| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

 

00:01 - 23/05/24

 

Τιμές καυσίμων

Με το ζήτημα των πολύ υψηλών τιμών καυσίμων να είναι διαχρονικά θέμα συζήτησης στη χώρα. Ενδιαφέρον ήτανε ένα τελευταίο δημοσίευμα της Καθημερινής, με το δικό μας σχόλιο για το πρόβλημα να είναι “no comment”, σε μια χώρα που εμείς θα πούμε το ίδιο. Πως επί της ουσίας ελάχιστα έχουνε αλλάξει παρά τα περίπου 10 χρόνια της ελληνικής κρίσης.

-------------------

Οι τιμές λοιπόν των καυσίμων στην Ελλάδα δεν είναι απλά υψηλές. Είναι σταθερά υψηλότερες από τον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. και μετά και πριν από τους φόρους. Η διαπίστωση αυτή δεν είναι καινούργια και δεν απασχολεί μόνο τους καταναλωτές. Εχει απασχολήσει κατά καιρούς και τις αρμόδιες αρχές και τους ίδιους τους φορείς της αγοράς πετρελαιοειδών, η οποία χαρακτηρίζεται από έντονα φαινόμενα παραβατικότητας και αθέμιτου ανταγωνισμού εις βάρος των υγιών επιχειρήσεων.

Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, η αγορά πετρελαιοειδών δεν έχει συμμορφωθεί μέχρι και σήμερα με μέτρα που έχουν θεσμοθετηθεί από το 2012, για την αντιμετώπιση τόσο της παραβατικότητας όσο και του ελλείμματος ανταγωνισμού, με αποτέλεσμα οι πολίτες της χώρας να επιβαρύνονται διπλά: ως καταναλωτές από τις υψηλές τιμές και ως φορολογούμενοι από τις απώλειες δημοσίων εσόδων εκατοντάδων εκατ. ευρώ ετησίως.

Ρυθμιστικά εμπόδια

Τα πλέον πρόσφατα δημοσιοποιημένα στοιχεία από τη Γενική Διεύθυνση Ενέργειας της Ε.Ε. επανεπιβεβαιώνουν τη διαπίστωση ότι η Ελλάδα είναι μία από τις ακριβότερες αγορές της Ευρώπης στις τιμές των καυσίμων. Επιπλέον, η πορεία της πιο πρόσφατης έρευνας της Επιτροπής Ανταγωνισμού καταδεικνύει τη δυστοκία των αρμοδίων αρχών να αντιμετωπιστούν ρυθμιστικά εμπόδια για τη βελτίωση του ανταγωνισμού και την εξομάλυνση των τιμών.

Σύμφωνα με τα δημοσιοποιημένα στοιχεία (13/5) της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ε.Ε., η λιανική τιμή της αμόλυβδης (μετά από φόρους) στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 1,949 ευρώ/λίτρο και ήταν η τρίτη ακριβότερη στην Ευρώπη, μετά την Ολλανδία (2,046 ευρώ/λίτρο) και τη Δανία (2,045 ευρώ/λίτρο).

Η προ φόρων τιμή της αμόλυβδης στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα 0,856 ευρώ/λίτρο και ήταν η έβδομη ακριβότερη στην Ευρώπη. Η λιανική τιμή του πετρελαίου κίνησης στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 1,657 ευρώ/λίτρο και ήταν η 9η ακριβότερη στην Ευρώπη, ενώ η προ φόρων τιμή διαμορφώθηκε στα 0,911 ευρώ/λίτρο και ήταν η τέταρτη ακριβότερη στην Ευρώπη.

Η λιανική τιμή των καυσίμων (τιμή αντλίας) διαμορφώνεται σε τρία στάδια, με πρώτο τη διεθνή τιμή των προϊόντων (βενζίνη, πετρέλαιο κίνησης κ.λπ.) που αποτελεί τη βάση της τιμής πώλησης των διυλιστηρίων. Πάνω στη διυλιστηριακή τιμή οι εταιρείες εμπορίας θα προσθέσουν τα δικά τους λειτουργικά και διαχειριστικά κόστη και ένα περιθώριο κέρδους για να διαμορφώσουν την τιμή πώλησης στον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας, τα περίπου 5,5 χιλιάδες πρατήρια ανά τη χώρα. Η τιμή της αντλίας θα διαμορφωθεί σε αυτό το στάδιο και από τα λειτουργικά κόστη και το περιθώριο κέρδους των πρατηρίων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι εταιρείες εμπορίας και πρατήρια λειτουργούν με πλαφόν στο περιθώριο κέρδους που επιβλήθηκε με νόμο από τον Σεπτέμβριο του 2021.

Μια ξεχωριστή θέση σε αυτή τη διαδρομή της διαμόρφωσης του κόστους έχουν οι φόροι και οι δασμοί, οι οποίοι στην Ελλάδα κινούνται σταθερά πάνω από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών. Η Ελλάδα έχει την τέταρτη υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση στην αμόλυβδη βενζίνη μεταξύ των μελών της Ε.Ε. (μετά την Ολλανδία, την Ιταλία και τη Βουλγαρία), ξεπερνώντας κατά 20% τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Από την ανάλυση των στοιχείων για τη μέση τιμή της τελικής τιμής της βενζίνης το διάστημα από 15/1/2021 έως και 15/7/2023 προκύπτει ότι ο ΕΦΚ και ο ΦΠΑ αποτελούν το 50%-60% της τελικής τιμής του προϊόντος, ανάλογα με τη διεθνή τιμή. Η τιμή του διυλιστηρίου αποτελεί μεταξύ 30% και 47% της τελικής τιμής καταναλωτή, ενώ το περιθώριο κέρδους εταιρειών και πρατηρίων αποτελεί το 3%-9%. Το εύκολο συμπέρασμα από την ανάλυση αυτή είναι ότι η υπερ-φορολόγηση που αποτελεί επιλογή της πολιτείας και η διεθνής τιμή είναι οι βασικοί ένοχοι για τις υψηλές τιμές που πληρώνει ο καταναλωτής.

 
 

«Ρουκέτα και φτερό»

Ωστόσο, στην Ελλάδα και οι τιμές προ φόρων βενζίνης και πετρελαίου κίνησης αποκλίνουν προς τα πάνω από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών, κάτι που δεν δικαιολογείται ούτε από τη διακύμανση των διεθνών τιμών ούτε από την υψηλή φορολογία. Το ζήτημα αυτό αποτελεί αντικείμενο διερεύνησης της Επιτροπής Ανταγωνισμού εδώ και μια 20ετία περίπου. Αυτεπάγγελτες έρευνες διενεργήθηκαν το διάστημα 2004-2015 που οδήγησαν και σε πρόστιμα ύψους άνω των 9 εκατ. ευρώ και δεσμεύσεις. Από το 2012, η Επιτροπή εισηγήθηκε στην πολιτεία σειρά μέτρων για την ενίσχυση του ανταγωνισμού. Από αυτά ελάχιστα υιοθετήθηκαν και μάλιστα κάποια εφαρμόστηκαν μόνο μερικώς.

Στα τέλη Νοεμβρίου του 2022 η Επιτροπή Ανταγωνισμού ξεκίνησε διαδικασία κανονιστικής παρέμβασης που στηρίχθηκε στα πορίσματα χαρτογράφησης της αγοράς πετρελαιοειδών που είχε αρχίσει τον Μάρτιο του 2022. Με άλλα λόγια, ξεκίνησε να αξιολογήσει εάν επικρατούν συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού στα τρία στάδια παραγωγής και διανομής καυσίμων στην ελληνική αγορά. Κι αυτό γιατί υπήρξαν ενδείξεις ασύμμετρης προσαρμογής των τιμών, κάτι που το περιέγραψε ως φαινόμενο της «ρουκέτας και του φτερού» (Rockets & Feathers). Δηλαδή οι τιμές λιανικής αυξάνονται αμέσως όταν αυξάνεται η διεθνής τιμή, αλλά μειώνονται με αργό ρυθμό όταν υποχωρεί η διεθνής τιμή.

Υψηλή συγκέντρωση

Ως προς τις συνθήκες ανταγωνισμού στην αρχική της χαρτογράφηση η Επιτροπή κατέγραψε ενδείξεις όπως υψηλό βαθμό συγκέντρωσης στην αγορά διύλισης και ασθενή ανταγωνισμό μεταξύ των δύο εταιρειών διύλισης, με τις τιμές στα βασικά προϊόντα (αμόλυβδη, ντίζελ κίνησης) ουσιαστικά να ταυτίζονται. Επίσης, μέτριο προς χαμηλό βαθμό συγκέντρωσης στην αγορά χονδρικής και, τέλος, πιθανή συγκέντρωση σε τοπικό επίπεδο στα πρατήρια. Διαπίστωσε επίσης σημαντική αύξηση του κύκλου εργασιών και δεικτών κερδοφορίας των επιχειρήσεων διύλισης και χονδρικής εμπορίας τη διετία 2021-2022.

Η κανονιστική πράξη αποτελεί το ισχυρότερο όπλο παρέμβασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού σε έναν κλάδο της οικονομίας, αφού μπορεί να πάρει αποφάσεις δομικού χαρακτήρα για την αγορά, όπως για παράδειγμα να υποχρεώσει εταιρείες σε αλλαγή συμπεριφοράς ή ακόμη και σε πώληση περιουσιακών στοιχείων αν διαπιστώσει ότι στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός. Αν και η Επιτροπή Ανταγωνισμού ολοκλήρωσε την έρευνά της, μέχρι σήμερα δεν έχει ανακοινώσει αποτελέσματα, κάτι που αναμενόταν τον Οκτώβριο του 2023 ή το αργότερο μέχρι το τέλος του ίδιου έτους.

Οι πληροφορίες θέλουν την Επιτροπή να μην επιβεβαίωσε το φαινόμενο της ασύμμετρης προσαρμογής των τιμών στα διάφορα στάδια της αγοράς. Συνέχισε ωστόσο την έρευνα με νέα ερωτηματολόγια προς διυλιστήρια, εταιρείες και πρατήρια για να αξιολογήσει ένα ζήτημα που απασχόλησε δύο προηγούμενες κανονιστικές πράξεις: το ζήτημα της τιμολόγησης των αποθεμάτων ασφαλείας και το κατά πόσον εξακολουθεί να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό.

Τι συμβαίνει με τα αποθέματα ασφαλείας 90 ημερών

H υποχρέωση τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας 90 ημερών από εταιρείες που εισάγουν πετρέλαιο και προϊόντα πετρελαιοειδών έχει απασχολήσει στο παρελθόν εκτός από την Επιτροπή Ανταγωνισμού και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αλλά και την τρόικα την εποχή των μνημονίων, μια και συνδέεται άμεσα με τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά.

Βάσει ευρωπαϊκού πλαισίου, οι εταιρείες που εισάγουν πετρέλαιο και προϊόντα πετρελαιοειδών για ιδία χρήση ή για την εμπορία τους στην ελληνική αγορά, υποχρεούνται να διατηρούν αποθέματα ποσότητας ίσης με την εγχώρια καθαρή κατανάλωσή τους 90 ημερών του προηγούμενου έτους. Το 2002 και με το νόμο 3054 άλλαξε το καθεστώς που ίσχυε από το 1985 ύστερα από καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τη χώρα μας, που έκρινε ότι το σύστημα αυτό νόθευε τον ανταγωνισμό μεταξύ εγχώριας παραγωγής πετρελαιοειδών προϊόντων και απευθείας εισαγωγών. Οι εταιρείες που δεν διέθεταν αποθηκευτικούς χώρους ήταν υποχρεωμένες να αποθηκεύουν σε πιστοποιημένες αποθήκες, που κατά βάση διέθεταν τα διυλιστήρια των ΕΛΠΕ και της Μotor Oil.

Αδύνατες οι εισαγωγές

Η πρόσβαση τρίτων σε αποθηκευτικούς χώρους για τη διατήρηση αποθεμάτων ασφαλείας, σύμφωνα με τον νόμο του 1985, ήταν δυνατή μόνο υπό την προϋπόθεση αποκλειστικής σύμβασης προμήθειας με τον κάτοχο αυτών (ουσιαστικά με τα διυλιστήρια). Ο όρος αυτός καθιστούσε ουσιαστικά αδύνατες τις εισαγωγές και, ως εκ τούτου, τον ανταγωνισμό σε αυτό το στάδιο της αγοράς. Επιπλέον, το καθεστώς αυτό δεν έδινε τη δυνατότητα διατήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας σε άλλη χώρα της Ε.Ε.

Το πρόβλημα ελλείμματος ανταγωνισμού από αυτές τις ρυθμίσεις είχε διαγνώσει με απόφασή της ένα χρόνο νωρίτερα, το 2001, η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Το 2008, η Επιτροπή Ανταγωνισμού επανήλθε με κανονιστική πράξη καθώς διαπίστωσε ότι παρά τις θετικές τροποποιήσεις με τον νόμο 2002 σε σχέση με το παρελθόν εμφανίζονται «σημαντικά προβλήματα, που επιτείνουν την έλλειψη ανταγωνισμού και την εν γένει αδιαφάνεια που χαρακτηρίζει την αγορά διύλισης». Με την απόφαση που εξέδωσε πρότεινε, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία ανεξάρτητου Κεντρικού Φορέα Τήρησης Αποθεμάτων Ασφαλείας κατά το πρότυπο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, ως μέτρο ενίσχυσης των εισαγωγών και του ανταγωνισμού. Με την ίδια κανονιστική απόφαση, υποχρέωνε τα διυλιστήρια να γνωστοποιούν στοιχεία σχετικά με το κόστος τήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας και τις προσαυξήσεις που χρεώνουν τις εταιρείες εμπορίας, καθώς και να μην παρεμποδίζουν την απευθείας πρόσβαση σε ανεξάρτητα πρατήρια.

«Για να απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσον στην αγορά της διύλισης υφίστανται ή όχι επαρκείς ανταγωνιστικές πιέσεις, θα πρέπει να διερευνηθεί εάν υπάρχουν ή όχι εκείνες οι ευνοϊκές συνθήκες οι οποίες θα επέτρεπαν στους χονδρεμπόρους και στους λοιπούς εισαγωγείς να εισάγουν απευθείας πετρελαϊκά προϊόντα σε ανταγωνιστικές τιμές», ανέφερε η Επιτροπή στη σχετική απόφασή της. Και κατέληγε ότι με βάση τα πορίσματα και την έρευνα στον κλάδο, αυτές οι συνθήκες δεν υπάρχουν. Σημείωνε επίσης ότι μόνο οι εταιρείες διύλισης διαθέτουν αποθήκες με τις κατάλληλες προδιαγραφές, γεγονός που τους δίνει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των εταιρειών εμπορίας.

Εν ολίγοις, εντόπιζε το πρόβλημα του ανταγωνισμού στην αποθάρρυνση των εισαγωγών και πρότεινε τη δημιουργία του ανεξάρτητου Κεντρικού Φορέα Τήρησης Αποθεμάτων Ασφαλείας, σημειώνοντας τότε (το 2008) ότι από τις 27 χώρες της Ε.Ε. μόνο η Ελλάδα, η Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν διαθέτουν τέτοιο φορέα. Ανέφερε επίσης ότι η Γαλλία, προκειμένου να ενισχύσει τον ανταγωνισμό, είχε απαλλάξει τους μικρούς εισαγωγείς από την υποχρέωση τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας.

Κατά την κρίση της Επιτροπής, οι αποθήκες εταιρειών διύλισης θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «ουσιώδεις» υποδομές, καθώς περιβαλλοντικοί και άλλοι περιορισμοί δεν επιτρέπουν τη δημιουργία νέων αποθηκευτικών χώρων. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να διασφαλιστεί η ισότιμη πρόσβαση των υπόχρεων εταιρειών διατήρησης αποθεμάτων ασφαλείας με την εκ των προτέρων διοικητική ρύθμιση των όρων και κανόνων τιμολόγησης που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ, όπως συμβαίνει με την πρόσβαση στα δίκτυα ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου.

Η οδηγία της Ε.Ε.

Το 2013 και υπό την πίεση της τρόικας, η Ελλάδα εναρμονίστηκε με την οδηγία της Ε.Ε., θεσπίζοντας τη δυνατότητα των εταιρειών που εισάγουν, να διατηρούν το 30% των υποχρεωτικών αποθεμάτων ασφαλείας σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Με τον ίδιο νόμο θεσπίστηκε και η δυνατότητα σύστασης Κεντρικού Φορέα Διατήρησης Αποθεμάτων (ΚΦΔΑ). Ο φορέας αυτός δεν έχει συσταθεί μέχρι σήμερα, διότι κρίθηκε ότι το μέγεθος και η ωριμότητα της αγοράς δεν κάνουν αναγκαία την ύπαρξη κρατικής εταιρείας για τη διαχείριση των αποθεμάτων.

 

 

Μάλιστα

Το ποσοστό των εργαζόμενων νέων που ζουν με τους γονείς τους στην ΕΕ έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με την Ιρλανδία να ξεπερνά τις άλλες χώρες εν μέσω μιας οξείας στεγαστικής κρίσης.

Μια ανάλυση των δεδομένων της Eurostat, που κοινοποιήθηκαν αποκλειστικά στον Guardian, διαπίστωσε ότι κατά μέσο όρο σε ολόκληρο το μπλοκ, το ποσοστό των εργαζομένων ηλικίας 25 έως 34 και ζει στο πατρικό, είχε αυξηθεί από 24% σε 27% μεταξύ 2017 και 2022.

Το 72% των νέων στην Ελλάδα βιώνουν οικονομική δυσχέρεια

Η Ιρλανδία, όπου τα ενοίκια έχουν διπλασιαστεί από το 2013, είχε αύξηση κατά 13% στους εργαζόμενους νέους που ζουν με τους γονείς τους  -από 27% σε 40%- σύμφωνα με την ανάλυση του Eurofound, του οργανισμού της ΕΕ για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας.

Τα στοιχεία περιελάμβαναν άτομα με πλήρη και μερική απασχόληση.

Άλλες χώρες που κατέγραψαν αυξήσεις μεταξύ 2017 και 2022 ήταν η Πορτογαλία, όπου το ποσοστό αυξήθηκε από 41% σε 52%, και η Ισπανία, όπου αυξήθηκε από 35% σε 42%.

Στη Γαλλία το ποσοστό αυτό αυξήθηκε από 10% σε 12%, ενώ η Ιταλία σημείωσε άνοδο από 41% σε 48% και η Κροατία από 58% σε 65%.

Στέγαση, κόστος διαβίωσης και ψυχική υγεία

Το Eurofound δημοσίευσε μια ευρεία έκθεση που περιγράφει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι νέοι στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της στέγασης, της κρίσης κόστους ζωής, της ψυχικής υγείας και της επισφαλούς απασχόλησης.

Ενώ υπήρξαν ορισμένες θετικές τάσεις σχετικά με την εργασία – η έκθεση διαπίστωσε ότι η απασχόληση των νέων είχε ανακάμψει στα υψηλότερα επίπεδα από το 2007, αν και η επισφαλής απασχόληση παραμένει ανησυχία – οι αυξήσεις στο κόστος ζωής έχουν δημιουργήσει εμπόδια για πολλούς.

Μεταξύ 2010 και 2022, οι τιμές των ακινήτων σε όλη την ευρωζώνη αυξήθηκαν κατά 47%

«Οι νέοι που ζουν με τους γονείς τους είναι πιο πιθανό να δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα ​​και να μην μπορούν να αντέξουν οικονομικά απροσδόκητα έξοδα, γεγονός που υποδηλώνει ότι όσοι προέρχονται από λιγότερο ευκατάστατες οικογένειες είναι λιγότερο πιθανό να μπορούν να φύγουν από το πατρικό τους», διαπίστωσαν οι συντάκτες της έκθεσης.

Οι πρόσφατες αυξήσεις στο κόστος ζωής έρχονται σε ένα πλαίσιο αυξανόμενου κόστους στέγασης σε ολόκληρη την ευρωζώνη: μεταξύ 2010 και 2022, οι τιμές των ακινήτων σε όλη την ευρωζώνη αυξήθηκαν κατά 47%, σύμφωνα με έκθεση της Eurostat για το 2023.

«Κολλημένοι» στα πατρικά τους

Η έκθεση του Eurofound έδειξε ότι οι μισοί νέοι που ζουν με τους γονείς τους θα ήθελαν να φύγουν μέσα σε ένα χρόνο, αλλά μόνο το 28% δήλωσε ότι σχεδίαζε ενεργά να το κάνει. Το να μην μπορείς να ζεις αυτόνομα ήταν πιθανό να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ευημερία, με τους συντάκτες της έκθεσης να διαπιστώνουν ότι μερικές φορές συνδέθηκε με μια αίσθηση κοινωνικού αποκλεισμού.

Υπήρχε μια αξιοσημείωτη απόκλιση μεταξύ των χωρών της ΕΕ σχετικά με το ζήτημα των νέων που ζει στο πατρικό σπίτι, με περισσότερους από τους μισούς νέους 25 έως 34 ετών να παραμένουν στο σπίτι σε πολλά νότια και ανατολικά κράτη μέλη.

Η οικονομική δυσχέρεια αναφέρθηκε περισσότερο από τους νέους σε περιοχές αυτής της περιοχής – με το 42% των ατόμων ηλικίας 15 έως 29 ετών στη Βουλγαρία και το 72% στην Ελλάδα να το βιώνουν, έναντι 6,3% στο Λουξεμβούργο και στην Ολλανδία.

Οι ισχυροί οικογενειακοί δεσμοί

Η έρευνα σημείωσε επίσης τον κρίσιμο ρόλο που έπαιξαν οι πολιτισμικές διαφορές στις διαφορές μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τη ζωή στο πατρικό σπίτι.

Η επικεφαλής συγγραφέας της έκθεσης, Eszter Sándor, δήλωσε: «Πολλές προηγούμενες έρευνες διαπίστωσαν ότι σε πολλές χώρες της νότιας και ανατολικής Ευρώπης, οι οικογενειακοί δεσμοί είναι ισχυροί, ενώ η κρατική υποστήριξη προς τους νέους είναι σχετικά χαμηλή. Συγκριτικά, στις σκανδιναβικές χώρες ο κανόνας είναι να εγκαταλείπετε το σπίτι της οικογένειας γύρω στην ηλικία των 18 ετών – αυτό ενθαρρύνεται επίσης από τους γονείς και το κράτος», είπε.

Στην Ιρλανδία, είπε η Sándor, είχε γίνει «συνηθισμένο να ζουν οι νέοι με τους γονείς τους είτε λόγω ανάγκης είτε ως μέρος μιας οικογενειακής απόφασης να βοηθήσουν στην εξοικονόμηση χρημάτων για μια μελλοντική κατάθεση στεγαστικού δανείου», είπε.

«Αυτοί οι λόγοι μπορεί επίσης να εξηγήσουν γιατί, σε μια κατάσταση κρίσης (π.χ. πανδημία, ύφεση), οι νέοι είναι πιο πιθανό να επιστρέψουν στους γονείς τους σε ορισμένες χώρες παρά σε άλλες».

Είπε ότι, ενώ η παραμονή στο πατρικό σπίτι θα μπορούσε να προσφέρει κάποια οικονομική ασφάλεια, οι εργαζόμενοι νέοι –ιδιαίτερα οι 25 ετών και άνω– «διαπιστώθηκε ότι αισθάνονται πιο κοινωνικά αποκλεισμένοι αν ζούσαν με τους γονείς τους και είχαν χαμηλότερη ψυχική ευημερία, που συνδέεται με συναισθήματα έλλειψη αυτονομίας και ελευθερίας».

 
 

Κλιματική αλλαγή

Κλείνοντας με το μεγάλο πρόβλημα, με τεράστιο κόστος για την οικονομία, της κλιματικής αλλαγής. Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει η επιστημονική κοινότητα σχετικά με τις συνθήκες λειψυδρίας και ξηρασίας στη Μεσόγειο. Η συνεχής αύξηση της θερμοκρασίας σε συνδυασμό με τις μειωμένες βροχοπτώσεις αποτελούν τους βασικούς λόγους ανησυχίας των επιστημόνων για τη διαθεσιμότητα των υδάτινων πόρων. Ειδικότερα, στο μικροσκόπιο τίθενται οι περιοχές που κατά την τουριστική περίοδο δέχονται μεγάλο αριθμό επισκεπτών με αποτέλεσμα η ζήτηση για νερό να αυξάνεται σημαντικά. Σύμφωνα με έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ οι χώρες της Νοτίου Μεσογείου και ειδικότερα η περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής (MENA)βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της κρίσης λειψυδρίας καθώς φιλοξενεί 15 από τις 20 χώρες με τη μεγαλύτερη λειψυδρία στον κόσμο.

Επιπλέον, έκθεση του JRC της Κομισιόν για την ξηρασία στη Μεσόγειο που δημοσιεύθηκε τον φετινό Φεβρουάριο σχετικά με τις συνεχιζόμενες ξηρασίες και τις επιπτώσεις τους στην ευρύτερη περιοχή, ανέφερε ότι οι μακροχρόνιες θερμοκρασίες άνω του μέσου όρου, οι θερμές περίοδοι και οι ανεπαρκείς βροχοπτώσεις έχουν οδηγήσει σε σοβαρές συνθήκες ξηρασίας στην περιοχή της Μεσογείου, επηρεάζοντας πολυάριθμες περιοχές στη νότια Ιταλία, τη νότια Ισπανία, τη Μάλτα, το Μαρόκο, την Αλγερία και την Τυνησία. Επιπλέον επεσήμανε ότι με βάση τις εποχικές προβλέψεις αναμενόταν μία θερμότερη άνοιξη στη νότια Ιταλία, την Ελλάδα, τα νησιά της Μεσογείου και τη βόρεια Αφρική και προσέθετε ότι καθώς η σοβαρότητα της ξηρασίας αναμένεται να συνεχιστεί, αυξάνονται οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις της στη γεωργία, τα οικοσυστήματα, τη διαθεσιμότητα πόσιμου νερού και την παραγωγή ενέργειας.

Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, στο πλαίσιο του 3ου Διεθνούς Φόρουμ για το Νερό, ο πρύτανης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και καθηγητής Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων, Φώτης Μάρης, σύμφωνα με τις έρευνες οι οποίες έχουν γίνει και τις μετρήσεις στο κομμάτι της Μεσογείου και στον ελλαδικό χώρο εκτιμάται μία μείωση της απορροής λόγω της μείωσης των βροχοπτώσεων σε ποσοστό 15 με 20% μεσοσταθμικά. «Καταλαβαίνετε ότι αυτή η ποσότητα νερού είναι μία κρίσιμη ποσότητα και αυτό εκφράζεται στη δυνατότητα κάλυψης των αναγκών για τη λειτουργία της κοινωνίας. Σε άλλες περιοχές περισσότερο έντονα και σε άλλες λιγότερο. Οπότε είμαστε υποχρεωμένοι αρχικά να επαναξιολογήσουμε όλα μας τα συστήματα σε ό,τι αφορά την επάρκεια την οποία θα έχουν για την κάλυψη και των σημερινών αλλά και των μελλοντικών αναγκών. Είναι μια τεράστια δουλειά η οποία πρέπει να γίνει και ταυτόχρονα να παίρνονται αποφάσεις οι οποίες να ρυθμίζουν την κατανάλωση από όπου προηγουμένως έχουμε ενημερώσει οι επιστήμονες και το κράτος υπεύθυνα τον πολίτη για να κατανοήσει ποιες είναι οι αλλαγές οι οποίες πρέπει να γίνουν για να πετύχει η προσαρμογή», σημειώνει ο κ. Μάρης.

Αναφορικά με την Ελλάδα όπως επισημαίνει η ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας και η τουριστική ανάπτυξη δημιουργούν μεγάλες πιέσεις, μία εκ των οποίων είναι η μεγάλη ανάγκη σε πόσιμο νερό. «Είναι πολύ θετικό να αυξάνεται κάθε χρόνο η επισκεψιμότητα της χώρας, πολύ καλό και για την οικονομία και για τους ανθρώπους που επισκέπτονται την χώρα, αλλά αυτό δημιουργεί έξτρα πίεση. Έχουμε τη μείωση των βροχοπτώσεων από την άλλη όμως έχουμε αύξηση των αναγκών», τονίζει και προσθέτει ότι χρειάζεται κατά τόπους, στα μικρά, στα μεγαλύτερα νησιά, στις περιοχές που είναι με χαμηλές βροχοπτώσεις ή άνυδρες προσαρμοσμένα σχέδια για να υπάρξει η δυνατότητα κάλυψης όλων αυτών των αναγκών και ταυτόχρονα να γίνουν βελτιώσεις στην κατεύθυνση της βιώσιμης διαχείρισης των υδάτων.

Οι μειωμένες βροχοπτώσεις τη χρονιά που διανύουμε αποτελούν επίσης έναν παράγοντα που επιβαρύνει το ζήτημα της λειψυδρίας κυρίως, όπως εξηγεί ο κ. Μάρης, για το Νότιο Αιγαίο, την Κρήτη και την Νότια Πελοπόννησο, περιοχές που ήδη έχει καταγραφεί το πρόβλημα αλλά και σε μεγάλες πόλεις οι οποίες βασίζονται στην επιφανειακή απορροή.

«Αυτή τη στιγμή οι βροχοπτώσεις στην Ελλάδα χαρακτηρίζονται από δύο μέγιστα. Το ένα μέγιστο είναι στα τέλη Νοεμβρίου και τον Δεκέμβριο και το δεύτερο μέγιστο είναι τέλη Μαΐου-αρχές Ιουνίου. Οπότε καταλαβαίνετε η υστέρηση που έχουμε μέχρι αυτή τη στιγμή θα κριθεί το πόσο πολύ έντονη και πόσο πολύ μεγάλο θα είναι το έλλειμμα μας από το πώς θα συμπεριφερθούν οι βροχοπτώσεις στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα μέχρι τις 15 Ιουνίου. Αν σε αυτή την περίοδο που είναι το δεύτερο μέγιστο των βροχοπτώσεων της χώρας δεν έχουμε τις αναμενόμενες βροχοπτώσεις το πρόβλημα θα παραμένει σημαντικό στις περιοχές που ήδη έχει καταγραφεί. Νότιο Αιγαίο, Κρήτη, Νότια Πελοπόννησος και σίγουρα στις μεγάλες πόλεις οι οποίες βασίζονται στην επιφανειακή απορροή».

Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία που παρέθεσε κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο 3ο Διεθνές Φόρουμ για το Νερό ο καθηγητής Κλιματολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Μετεωρολογικής Εταιρείας, Παναγιώτης Νάστος μέχρι το 2050 η ζήτηση στο νερό προβλέπεται να διπλασιαστεί ή και να τριπλασιαστεί.

Αναφορικά με τις βροχοπτώσεις ο κ. Νάστος επισήμανε ότι με βάση τα κλιματικά μοντέλα που έχουν αναπτυχθεί στην περίπτωση που η αύξηση της θερμοκρασίας αγγίξει τους 2 βαθμούς Κελσίου αναμένεται μείωση των βροχοπτώσεων περίπου 10-15% , κάτι το οποίο θα προστεθεί στην ήδη παρατηρούμενη μείωση που έχει σημειωθεί, της τάξης του 20%, ειδικά στην Ανατολική Μεσόγειο.

«Όταν η θερμοκρασία μας ξεπεράσει τον 1,5 Βαθμό Κελσίου βλέπετε ότι η θέρμανση θα είναι μεγαλύτερη ειδικά στις αρκτικές περιοχές πάνω από την ξηρά και στο Βόρειο Ημισφαίριο ενώ αντίστοιχα οι βροχοπτώσεις θα ελαττωθούν κυρίως στα μεγάλα γεωγραφικά πλάτη. Στους τροπικούς στην περιοχή της Μεσογείου είναι μία μείωση της τάξης του 20% όπως είπα αυτό προστίθεται στην ήδη υπάρχουσα μείωση που ήδη έχουμε υποστεί. Αντίστοιχα, αποτελέσματα είναι πολύ πιο έντονα όταν η θερμοκρασία μας φτάσει στους 2 βαθμούς Κελσίου», σημείωσε και προσέθεσε ότι η ξηρασία γίνεται πλέον πιο έντονη και πιο εκτεταμένη ειδικά στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Παράλληλα, όπως τόνισε, σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη για την Ελλάδα παρατηρούν ότι υπάρχει μία μετατόπιση της ξηρασίας από τα ανατολικά προς τα δυτικά με κύριο φραγμό στην κλιματική αλλαγή να αποτελεί η οροσειρά της Πίνδου.

«Στη θερμοκρασία θα προσαρμοστούμε. Εκεί που δεν θα μπορέσουμε να προσαρμοστούμε, είναι το νερό», υπογράμμισε ο κ. Νάστος.

 
 
 
 
 
 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum