| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

 

00:01 - 28/11/22

 

 

Μάλλον λίγο νωρίτερα

 

Θα ξεκινήσουμε με την τελευταία ειδησεογραφία και συγκεκριμένα τις τελευταία δηλώσεις του πρωθυπουργού. Είναι χαρακτηριστικό πως το κλίμα ήδη μυρίζει εκλογές, δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ο οποίος περιηγήθηκε στους κεντρικούς δρόμους της Καλλιθέας μετά την επίσκεψή του στο Αστυνομικό Τμήμα της πόλης και συνομίλησε με κατοίκους και καταστηματάρχες. Σε χαιρετισμό που απηύθυνε σε πολίτες που είχαν συγκεντρωθεί επεσήμανε ότι στην Καλλιθέα είχε την πρώτη του προεκλογική παρουσία ως υποψήφιος βουλευτής, πίσω στο 2003.

 

Λαμβάνοντας τώρα υπόψη αυτές τις δηλώσεις και σε ένα βαθμό με βάση κάποιες πληροφορίες. Θα λέγαμε πως αυξάνονται οι πιθανότητες οι εκλογές να έρθουνε λίγο νωρίτερα από τη λήξη της 4ετίας και τις αρχές καλοκαιριού. Να διεξαχθούνε τον Μάρτιο ή αρχές Απριλίου. Όχι ότι έχει και τόσο μεγάλη σημασία αν οι εκλογές γίνουνε λίγο νωρίτερα. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία πως δεδομένης και της αλλαγής του εκλογικού νόμου, οι επόμενες εκλογές θα έχουνε μεγάλη σημασία, με κινδύνους πολιτικής αστάθειας της χώρας, με ότι αυτό σημαίνει για την ελληνική οικονομία.

 
 

 

Ενδιαφέρον στατιστικό

 

Από την αγορά ενέργειας τώρα, ενδιαφέρον βρήκαμε πως με βάση το μηνιαίο δελτίο ενέργειας του ΑΔΜΗΕ, η συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας τον Οκτώβριο υποχώρησε κατά 9,52% σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2021. Πρόκειται για τον τέταρτο συνεχόμενο μήνα με αρνητικό πρόσημο στην κατανάλωση, η οποία καταγράφει υποχώρηση ήδη από τον περασμένο Ιούλιο. Υπενθυμίζεται ότι τον Σεπτέμβριο είχαμε υποχώρηση της ζήτησης κατά 3,27%, τον Αύγουστο το ποσοστό της μείωσης ήταν 13,17&, ενώ τον Ιούλιο η μείωση διαμορφώθηκε στο 11,78%. Τον Οκτώβριο, η μείωση ξεπερνά τις 300 GWh, καθώς από 3.971 GWh πέρυσι, φέτος η ζήτηση διαμορφώθηκε στις 3.604 GWh. 

 

Σημειώνεται πως η μεγαλύτερη μείωση προέρχεται από το δίκτυο διανομής, δηλαδή από τα νοικοκυριά και τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και βιομηχανίες, και έφτασε το 8,7%. Στις μεγάλες ενεργοβόρες βιομηχανίες της υψηλής τάσης η πτώση έφτασε στο 5,4%. 

 

Μια μείωση που κακά τα ψέματα λέει πολλά για την κατάσταση στην οικονομία και την οικονομικές δυσκολίες, νοικοκυριών αλλά και των επιχειρήσεων. Και μπορεί οι τιμές ρεύματος να έχουνε μειωθεί. Ωστόσο ο πληθωρισμός δημιουργεί συνθήκες ασφυξίας στη χώρα.

 

 

 

Μάλιστα

 

Τώρα για τα παρακάτω στοιχεία, όπως αυτά παρουσιάστηκαν σε σχετικό δημοσίευμα, τι να σχολιάσουμε. Μόνο ένα μεγάλο Μάλιστα μπορούμε να πούμε, σε μια χώρα που πηγαίνει από τη μια κρίση στην άλλη. Τις περισσότερες φορές από δική μας ευθύνη (ελληνική κρίση), αλλά και ατυχία, αφού εκεί που το πράγμα κάπως έστρωνε, ήλθε η πανδημία και τώρα η παγκόσμια κρίση πληθωρισμού, εν μέσω ενεργειακής κρίσης.

 

Περίπου λοιπόν μισή καραντίνα έχει κοστίσει στην ελληνική οικονομία η ακρίβεια από την αρχή του έτους. Ο πρώτος λογαριασμός για την ενεργειακή κρίση έχει αποσταλεί στο υπουργείο Οικονομικών και τα προσωρινά στοιχεία αποτυπώνουν ότι η άνοδος των τιμών κόστισε 5 με 6 δισ. ευρώ, δηλαδή περί το 3% του ΑΕΠ.

 

Το δύσκολο έτος της υγειονομικής κρίσης, όταν δηλαδή επιβλήθηκαν τα πιο αυστηρά μέτρα καραντίνας, η οικονομία για το 2020 κατάγραψε απώλειες κοντά 12,7 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με την ΤτΕ, το οικονομικό κόστος των περιοριστικών μέτρων, σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας, για το σύνολο της οικονομίας το 2020 εκτιμάται σε 7,7% όταν το ΑΕΠ σε πραγματικές τιμές διαμορφώθηκε σε 165,8 δισ. ευρώ.

 

Για τα εισοδήματα οι απώλειες στην αγοραστική δύναμη μπορεί να φτάνουν και τα 300 ευρώ τον μήνα, όπου τα ελληνικά νοικοκυριά βρίσκονται σε διπλό κλοιό τουλάχιστον έως και τα μέσα του 2023. Καλούνται να αντιμετωπίσουν τόσο τον επιτοκιακό κίνδυνο, άρα και τα αυξημένα κόστη για τα δάνειά τους, όσο και τις πιέσεις στο διαθέσιμο εισόδημά τους λόγω του υψηλού πληθωρισμού και των αυξημένων βασικών δαπανών.

 
 

 

Έχουμε αναφερθεί αρκετές φορές στο ζήτημα

 

Έχουμε αρκετές φορές αναφερθεί από αυτήν την στήλη στο πρόβλημα των πάσης φύσεως ελλειμμάτων που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία και τα οποία έχουμε επιστρέψει μετά την πανδημία και την τελευταία κρίση πληθωρισμού.

 

Αρκετά ενδιαφέροντα λοιπόν είναι τα όσα έγραψε η Eurobank σε μια τελευταία της ανάλυση:

 

Σε υψηλά επίπεδα παρέμεινε το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου στο 9μηνο αναφέρει στο σημερινό 7 Ημέρες Οικονομία η Eurobank, η οποία επικαλείται την πρόσφατη δημοσίευση της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), σύμφωνα με την οποία το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ) διαμορφώθηκε στα €10,8 δισεκ. σε τρέχουσες τιμές το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022 σημειώνοντας ετήσια διεύρυνση κατά €4,7 δισεκ. ή 77,7% σε όρους ποσοστιαίας μεταβολής. Για το σύνολο του έτους, η αύξηση του εξωτερικού ελλείμματος ενδέχεται να επιβραδυνθεί λόγω της υψηλής βάσης των τελευταίων μηνών του 2021.

 

Όπως συνέβη και τους προηγούμενους μήνες, το άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στις πληρωμές και τις εισπράξεις της ελληνικής οικονομίας από συναλλαγές με φορείς του εξωτερικού, προήλθε κυρίως από τον τομέα των αγαθών. Συγκεκριμένα, η αύξηση των εισαγωγών αγαθών ξεπέρασε κατά πολύ την ενίσχυση των εξαγωγών αγαθών, όχι μόνο στην κατηγορία των καυσίμων αλλά και σε αυτή των εκτός καυσίμων και πλοίων, με αποτέλεσμα το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών να διευρυνθεί στα €28,1 δισεκ. από €18,0 δισεκ. το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021 (ετήσια αύξηση €10,1 δισεκ. ή 56,2%)

 

 

Την ίδια περίοδο, η άνοδος των εξαγωγών υπηρεσιών ήταν αρκετά μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των εισαγωγών, αυξάνοντας το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών στα €17,2 δισεκ. (ετήσια άνοδος €6,9 δισεκ. ή 67,2%) και αντισταθμίζοντας τη διεύρυνση του ελλείμματος των αγαθών κατά 68,2%. Τέλος, το ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων και το ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων συνεισέφεραν €0,6 δισεκ. και €0,9 δισεκ. αντίστοιχα στην ετήσια αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022.

 

 

Όπως αναφέρει η Eurobank και σε προηγούμενα τεύχη του δελτίου 7 Ημέρες Οικονομία, η διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών πηγάζει από την άνοδο των τιμών των εισαγόμενων ενεργειακών προϊόντων (διαταραχή των ορών εμπορίου) και από την ισχυρή μεταπανδημική ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης (κατανάλωση και επενδύσεις). Από την άλλη πλευρά, η αύξηση του πλεονάσματος των υπηρεσιών προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από το ταξιδιωτικό ισοζύγιο. Οι τουριστικές εισπράξεις τόνωσαν σε σημαντικό βαθμό την εγχώρια παραγωγή υπηρεσιών, αλλά και αγαθών, το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022. Αναλυτικά, διαμορφώθηκαν στα €15,6 δισεκ. από €8,8 δισεκ. το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021, επίπεδο που αντιστοιχεί στο 96,9% των αντίστοιχων εσόδων του 2019.

 

 

Η ανάκαμψη των τουριστικών αφίξεων ήταν ελαφρώς βραδύτερη, με τον αριθμό των ταξιδιωτών, 23,7 εκατ. άτομα, να υπολείπεται κατά 12,1% σε σύγκριση με τα προ πανδημίας επίπεδα. Τέλος, η κατά κεφαλήν τουριστική δαπάνη ανήλθε στα €646,0, ενισχυμένη κατά 10,7% σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα, ωστόσο ήταν μειωμένη κατά 13,1% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η συνεισφορά των τουριστικών εισπράξεων στον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης του 2023 αναμένεται να επιβραδυνθεί λόγω της αναμενόμενης μείωσης της ανάπτυξης (ή ακόμα και βραχυχρόνιας ύφεσης) σημαντικών εμπορικών εταίρων της ελληνικής οικονομίας, όπως της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ και η εκτιμώμενη υψηλή βάση του 2022 παράλληλα με την επιβράδυνση της μεταπανδημικής ορμής για κατανάλωση υπηρεσιών θα συνεισφέρουν προς αυτή την κατεύθυνση.

 
 

 

Ρωσία

 

Αρκετές φορές έχουμε αναφερθεί στον πόλεμο στην Ουκρανία, με τις ολέθριες όπως έχουμε σχολιάσει επιπτώσεις στην ρωσική οικονομία και τη Ρωσία συνολικά, έχοντας χαρακτηριστικά γράψει πως ο Β. Πούτιν ως ηγέτης της χώρας για πάνω από 20 χρόνια, δεν έχει το παραμικρό να επιδείξει σε αυτό που λέμε πρόοδος – ανάπτυξη μιας χώρας.

 

Αξίζει κανείς να διαβάσει τα όσα έγραψε ο πάντα σοβαρός κ. Αθ. Χ. Παπανδρόπουλος σε ένα από τα τελευταία του άρθρα:

 

Γιατί ο Κινέζος δικτάτορας ομόλογός του τον αντιμετωπίζει με καχυποψία; Γιατί έξι Ρώσοι ολιγάρχες μέσα σ’ ένα οκτάμηνο πέθαναν «μυστηριωδώς»;

 

Όποιος θέλει να βρει τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα θα πρέπει να μελετήσει την πορεία της ρωσικής οικονομίας τα 15 τελευταία χρόνια. Θα πρέπει πολύ σχολαστικά να αναζητήσει τις αρθρώσεις του συστήματος Πούτιν στην οικονομία και την πολιτική και να δει πόσο βάθος έχει.

 

Δυστυχώς, για τους Ρώσους πολίτες, αυτό δεν συμβαίνει σήμερα. Αντίθετα, στη Δύση, δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι η ρωσική οικονομία τα πάει μια χαρά και κατηγορούν τις δυτικές χώρες για τις κυρώσεις που έχουν υιοθετήσει και σε κάποιο βαθμό επιβάλλει.

 

Είναι γεγονός ότι, βραχυπρόθεσμα, η μείωση των εισαγωγών στη Ρωσία ενισχύει το ρούβλι και ως έναν βαθμό ευνοεί την εσωτερική παραγωγή. Σε πρώτη φάση έτσι, το καθεστώς Πούτιν μπορεί να παρουσιάζει άνοδο του ΑΕΠ και να ειρωνεύεται τη Δύση. Παραλείπουν όμως οι σχολιαστές να μας πουν σε ποιους τομείς αυξάνεται η ρωσική παραγωγή και υπό ποιες συνθήκες.

 

Στο επίπεδο αυτό, τα πράγματα δυσκολεύουν. Για έναν πρώτο και πολύ απλό λόγο. Στην πουτινοκρατία, οι επιχειρήσεις δεν έχουν κανένα περιθώριο ελεύθερης λήψης αποφάσεων. Τελούν υπό μαφιόζικου τύπου προστασία και στην ουσία είναι υπό τον έλεγχο του Κρεμλίνου.

 

Κατά τον Ρώσο καθηγητή Οικονομίας και μαθηματικό Κονσταντίν Σόνιν, επίσης συνεργάτη της επιθεώρησης «Foreign Affairs», οι οικονομικές κυρώσεις μπορεί να μην έχουν θεαματικά αποτελέσματα, όπως έχει για παράδειγμα ένα γκολ σε ποδοσφαιρικό αγώνα, πλην όμως μεσο-μακροπρόθεσμα προκαλούν ισχυρές ζημιές στη ρωσική οικονομία.

 

Ο περιορισμός της πρόσβασης της Ρωσίας στη μικροηλεκτρονική, τα τσιπ, και τους ημιαγωγούς κατέστησε σχεδόν αδύνατη την παραγωγή αυτοκινήτων και αεροσκαφών. Από τον Μάρτιο έως τον Αύγουστο, η ρωσική κατασκευή αυτοκινήτων μειώθηκε κατά ένα εκπληκτικό ποσοστό 90%, ενώ η πτώση στην παραγωγή αεροσκαφών ήταν παρόμοια. Το ίδιο ισχύει και για την παραγωγή όπλων, η οποία όπως είναι λογικό αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα για την κυβέρνηση. Οι προσδοκίες ότι οι νέες εμπορικές διαδρομές μέσω Κίνας, Τουρκίας και άλλων χωρών που δεν συμμετέχουν στο καθεστώς κυρώσεων θα αντιστάθμιζαν την απώλεια των δυτικών εισαγωγών αποδείχθηκαν λανθασμένες. Το ασυνήθιστα ισχυρό ρούβλι είναι ένα μήνυμα ότι τα κανάλια εισαγωγών από την πίσω πόρτα δεν λειτουργούν. Εάν οι εισαγωγές έρχονταν στη Ρωσία μέσω κρυφών καναλιών, οι εισαγωγείς θα αγόραζαν δολάρια, στέλνοντας το ρούβλι προς τα κάτω. Χωρίς αυτές τις κρίσιμες εισαγωγές, η μακροπρόθεσμη υγεία της βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας της Ρωσίας θα είναι τραγική.

 

Ακόμη πιο σημαντικό από τις δυτικές τεχνολογικές κυρώσεις είναι το γεγονός ότι η Ρωσία εισέρχεται αδιαμφισβήτητα σε μια περίοδο κατά την οποία η πουτινική παρεοκρατία παγιώνει την εξουσία της στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό προετοιμαζόταν εδώ και πολύ καιρό.

 

Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, που έπληξε τη Ρωσία περισσότερο από κάθε άλλη χώρα της G20, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ουσιαστικά εθνικοποίησε μεγάλες επιχειρήσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τις έθεσε υπό άμεσο κυβερνητικό έλεγχο - σε άλλες περιπτώσεις, τις έθεσε υπό την εποπτεία των κρατικών τραπεζών. Για να παραμείνουν υπό την εύνοια της κυβέρνησης, οι εταιρείες αυτές αναμένεται να διατηρούν πλεόνασμα εργαζομένων στις μισθοδοσίες τους. Ακόμη και στις επιχειρήσεις που παρέμειναν ιδιωτικές, στην ουσία απαγορεύτηκε να απολύουν υπαλλήλους.

 

Αυτό παρείχε οικονομική ασφάλεια στον ρωσικό λαό - τουλάχιστον προς το παρόν - και αυτή η σταθερότητα αποτελεί κρίσιμο μέρος του συμβολαίου του Πούτιν με τους ψηφοφόρους του. Αλλά μια οικονομία στην οποία οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να εκσυγχρονιστούν, να αναδιαρθρωθούν, και να απολύσουν υπαλλήλους για να αυξήσουν τα κέρδη τους θα παραμείνει στάσιμη. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι η αύξηση του ΑΕΠ της Ρωσίας από το 2009 έως το 2021 ήταν κατά μέσο όρο 0,8% ετησίως χαμηλότερη από την περίοδο των δεκαετιών του 1970 και του 1980 που προηγήθηκε της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης.

 

Ακόμη και πριν από τον πόλεμο, οι ρωσικές επιχειρήσεις αντιμετώπιζαν ρυθμίσεις που τους αποστερούσαν επενδύσεις. Οι προηγμένες βιομηχανίες, όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, και οι επικοινωνίες -δηλαδή εκείνες που θα επωφελούνταν περισσότερο από την ξένη τεχνολογία και τις ξένες επενδύσεις- αντιμετώπιζαν τους μεγαλύτερους περιορισμούς.

 

Για να επιβιώσουν, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνταν σ’ αυτό τον χώρο ήταν αναγκασμένες να διατηρούν στενούς δεσμούς με κυβερνητικούς αξιωματούχους και γραφειοκράτες. Σε αντάλλαγμα, οι κυβερνητικοί προστάτες εξασφάλιζαν ότι οι επιχειρήσεις αυτές δεν αντιμετώπιζαν ανταγωνισμό. Έθεσαν εκτός νόμου τις ξένες επενδύσεις, ψήφισαν νόμους που επιβάρυναν τους ξένους που δραστηριοποιούνταν στη Ρωσία, και ξεκίνησαν έρευνες εναντίον εταιρειών που λειτουργούσαν χωρίς κυβερνητική προστασία. Το αποτέλεσμα ήταν ότι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, στρατηγοί και υψηλόβαθμοι γραφειοκράτες -πολλοί απ’ αυτούς φίλοι του Πούτιν - έγιναν πολυεκατομμυριούχοι. Το βιοτικό επίπεδο των απλών Ρώσων, αντίθετα, δεν βελτιώθηκε την τελευταία δεκαετία.

 

Από την έναρξη του πολέμου, η κυβέρνηση έχει σφίξει ακόμη περισσότερο τον έλεγχό της στον ιδιωτικό τομέα. Ξεκινώντας από τον Μάρτιο, το Κρεμλίνο έθεσε σε εφαρμογή νόμους και κανονισμούς που δίνουν στην κυβέρνηση το δικαίωμα να κλείνει επιχειρήσεις, να υπαγορεύει αποφάσεις για την παραγωγή και να καθορίζει τις τιμές των βιομηχανικών προϊόντων. Η μαζική επιστράτευση των νεοσύλλεκτων στρατιωτικών που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο παρέχει στον Πούτιν ακόμη ένα όπλο για να ασκήσει πίεση στις ρωσικές επιχειρήσεις, διότι για να διατηρήσουν το εργατικό τους δυναμικό, οι ηγέτες των εταιρειών θα πρέπει να διαπραγματευτούν με κυβερνητικούς αξιωματούχους ώστε να διασφαλίσουν ότι οι υπάλληλοί τους θα εξαιρεθούν από την επιστράτευση.

 

Μέσα σ’ αυτό το αποπνικτικό πλαίσιο για μια οικονομία και μια κοινωνία, το μέλλον της ρωσικής οικονομίας είναι άδηλο. Για να αναπτυχθεί η μετά-την-Ουκρανία Ρωσία, θα χρειαστεί όχι μόνο σημαντικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις, αλλά και το είδος του νέου ξεκινήματος που έκανε η Ρωσία το 1991.

 

Η κατάρρευση του σοβιετικού κράτους κατέστησε τους θεσμούς εκείνης της εποχής άσχετους. Ακολούθησε μια μακρά και επώδυνη διαδικασία οικοδόμησης νέων θεσμών, αύξησης της κρατικής ικανότητας και μείωσης της διαφθοράς - μέχρι που ο Πούτιν ήρθε στην εξουσία και τελικά διέλυσε τους θεσμούς της αγοράς και έχτισε το δικό του σύστημα πατρονίας.

 

Το μάθημα είναι ζοφερό: η Ρωσία και ο λαός της πάνε πολύ πίσω.

 
 
 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2022 Greek Finance Forum