνει
«κούρεμα» στην οφειλή. Τις μεγαλύτερες οφειλές έχουν οι
κεφαλαιουχικές εταιρείες (ΑΕ, ΕΠΕ και ΙΚΕ) και οι
επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών.
Οι
μεγαλύτερες οφειλές
Μεγαλύτερη
αδυναμία κάλυψης, έχουν οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με
το εμπόριο (μια στις τρεις ακόμη και με κούρεμα των οφειλών)
και ακολουθούν οι αμιγώς παραγωγικές επιχειρήσεις και οι
επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, ενώ ως προς τη νομική μορφή
τους, μεγαλύτερες δυσκολίες αντιμετωπίζουν οι προσωπικές
εταιρείες (ΟΕ, ΕΕ) & οι ατομικές επιχειρήσεις, από δε τις
κεφαλαιουχικές εταιρείες, οι ΙΚΕ. Ως προς το μέγεθος, οι
πολύ μικρές αδυνατούν – οι μικρές επιχειρήσεις απαιτούν στη
συντριπτική πλειοψηφία τους, επαναδιαπραγμάτευση των οφειλών
τους.
Σύμφωνα με
την έρευνα, οι επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν προβλήματα στην
επικοινωνία τους με τους servicers, τις επιθετικές πρακτικές
τους και τα κυμαινόμενα επιτόκια που επιβάλλονται χωρίς
προηγούμενη ενημέρωση.
Τέλος,
αναφορικά με τα εργαλεία που προβλέπει ο νόμος για την
ρύθμιση των οφειλών και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας, οι
συμμετέχοντες στην έρευνα, διατυπώνουν την αποχή των
Τραπεζών και των servicers από τη διαδικασία. |
|
|
|
Αγορά
εργασίας
Έχοντας
πολλές μιλήσει για την ελληνική αγορά εργασίας και τα μεγάλα
προβλήματα, παρά την αδιαμφισβήτητη μείωση της ανεργίας τα
τελευταία χρόνια. Μεγάλα προβλήματα τα οποία κυρίως έχουν να
κάνουνε με την ποιότητα των νέων θέσεων εργασίας και τις
κατά μέσο όρο πολύ χαμηλές αποδοχές, σημαντικά μειωμένες
(και σε ονομαστικούς, αλλά και κυρίως σε πραγματικούς όρους)
με τα χρόνια πριν κρίσης. Στη βάση λοιπόν αυτή, αρκετά
ενδιαφέροντα βρήκαμε τα όσα ανέφερε σε μια τελευταία της
έκθεση η ΓΣΕΕ.
Συγκεκριμένα, θέσεις εργασίας χαμηλών προσόντων και
αντίστοιχων αμοιβών, δημιουργούνται – κυρίως – στην
ελληνική αγορά εργασίας, σύμφωνα με τα στοιχεία που
κατέγραψε η έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ.
Η έκθεση
διαπιστώνει πως η αύξηση της απασχόλησης που παρατηρείται
την τελευταία διετία προέρχεται κυρίως από εποχιακούς
κλάδους παραγωγής με χαμηλή παραγωγικότητα, υψηλό αριθμό
εργάσιμων ωρών και χαμηλές απολαβές.
Μάλιστα η
έκθεση διαπιστώνει ότι μέχρι το 2035 θα δημιουργούνται κατά
κύριο λόγο, ανάγκες για θέσεις όχι ιδιαίτερα υψηλών
προσόντων. Οι θέσεις αυτές θα αφορούν υπαλλήλους γραφείου,
πωλητές, γεωργούς και τεχνίτες.
Η
πλειονότητα των μελλοντικών θέσεων εργασίας στην Ελλάδα
αφορά επαγγέλματα μεσαίου επιπέδου δεξιοτήτων
Η ελληνική
οικονομία υστερεί σημαντικά στη δημιουργία υψηλά αμειβόμενων
θέσεων εργασίας, και περιορίζεται – κυρίως – στον κλάδο
της βιομηχανίας. Πρόκειται για εργασία χαμηλής
παραγωγικότητας ανά εργαζόμενο, καθώς απασχολούνται
περισσότεροι εργαζόμενοι σε σχέση με το 2009 για να
παραγάγουν χαμηλότερη συγκριτικά προστιθέμενη αξία.
Οι κλάδοι
Ενδεικτικό
είναι το γεγονός ότι οι κλάδοι που ο μέσος ονομαστικός
μισθός βρίσκεται υψηλότερα από τα επίπεδα του 2009 είναι η
«Βιομηχανία εκτός κατασκευών» και οι «Επαγγελματικές,
τεχνικές και επιστημονικές δραστηριότητες», παρότι αύξηση
απασχόλησης παρατηρείται σε κλάδους όπως εμπόριο, μεταφορές,
καταλύματα και εστίαση, στους οποίους εμφανίζονται επίσης τα
υψηλότερα ποσοστά προσωρινής απασχόλησης, αλλά και εργάσιμης
εβδομάδας άνω των 48 ωρών.
Αντίθετα, οι
κλάδοι υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως η «Μεταποίηση» και
οι «Επαγγελματικές, τεχνικές και επιστημονικές
δραστηριότητες», όπου παρατηρείται μόνιμη απασχόληση,
παρουσιάζουν συγκριτικά λιγότερες ώρες εβδομαδιαίας
απασχόλησης.
Η
πλειονότητα των μελλοντικών θέσεων εργασίας στην Ελλάδα
αφορά επαγγέλματα μεσαίου επιπέδου δεξιοτήτων, όπως οι
«Υπάλληλοι γραφείου», οι «Απασχολούμενοι στην παροχή
υπηρεσιών και πωλητές», οι «Ειδικευμένοι γεωργοί,
κτηνοτρόφοι, δασοκόμοι και αλιείς» και οι «Ειδικευμένοι
τεχνίτες και ασκούντες συναφή επαγγέλματα», με το ποσοστό να
εκτιμάται στο 62,4% έναντι 40,8% στην ΕΕ.
Οι
δεξιότητες
Η Ελλάδα
βρίσκεται σε σαφώς υποδεέστερη θέση ως προς τη δημιουργία
θέσεων εργασίας με υψηλές δεξιότητες, όπως αυτές που αφορούν
τα «Ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη», τους
«Επαγγελματίες» και τους «Τεχνικούς και ασκούντες συναφή
επαγγέλματα», με ποσοστό 29,8% έναντι 49,9% στην ΕΕ.
Από τις
μελλοντικές θέσεις εργασίας υψηλών δεξιοτήτων, μόλις το 4,2%
συνιστά πραγματικές νέες θέσεις εργασίας καθώς οι υπόλοιπες
αφορούν στην πράξη, όπως επισημαίνουν οι μελετητές της ΓΣΕΕ,
θέσεις αντικατάστασης λόγω συνταξιοδότησης. Στην Ευρωπαϊκή
Ένωση, το ίδιο ποσοστό είναι 18%. |
|
|
|
|
|
|
|