| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

 

00:01 - 20/09/24

 

Ελληνική Οικονομία

Ξεκινάμε με την ελληνική οικονομία και την πολύ ενδιαφέρουσα τελευταία έρευνα του ΕΝΑ που δημοσιεύεται σήμερα.

Είναι το πρώτο από τα δύο μέρη ανάλυσης που με κριτική προσέγγιση «απαντά» στο «7 πρωτιές & 7 αλήθειες για την ελληνική οικονομία» της κυβέρνησης.

Η Ναυτεμπορική προδημοσίευση χθες τμήμα της ανάλυσης και κυρίως εμείς θα μείνουμε στο κομμάτι των πολύ χαμηλών εισοδημάτων, με την πραγματική αγοραστική δύναμη των Ελλήνων να είναι η μικρότερη στην Ε.Ε. και η δεύτερη μικρότερη, μετά τη Βουλγαρία στην ευρωζώνη:

«Πρόσφατη (02/09/2024) ανακοίνωση του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών με τίτλο «7 πρωτιές και 7 αλήθειες για την ελληνική οικονομία» παραθέτει μια σειρά στοιχείων και δεικτών προκειμένου να υποστηρίξει την πρόοδο που έχει συντελεστεί από το 2019 μέχρι σήμερα, δηλαδή στην περίοδο διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Δυστυχώς, στην ανακοίνωση δεν παρατίθεται κάποιος σύνδεσμος με τις πηγές των στοιχείων που αυτή επικαλείται, ώστε να μπορεί κανείς να διασταυρώσει την ακρίβεια των ισχυρισμών. Αν ωστόσο επιχειρήσουμε να αναζητήσουμε τα σχετικά στοιχεία της Eurostat, θα διαπιστώσουμε ότι πρόκειται για επιλεκτικές αναφορές, που μάλλον δύσκολα μπορούν να πείσουν για τη συντελούμενη «μεταμόρφωση της ελληνικής οικονομίας».

1.    Ανεργία

Το ΥπΟικ διαπιστώνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται «στην πρώτη θέση στην αποκλιμάκωση της ανεργίας πανευρωπαϊκά». Πράγματι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η μείωση του ποσοστού ανεργίας στην Ελλάδα στην περίοδο διακυβέρνησης της ΝΔ ήταν η μεγαλύτερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Από 17,6% στο τρίτο τρίμηνο του 2019 έπεσε στο 11,3% στο πρώτο τρίμηνο του 2024, δηλαδή μειώθηκε κατά 6,3 ποσοστιαίες μονάδες (και όχι κατά 8 μονάδες, όπως ισχυρίζεται η ανακοίνωση). Όμως αυτή η διαπίστωση δεν ακούγεται και τόσο εντυπωσιακή αν λάβει κανείς υπόψη ότι μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2021 η Ελλάδα είχε το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας «πανευρωπαϊκά» και κατάφερε να περάσει στη δεύτερη θέση, κάτω από την Ισπανία, μόλις κατά το τρίτο τρίμηνο του 2021. Επιπλέον, η μέση μείωση του ποσοστού ανεργίας επί διακυβέρνησης της ΝΔ αντιστοιχεί σε περίπου 0,33 μονάδες ανά τρίμηνο, που είναι πράγματι θετικό στοιχείο, υπολείπεται όμως κατά πολύ της μέσης μείωσης κατά 0,44 μονάδες ανά τρίμηνο στη διάρκεια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ (πρώτο τρίμηνο 2015 έως δεύτερο τρίμηνο 2019).

Όσον αφορά τη μακροχρόνια ανεργία, το ΥπΟικ αναφέρει ότι ως ποσοστό της συνολικής ανεργίας έχει μειωθεί κατά 15 μονάδες από το 2019 έως το 2022 (τελευταία στοιχεία). Καταρχάς, υπάρχουν νεότερα στοιχεία της Eurostat, μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2024, όπου οι μακροχρόνια άνεργοι στην Ελλάδα ήταν 54,8% του συνόλου των ανέργων, στην τρίτη υψηλότερη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά τη Σλοβακία και την Ιταλία. Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα στο τρίτο τρίμηνο του 2019 ήταν 63,8%, επομένως η μείωση είναι 9 ποσοστιαίες μονάδες και όχι 15, όπως ισχυρίζεται το ΥπΟικ.

Επιπλέον, οι μακροχρόνια άνεργοι δεν υπολογίζονται μόνο ως ποσοστό των ανέργων αλλά και ως ποσοστό του εργατικού δυναμικού (όπως και το γενικό ποσοστό ανεργίας). Σε αυτό το ποσοστό η Ελλάδα βρίσκεται εδώ και χρόνια στην πρώτη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με σημαντική διαφορά από την Ισπανία και την Ιταλία. Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της Eurostat, το πρώτο τρίμηνο του 2024 το ποσοστό της μακροχρόνιας ανεργίας στην Ελλάδα ήταν 6,2%, έναντι 4,1% στην Ιταλία και 3,9% στην Ισπανία.

2.    Πληθωρισμός

Στην περίοδο 2019-2023 η Ελλάδα είχε τη μικρότερη αύξηση του γενικού δείκτη τιμών στην ΕΕ (13,1%). Αυτό είναι αλήθεια, πάντα με βάση τα στοιχεία της Eurostat, αλλά χρειάζεται να γίνουν δύο επισημάνσεις. Η πρώτη αφορά την περίοδο αναφοράς, που ξεκινάει από το 2019. Μπορεί η κυβέρνηση να επιχειρεί να συμπεριλάβει τη συνολική περίοδο της διακυβέρνησής της, αλλά ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός στην Ελλάδα το 2019 ήταν μόλις 0,5% και το 2020 ήταν αρνητικός -1,3%. Ο πληθωρισμός εμφανίστηκε στα τέλη του 2021, κορυφώθηκε στη διάρκεια του 2022 και περιορίστηκε το 2023. Επομένως, η «σωρευτική αύξηση των τιμών καταναλωτή» από το 2019 δεν είναι το καλύτερο μέτρο σύγκρισης.

Αν θέλει κανείς να συγκρίνει την αύξηση των τιμών στην Ελλάδα σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να ξεκινήσει από τότε που άρχισαν να αυξάνονται, να εξετάσει δηλαδή τη μεταβολή του μέσου ετήσιου δείκτη από το 2021 έως το 2023. Στη συγκεκριμένη περίοδο, η σωρευτική αύξηση του γενικού δείκτη στην Ελλάδα ήταν 13,8%, στην ενδέκατη χαμηλότερη θέση, έναντι μέσου όρου 14,3% στην Ευρωζώνη και 16,1% στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η δεύτερη επισήμανση αφορά τον δείκτη τιμών που εξετάζουμε. Αν αφήσουμε τον γενικό δείκτη, που περιλαμβάνει το σύνο

λο των αγαθών, και εστιάσουμε σε ειδικότερους δείκτες, όπως τα τρόφιμα[1] ή το ηλεκτρικό ρεύμα, η εικόνα αλλάζει. Στα τρόφιμα η σωρευτική αύξηση του δείκτη τιμών στην Ελλάδα στην περίοδο 2021-2023 ήταν 25,1%, στην 14η χαμηλότερη θέση, πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (23,9%) και κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (26,4%).

Όσον αφορά το ηλεκτρικό ρεύμα, η σωρευτική αύξηση του δείκτη τιμών στην Ελλάδα στην περίοδο 2021-2023 ήταν 21,7%, στην 15η χαμηλότερη θέση, κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (35%) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (33,5%).

Συμπερασματικά, οι ελληνικές επιδόσεις στο πρόβλημα του πληθωρισμού μπορεί να μην είναι οι χειρότερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δύσκολα όμως θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «πρωτιές».

 
 

Κατά κεφαλή μεγέθη

Συνεχίζουμε …

3.    Κατά κεφαλή μεγέθη

Αν τα παραπάνω μπορούν κατά κάποιον τρόπο να δικαιολογηθούν, οι αναφορές στα κατά κεφαλή μεγέθη είναι ιδιαίτερα προβληματικές. Πέρα από την έλλειψη πηγών που αναφέραμε στην αρχή, ο ισχυρισμός που φαίνεται να προβάλλεται είναι πως η Ελλάδα δεν βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης, αλλά κάπου στη μέση. Η απόπειρα να στοιχειοθετηθεί αυτός ο –μετριοπαθής– ισχυρισμός εστιάζει σε ανάκατα στοιχεία, άλλοτε στην κατάταξη της Ελλάδας σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, άλλοτε στον ρυθμό μεταβολής από το 2019 στο 2023 και άλλοτε και στα δύο, αφήνοντας τον αναγνώστη σε πλήρη σύγχυση.

Δύο από τα βασικά μακροοικονομικά στοιχεία που δημοσιεύει η Eurostat σε κατά κεφαλή όρους και σε μονάδες αγοραστικής δύναμης είναι το ΑΕΠ και η πραγματική ιδιωτική κατανάλωση (actual individual consumption). Θα τα εξετάσουμε αφενός ως ποσοστά του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφετέρου ως ποσοστά μεταβολής από το 2019 έως το 2023.

Ξεκινώντας με το βασικότερο μέγεθος, το κατά κεφαλή ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, βλέπουμε κάτι που είναι εδώ και καιρό γνωστό, ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (66,8% του μέσου όρου), μετά τη Βουλγαρία, και στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης.

Όσον αφορά την κατά κεφαλή πραγματική ιδιωτική κατανάλωση σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, τα πράγματα είναι οριακά καλύτερα. Η Ελλάδα βρίσκεται στην πέμπτη θέση από το τέλος με 79,1% του μέσου όρου. Η ανακοίνωση του ΥπΟικ αναφέρει ορθά το ποσοστό, αλλά όχι και την κατάταξη, αφού ισχυρίζεται εσφαλμένα ότι η Ελλάδα βρίσκεται «πάνω από έξι άλλα κράτη-μέλη».

Ας δούμε και τους ρυθμούς μεταβολής, στους οποίους άλλωστε εστιάζει και την αισιόδοξη ματιά του το ΥπΟικ. Στην περίοδο 2019-2023 το κατά κεφαλή ΑΕΠ της Ελλάδας σε μονάδες αγοραστικής δύναμης έχει αυξηθεί κατά 23,3%, σημειώνοντας μια αξιοπρεπή επίδοση, πάνω από τους μέσους όρους Ευρωπαϊκής Ένωσης (20,3%) και της Ευρωζώνης (18%), την οποία όμως δύσκολα θα χαρακτηρίζαμε «πρωτιά», αφού την ξεπερνούν 10 χώρες. Η γειτονική Βουλγαρία κατέγραψε στο ίδιο διάστημα σχεδόν διπλάσια αύξηση (45,5%).

Αν δούμε, τέλος, τη μεταβολή της κατά κεφαλή πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης σε μονάδες αγοραστικής δύναμης στην περίοδο 2019-2023, η εικόνα δεν αλλάζει ιδιαίτερα. Η σωρευτική αύξηση 22,9% είναι και πάλι υψηλότερη από τους μέσους όρους Ευρωπαϊκής Ένωσης (20,3%) και Ευρωζώνης (18,8%), αλλά βρίσκεται πίσω από 12 χώρες. Επομένως, ούτε και σε αυτή την περίπτωση φαίνεται να δικαιολογείται η χρήση του όρου «πρωτιά» στην ανακοίνωση του ΥπΟικ.

[1] Για τα τρόφιμα η ανακοίνωση αναφέρει, μάλλον ασαφώς, ότι «ακόμα και ο πληθωρισμός τροφίμων, που είναι ένα περισσότερο προβληματικό θέμα σε σχέση με τον μέσο πληθωρισμό, βρίσκεται τους τελευταίους μήνες σε καθοδική πορεία».

 

 

Μισθοί – Συντάξεις

Την άποψη μας σας την έχουμε πει πολλές φορές παρουσιάζοντας και σχετικά στατιστικά. Πως χωρίς ουσιαστική αύξηση των πραγματικών αποδοχών, με δεδομένο και το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας και την αδυναμία αύξησης των εργαζομένων ακόμη και με χαμηλές αποδοχές. Ουσιαστική βιώσιμη ανάπτυξη δε γίνεται.  Πάμε να δούμε τα όσα έγραψε ο Θάνος Τσίρος στην Καθημερινή …. Βελτίωση του καθαρού πραγματικού εισοδήματος για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα –ειδικά όσους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό– και κίνδυνο συρρίκνωσης της αγοραστικής δύναμης συνταξιούχων και εργαζομένων στο Δημόσιο φέρνει η 4ετία μέχρι και το 2028, με βάση τις επίσημες προβλέψεις και εξαγγελίες. Με την κυβέρνηση να γνωστοποιεί από τώρα τις προθέσεις της όσον αφορά την πολιτική αυξήσεων τόσο του κατώτατου μισθού όσο και των αποδοχών συνταξιούχων και δημοσίων υπαλλήλων, μπορεί να γίνει μια ασφαλής πρόβλεψη για την εξέλιξη των αποδοχών μας μέχρι και το 2028, ειδικά από τη στιγμή που μέχρι το τέλος του μήνα θα έχουν ανακοινωθεί και οι εκτιμήσεις για την εξέλιξη βασικών οικονομικών δεικτών που παίζουν ρόλο: του ρυθμού ανάπτυξης και του πληθωρισμού.

Βελτίωση της αγοραστικής δύναμης προκύπτει από το ότι η καθαρή αύξηση για έναν εργαζόμενο ή συνταξιούχο μετά την αφαίρεση των κρατήσεων για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, υπερκαλύπτει τον ρυθμό αύξησης του κόστους ζωής, όπως αυτό αποτυπώνεται από τον δείκτη τιμών καταναλωτή. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πλέον αρκετά δεδομένα στη διάθεσή μας μετά και τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.

1. Ο μεικτός κατώτατος μισθός διαμορφώνεται σήμερα στα 830 ευρώ και εξαγγέλθηκε αύξησή του στα 950 ευρώ μέχρι τον Απρίλιο του 2027. Μια ισομερής κατανομή των απαιτούμενων αυξήσεων θα οδηγήσει στα 870 ευρώ μεικτά από την 1.4.2025, στα 910 ευρώ από την 1.4.2026 και στα 950 ευρώ από την 1.4.2027.

2. Οι δημόσιοι υπάλληλοι θα λαμβάνουν την αύξηση που θα προκύπτει από την αναπροσαρμογή του εισαγωγικού μισθού και στο Δημόσιο. Αυτό σημαίνει επιπλέον 20 ευρώ μεικτά από την 1.4.2025, συν 40 ευρώ από την 1.4.2026 και ακόμη 40 ευρώ από την 1.4.2027. Δηλαδή, αν κάποιος σήμερα έχει μεικτό μισθό 1.500 ευρώ, από τον Απρίλιο του 2027 θα λαμβάνει 1.600 ευρώ.

3. Οι συνταξιούχοι εξαρτώνται από την πορεία του πληθωρισμού και του ΑΕΠ, τουλάχιστον για το τμήμα του εισοδήματος που προκύπτει από τις κύριες συντάξεις. Αυτό, με βάση τις προβλέψεις που θα ανακοινωθούν στο τέλος του μήνα για το σύνολο της 4ετίας, βγάζει ετήσιες αυξήσεις από 1,9% έως και 2,5% με 2,6% μεικτά.

4. Ο μέσος εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα έχει σήμερα αποδοχές της τάξεως των 1.300-1.320 ευρώ (σ.σ. τα στοιχεία θα ανακοινωθούν προς το τέλος του έτους, ενώ στο τέλος του 2023 ο μέσος μισθός ήταν γύρω στα 1.260 ευρώ). Ο στόχος για τα 1.500 ευρώ που τέθηκε από τον πρωθυπουργό, σημαίνει αύξηση περίπου 60 ευρώ μεικτά ετησίως για την επόμενη 3ετία.

Δύο αλλαγές στον μηχανισμό κρατήσεων επιδρούν επίσης στη διαμόρφωση του καθαρού εισοδήματος: η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,5% από την 1.1.2025 (επιπλέον 0,25% θα γίνει από την 1.1.2027) και οι κρατήσεις για την εφορία. Η κυβέρνηση εμφανίζεται απρόθυμη να τιμαριθμοποιήσει τη φορολογική κλίμακα, κάτι που σημαίνει ότι η παρακράτηση του φόρου εισοδήματος θα αυξάνει με μεγαλύτερη ταχύτητα από τον ρυθμό αύξησης του εισοδήματος.

Πού οδηγούν όλα αυτά στην πράξη; Ενας εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα που σήμερα λαμβάνει 1.320 ευρώ μεικτά (όσα περίπου και ο μέσος μισθός) θα βρεθεί από το 2027 να εισπράττει περίπου 1.500 ευρώ. Τα καθαρά του, από τα 1.031 ευρώ σήμερα, θα ανέβουν περίπου στα 1.150 ευρώ και αυτό είναι αύξηση 11,5%. Στο ίδιο διάστημα, ο πληθωρισμός προβλέπεται ότι θα έχει «τρέξει» –σωρευτικά– με περίπου 9%. Αρα, ο μέσος εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα μπορεί να προσβλέπει σε μια μικρή βελτίωση του καθαρού εισοδήματός του, αν εξελιχθεί ο μέσος μισθός και ο πληθωρισμός όπως προβλέπεται.

Κίνδυνος συρρίκνωσης της αγοραστικής δύναμης συνταξιούχων και εργαζομένων στο Δημόσιο.

Καλύτερα θα είναι τα πράγματα για τον δικαιούχο του κατώτατου μισθού. Κανονικά η αύξηση των μεικτών αποδοχών θα είναι 14,5% αλλά υπάρχει η πιθανότητα συμπλήρωσης μιας 3ετίας, οπότε μέχρι το 2027 οι μεικτές αποδοχές μπορούν να αυξηθούν κατά 26% (ή από τα 830 στα 1.045 ευρώ αντί για τα 950 ευρώ που είναι χωρίς την 3ετία). Σε καθαρό επίπεδο, η αύξηση «ροκανίζεται» από το 14,5% στο 11,9% και από το 26% στο 20% λόγω εφορίας και παρά τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Σε κάθε περίπτωση και τα δύο ποσοστά είναι υψηλότερα από τον μέσο πληθωρισμό.

Ο εργαζόμενος στον δημόσιο τομέα που δεν περιμένει αύξηση λόγω επαγγέλματος (σ.σ. γιατροί κ.λπ.) μπορεί να προσβλέπει σε μια μεικτή αύξηση 100 ευρώ μέχρι το 2027 με βάση τα όσα ανακοινώθηκαν. Αρα, τα σημερινά 1.400 ευρώ ενός δημοσίου υπαλλήλου (περίπου 1.110 ευρώ καθαρά) θα γίνουν 1.500 ευρώ ύστερα από τέσσερα χρόνια ή 1.174 ευρώ καθαρά. Πρόκειται για αύξηση η οποία είναι σαφώς μικρότερη από τον εκτιμώμενο πληθωρισμό της 4ετίας.

 
 

Συντάξεις

Οι αυξήσεις στις κύριες συντάξεις από το 2024 μέχρι και το 2027 θα προκύψουν με βάση τον νομοθετημένο μαθηματικό τύπο ο οποίος προβλέπει ότι η αύξηση αποτελεί το άθροισμα του πληθωρισμού και της μεταβολής του ΑΕΠ, με το τελικό ποσοστό όμως να μην μπορεί να είναι υψηλότερο του πληθωρισμού. Η εφαρμογή αυτού του τύπου βγάζει αύξηση 2,5% με 2,6% από την 1.1.2025, καθώς αναμένεται ρυθμός ανάπτυξης 2,2% και πληθωρισμός γύρω στο 3% (σ.σ. στο 2,2% με 2,5% έχει εκτιμήσει το σχετικό ποσοστό η κυβέρνηση, κάτι που μένει να επιβεβαιωθεί με τα στοιχεία που υπάρχουν διαθέσιμα μέχρι το τέλος του χρόνου). Με την ίδια ακριβώς μεθοδολογία εκτιμάται ότι τα ποσοστά των αυξήσεων θα κινηθούν στην περιοχή του 2,2% από 1.1.2026,0 στο 2,15% από 1.1.2017 και στο 1,9% από 1.1.2028. Εκ των πραγμάτων λοιπόν, οι συνταξιούχοι θα λάβουν αύξηση πολύ χαμηλότερη του πληθωρισ0μού –άρα θα έχουν μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος–, κάτι που επιτείνεται και εξαιτίας των ακόλουθων λόγων:

1. Το ποσοστό αύξησης αφορά μόνο τις κύριες συντάξεις και όχι στις επικουρικές. Αρα, το ποσοστό είναι μικρότερο επί του συνολικού εισοδήματος στο οποίο συνυπολογίζεται και η επικουρική σύνταξη, το ύψος της οποίας δεν αναπροσαρμόζεται αυτόματα.

2. Η αύξηση αφορά στο μεικτό ποσό και όχι στο καθαρό. Σε όποια αύξηση δίδεται, αφαιρείται ποσοστό 6% για τις εισφορές υγείας αλλά και ο φόρος εισοδήματος ο οποίος υπολογίζεται με ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό λόγω της μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας.

3. Υπάρχει σε ισχύ η εισφορά αλληλεγγύης η οποία δεν λειτουργεί όπως η κλίμακα φορολογίας εισοδήματος. Οποιος ξεπεράσει έστω και για ένα ευρώ το κλιμάκιο, φορτώνεται μείωση της σύνταξης με τον υψηλότερο συντελεστή επί ολόκληρου του ποσού πάνω από τα 1.400 ευρώ. Αυτό εξετάζεται να διορθωθεί μερικώς από το νέο έτος. Αν κάποιος μπαίνει σε αυτή την κατηγορία, θα διασφαλίζεται μόνο ότι η κράτηση δεν θα είναι μεγαλύτερη από το συνολικό ποσό της αύξησης.

Αν ληφθούν υπόψη όλοι αυτοί οι παράγοντες, τότε προκύπτει ότι ο συνταξιούχος που έχει σήμερα κύρια σύνταξη 1.000 ευρώ (περίπου 906 ευρώ καθαρά), θα βρεθεί στα 924 ευρώ καθαρά από την 1.1.2025 και στα 972 ευρώ από την 1.1.2028. Δηλαδή, το καθαρό εισόδημά του μόνο από κύριες συντάξεις θα έχει αυξηθεί κατά περίπου 7,2% (το συνολικό λιγότερο, καθώς δεν θα ανεβαίνει η επικουρική) ενώ ο πληθωρισμός στο ίδιο διάστημα θα έχει «τρέξει» με αθροιστικό ρυθμό άνω του 9%, με βάση τουλάχιστον τις επίσημες προβλέψεις για την επόμενη τετραετία.

 
 

Τον Οκτώβριο η τριμερής για το Κυπριακό

Όπως τώρα έγραψε ο Βηματοδότης, όπως φαίνεται Ελλάδα και Κύπρος κατάφεραν να πραγματοποιηθεί η τριμερής συνάντηση για το Κυπριακό υπό την εποπτεία του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες. Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα για την επανέναρξη των ενδοκυπριακών συνομιλιών.

Τι μεσολάβησε όμως για την τριμερή; Πρώτα απ΄όλα θα πρέπει να σας πω ότι κλείδωσαν οι ξεχωριστές συναντήσεις του Γκουτέρες, πρώτα με τον Πρόεδρο της Κύπρου Νίκο Χριστοδουλίδη και εν συνεχεία με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ερσίν Τατάρ. Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ θα συναντηθεί και με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, την Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου, ενώ θεωρείται βέβαιο ότι θα έχει συναντήσεις και με τους υπουργούς Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν. Μετά από τις συναντήσεις αυτές έρχεται η τριμερής. Πού αυτή θα πραγματοποιηθεί ακόμα συζητείται, εκείνο που γνωρίζω είναι ότι θα πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο (όπως έχουν συμφωνήσει και οι δύο πλευρές).

Έτσι ο Ερσίν Τατάρ θα διαπιστώσει ότι ένα «βουνό» από χώρες αντιτίθεται στη λύση των δύο κρατών και θέλει λύση βάσει των ψηφισμάτων του ΟΗΕ. Και βεβαίως αντιτίθεται στο (τουρκικό) δόγμα ότι η «μη λύση αποτελεί λύση».

Και κάτι ακόμα: Στη Νέα Υόρκη ο υπουργός Εξωτερικών θα έχει συνολικά 45 επαφές με ομολόγους του, όπως της Ινδίας, της Αιγύπτου, με τον γενικό γραμματέα του Αραβικού Συνδέσμου (πόλεμος στη Γάζα) και με πολλούς άλλους.

 
 
 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum