| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

00:01 - 28/11/24

Έμμεσοι φόροι

H Ελλάδα ρίχνει το ποσοστό των φόρων ως προς το ΑΕΠ και «πιάνει» τον μέσο όρο της Ευρωζώνης αλλά ανεβάζει τον βαθμό εξάρτησης από τους έμμεσους φόρους και ειδικά από τον ΦΠΑ. Εξακολουθεί δε να εφαρμόζει εντελώς διαφορετικό «μείγμα» φορολόγησης των πολιτών της σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, επιμένοντας να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο κομμάτι των δημοσίων εσόδων από τον ΦΠΑ και όχι από τον φόρο εισοδήματος που –θεωρητικά τουλάχιστον– έχει το πλεονέκτημα της μεγαλύτερης αναλογικότητας άρα και της μεγαλύτερης κοινωνικής δικαιοσύνης. Μάλιστα με την πάροδο των ετών, η… βαρύτητα των έμμεσων φόρων στο συνολικό μείγμα αναμένεται να γίνει ακόμη μεγαλύτερη καθώς η κυβέρνηση καθιστά από τώρα σαφές διά του υπουργού Οικονομικών ότι ο όποιος δημοσιονομικός χώρος προκύψει μέχρι το 2027 από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, θα χρησιμοποιηθεί για τη μείωση της άμεσης φορολογίας ώστε το όφελος να φανεί άμεσα στις τσέπες των φορολογουμένων.

Όπως σημειώνονταν σε πρόσφατο ρεπορτάζ της Καθημερινής, οι φόροι στα προϊόντα –και εδώ ανήκουν ο ΦΠΑ και οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης– αποδίδουν το 14,3% του ΑΕΠ στην Ελλάδα, περίπου τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Το ποσοστό αυτό έχει παραμείνει ουσιαστικά αμετάβλητο σε σχέση με το 2019, παρά το γεγονός ότι ο παρονομαστής του κλάσματος (δηλαδή το ΑΕΠ) έχει αυξηθεί σημαντικά. Το ίδιο όμως έχει συμβεί και με τον αριθμητή καθώς η αύξηση των τιμών σε περιβάλλον πολύ υψηλών συντελεστών αλλά και η έκρηξη των ηλεκτρονικών πληρωμών σε συνδυασμό με τα μέτρα καταπολέμησης της φοροδιαφυγής έχουν φέρει πολλά επιπλέον δισ. ευρώ στα ταμεία από τους φόρους στα προϊόντα. Το 14,3% είναι το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη καθώς μόνο η Κροατία και η Ουγγαρία έχουν καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με την ελληνική.

Η Eurostat έχει μετρήσει εισπράξεις άνω των 32,2 δισ. ευρώ έναντι 26,6 δισ. ευρώ το 2019. Μόνο τα έσοδα από τον ΦΠΑ αντιστοιχούν στο 8,8% του ΑΕΠ έναντι 6,9% που είναι ο αντίστοιχος μέσος όρος για τις χώρες της Ευρωζώνης. Το ποσοστό δεν έχει ανέβει αισθητά στην Ελλάδα (σ.σ. ήταν 8,3% το 2019 και 7,7% το 2020) αλλά αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι καταγράφεται σημαντικός ρυθμός ανάπτυξης από το 2019 και μετά, και φυσικά στο ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να εμφανίζει σημαντικό «κενό» στις εισπράξεις λόγω φοροδιαφυγής παρά τη σημαντική βελτίωση των τελευταίων ετών. H Ελλάδα κατατάσσεται 11η με βάση τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat όσον αφορά την αναλογία των εσόδων από ΦΠΑ προς το ΑΕΠ. Πλέον η Ελλάδα περιμένει από τον ΦΠΑ πάνω από το 21,6% των συνολικών φορολογικών εσόδων, ενώ το ποσοστό ανεβαίνει συνεχώς καθώς ήταν κάτω από 20% μέχρι το 2019.

Οι φόροι στο εισόδημα εξακολουθούν να αποδίδουν πολύ λιγότερο –πάντοτε αναλογικά με το ΑΕΠ– σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Το ποσοστό αυξήθηκε μεν από το 8,1% το 2019 στο 9,3% το 2023, αλλά ο μέσος όρος της Ευρωζώνης είναι στο 12,8%. Αυτό το 9,3% είναι το 11ο χαμηλότερο ποσοστό σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι βόρειες χώρες που χρηματοδοτούν τις κοινωνικές πολιτικές τους κυρίως μέσω των άμεσων και αναλογικών ως προς το εισόδημα φόρων, φτάνουν τα αντίστοιχα ποσοστά σε πολύ υψηλά επίπεδα άνω του 16%-17%. Ξεχωρίζουν, για παράδειγμα, η Δανία με το 28,7%, η Νορβηγία με το 21,4% και η Ισλανδία με το 19%. Αν αναλυθεί ακόμη περισσότερο ο συγκεκριμένος δείκτης, προκύπτει ότι ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων στην Ελλάδα αποδίδει φόρους ίσους με το 5,9% του ΑΕΠ, ποσοστό ανάλογο με αυτό του 2019. Είναι ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά της Ευρώπης και λιγότερο από μισό συγκριτικά με χώρες όπως η Ιταλία, το Βέλγιο, η Φινλανδία και η Σουηδία.

Προφανώς παίζει καθοριστικό ρόλο η μείωση των εισοδημάτων καθώς είμαστε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που έχει χαμηλότερο μέσο μισθό συγκριτικά με τα προ 15ετίας επίπεδα. Ωστόσο εξίσου σημαντικό ρόλο παίζει και η εκτεταμένη φοροδιαφυγή στον χώρο του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. Οσον αφορά τις ασφαλιστικές εισφορές, το ποσοστό διαμορφώνεται στο 13% ακολουθώντας πτωτική τάση και λόγω της μείωσης των συντελεστών υπολογισμού.

 

 
 

Δημογραφικό

Προ των πυλών βρίσκεται η «βόμβα» του δημογραφικού για τις συντάξεις, με την κυβέρνηση να παραπέμπει για τα τέλη του 2026 ενδεχόμενη αύξηση στα γενικά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης από 1/1/2027.

Μία από τις σημαντικές επιπτώσεις στο ασφαλιστικό σύστημα που επιφέρει το δημογραφικό πρόβλημα είναι η αναλογία συνταξιούχων – ασφαλισμένων, η οποία σήμερα είναι 1 προς 1,66. Σε 15 χρόνια, αναμένεται να υποχωρήσει στο 1,25.

Συνεχώς αναφερόμενοι στη σοβαρότητα του δημογραφικού προβλήματος. Όπως έγραφαν Τα Νέα. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ σήμερα για κάθε 100 συνταξιούχους υπάρχουν 166 ασφαλισμένοι να τους συντηρούν με τις εισφορές τους, το 2040 σε κάθε 100 συνταξιούχους θα αναλογούν μόνο 125 ασφαλισμένοι για την πληρωμή των συντάξεών τους.

Ήδη καταγράφεται κύμα φυγής στη σύνταξη ενόψει των αλλαγών που ενδέχεται να ισχύσουν το 2027

Μελέτες διεθνών οργανισμών, όπως της Eurostat, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΟΟΣΑ, θέτουν την κυβέρνηση σε κατάσταση κόκκινου συναγερμού λόγω του δημογραφικού προβλήματος.

Οι μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης θα αυξηθούν, καθώς από το 2027 θα συνδεθούν με το προσδόκιμο ζωής και θα αυξάνονται ανά τρία χρόνια, εφόσον το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται μετά το 65ο έτος. Το προσδόκιμο ζωής στα 65 για τους άνδρες προβλέπεται να αυξηθεί από 18,7 έτη το 2022 σε 23,9 έτη το 2070, ενώ για τις γυναίκες από 21,7 έτη σε 26,7 έτη αντίστοιχα.

Συντάξεις και αιτήσεις

Ηδη καταγράφεται κύμα φυγής στη σύνταξη ενόψει των αλλαγών που ενδέχεται να ισχύσουν το 2027 με την αύξηση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης. Τα τελευταία στοιχεία του ΕΦΚΑ δείχνουν ότι τον Ιούλιο υποβλήθηκαν 18.216 νέες αιτήσεις συνταξιοδότησης, ενώ στο επτάμηνο (Ιανουάριος – Ιούλιος 2024) οι αιτήσεις έφτασαν τις 117.650.

Η πορεία των αιτήσεων για τις συντάξεις ακολουθεί αυξητικό ρυθμό και η εκτίμηση που προκύπτει από τις 117.650 αιτήσεις του επταμήνου είναι ότι ως το τέλος του 2024 θα ξεπεράσουν τις 200.000. Το αντίστοιχο επτάμηνο του 2023 είχαν υποβληθεί 111.264 αιτήσεις, εκ των οποίων 16.413 τον Ιούλιο, ενώ για όλο το 2023 είχαν υποβληθεί 190.368 αιτήσεις για συντάξεις λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου.

Τονίζεται ότι μέσα στο 2026 οι ηλικίες «εξόδου» στη σύνταξη θα αξιολογηθούν εκ νέου και, αν ο «αλγόριθμος» που συνδέει το προσδόκιμο ζωής μετά τα 65 με τα όρια ηλικίας δείξει ότι πρέπει να γίνουν αλλαγές, τότε από το 2027 οι ηλικίες συνταξιοδότησης θα αλλάξουν.

Οι ασφαλισμένοι θα μπορούν να συνταξιοδοτηθούν στα 62 με 40 χρόνια ασφάλισης ή στα 67 με τουλάχιστον 15 χρόνια ασφάλισης έως το 2026. Από το 2027 δεν είναι βέβαιο αν θα διατηρηθούν τα ίδια όρια ή αν θα αυξηθούν ακολουθώντας το προσδόκιμο ζωής, εφόσον αυτό αυξηθεί.

Οι αλλαγές στα όρια ηλικίας θα είναι αυτόματες, καθώς σχετική διάταξη που έχει ψηφιστεί από το 2010 με τον ασφαλιστικό νόμο 3863 προβλέπει ότι η ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξάνεται εφόσον αυξάνεται και το προσδόκιμο ζωής μετά το 65ο έτος.

Μέχρι σήμερα δεν χρειάστηκε να γίνει καμία αλλαγή, αφενός γιατί τα όρια ηλικίας ανήλθαν στα 62 και 67 (από 60 και 65) και αφετέρου διότι, λόγω της πανδημίας, το προσδόκιμο ζωής δεν αυξήθηκε, οπότε δεν έγινε καμία περαιτέρω προσαρμογή των ορίων ηλικίας.

Τι δείχνουν οι αριθμοί

Τα επίσημα στοιχεία διεθνών οργανισμών είναι αποκαλυπτικά :

1. Ο πληθυσμός της Ελλάδας προβλέπεται ότι θα συνεχίσει να μειώνεται και από 10,438 εκατομμύρια το 2022 θα υποχωρήσει σε 7,777 εκατομμύρια το 2070.

2. Ο δείκτης εξάρτησης των ηλικιωμένων (αναλογία των ηλικιωμένων ατόμων 65 ετών και άνω), σε σχέση με τον παραγωγικό πληθυσμό 15-64 ετών), αυξάνεται από 39% το 2022 στο 74,4% το 2050, ενώ υποχωρεί στο 66% το 2070, παραμένοντας σε υψηλότερο επίπεδο από το σημερινό.

3. Στο διάστημα 2030-2050, οι συνταξιοδοτικές δαπάνες θα αυξηθούν από 12,7% του ΑΕΠ το 2030 σε 14% του ΑΕΠ το 2050, κυρίως λόγω του αυξανόμενου αριθμού συνταξιούχων. Από το 2050 και μετά, όμως, η συνταξιοδοτική δαπάνη θα μειώνεται σταδιακά, καθώς ο αριθμός των συνταξιούχων θα βαίνει μειούμενος λόγω της μείωσης του πληθυσμού.

4. Εως το 2040, οι ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών θα αποτελούν το 60,6% του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας (20 έως 64 ετών), ενώ το 2050 θα φτάσουν το 74,4%, σε σχέση με το 39% σήμερα. Οσο υψηλότερος και μεγαλύτερος ηλικιακά είναι ο δείκτης γήρανσης του πληθυσμού, τόσο μεγαλύτερη είναι η πίεση που ασκεί το δημογραφικό στο ασφαλιστικό σύστημα, καθώς απαιτούνται περισσότεροι νέοι για τη συντήρηση των γηραιότερων.

 

 

Ενεργειακή φτώχια

 

Πάμε τώρα σε μια ενδιαφέρουσα έκθεση …. Η ενεργειακή κρίση του 2022 οδήγησε στην όξυνση της ενεργειακής φτώχειας στην Ελλάδα, δηλαδή στην ανεπαρκή πρόσβαση των νοικοκυριών σε βασικές υπηρεσίες, όπως είναι η θέρμανση και ο κλιματισμός. 

 

Σύμφωνα με ανάλυση του ΚΕΠΕ, το ποσοστό των νοικοκυριών με οικονομική αδυναμία για ικανοποιητική θέρμανση τον χειμώνα αυξήθηκε στο 19,2% το 2022, ενώ στα φτωχά νοικοκυριά άγγιξε το 39,7%. 

 

Στη Δυτική Ελλάδα το πιο έντονο πρόβλημα

 

Εκτός όμως από τη γενικότερη εικόνα της ενεργειακής φτώχειας των ελληνικών νοικοκυριών, κυρίως των φτωχών, σε επίπεδο χώρας, ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ανάλυση του φαινομένου σε περιφερειακό επίπεδο. 

 

Στο σύνολο των νοικοκυριών, την ίδια περίοδο, η περιφέρεια που παρουσιάζει το υψηλότερο ποσοστό με οικονομική αδυναμία για ικανοποιητική θέρμανση τον χειμώνα είναι της Δυτικής Ελλάδας (30,3%) και ακολουθούν οι περιφέρειες Πελοποννήσου και Αττικής, ενώ στα φτωχά νοικοκυριά η περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας φτάνει στο 58,9% και ακολουθούν οι περιφέρειες Νοτίου Αιγαίου, Στερεάς Ελλάδας, Δυτικής Μακεδονίας, Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας. 

 

                                           

 

Μεγαλύτερη επιδείνωση στην Αττική

 

Όσον αφορά τη μεταβολή του ποσοστού στην περίοδο 2018-2022, τη μεγαλύτερη επιδείνωση στο σύνολο των νοικοκυριών παρουσιάζουν οι περιφέρειες Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας, ενώ στα φτωχά νοικοκυριά οι περιφέρειες Στερεάς Ελλάδας και Νοτίου Αιγαίου. 

 

Για την περίοδο 2020-2021, όταν ξεκίνησε η ενεργειακή κρίση τα νοικοκυριά της περιφέρειας Ιονίων Νήσων επλήγησαν σημαντικά στην ικανότητα θέρμανσης τον χειμώνα, όταν ο υπό εξέταση δείκτης αυξήθηκε κατά 14,4 ποσοστιαίες μονάδες. 

 

Ωστόσο στα φτωχά νοικοκυριά, οι περιφέρειες στις οποίες η κατάσταση επιδεινώθηκε σημαντικά είναι πολύ περισσότερες. Τη μεγαλύτερη επίπτωση αντιμετώπισαν τα νοικοκυριά της Δυτικής Μακεδονίας (26,9%) με επόμενες τις περιφέρειες Νοτίου και Βορείου Αιγαίου και Ιονίων Νήσων. 

 

                                              

 

Χρειάζεται ολοκληρωμένη στρατηγική

 

«Μέχρι σήμερα, σημαντικό μέρος των προσπαθειών διαχείρισης του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας εστιάζει σε πολιτικές επιδοματικού χαρακτήρα που συμβάλλουν κυρίως στη βραχυπρόθεσμη ανακούφιση των ευάλωτων νοικοκυριών και όχι στην εξάλειψη του προβλήματος. 

 

Ταυτόχρονα, δαπανώνται δημόσιοι πόροι που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν αποδοτικότερα για την επίτευξη μακροχρόνιων αποτελεσμάτων», αναφέρει το ΚΕΠΕ.

 

Η πρόσφατη, ξαφνική και έντονη άνοδος της εγχώριας χονδρεμπορικής τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας τον Νοέμβριο δείχνει πόσο ευάλωτος είναι ο ενεργειακός τομέας της χώρας μας απέναντι σε διεθνείς μεταβολές και γίνεται κατανοητό ότι παρόμοιες καταστάσεις μπορεί  να οδηγούν συχνά σε έκτακτη επιβάρυνση του ενεργειακού κόστους για τα νοικοκυριά. 

 

«Συνεπώς η αντιμετώπιση του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε εφήμερα μέτρα ανακούφισης των ευάλωτων καταναλωτών, αλλά είναι απαραίτητη η στροφή των δημόσιων πολιτικών προς μια ολοκληρωμένη μακροπρόθεσμη στρατηγική, η οποία θα είναι ενταγμένη στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και προστασίας των καταναλωτών, και θα βασίζεται τόσο σε κοινωνικές, όσο και σε περιβαλλοντικές και ενεργειακές πολιτικές. 

 

Υπό αυτό το πρίσμα, η στρατηγική στόχευση θα πρέπει να εστιάζει από τη μια πλευρά στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και από την άλλη, σε δομικές αλλαγές που θα στοχεύουν στην ενεργειακή αναβάθμιση της οικονομίας (συμπεριλαμβανομένου του κτιριακού αποθέματος της χώρας) και την ενίσχυση και αναβάθμιση των ενεργειακών υποδομών (δίκτυα, διασυνδέσεις, αποθήκευση κλπ.), καθώς και την ενεργειακή συμπεριφορά των καταναλωτών (ενημέρωση και εκπαίδευση, εργαλεία ορθής διαχείρισης της κατανάλωσης, εξοικονόμηση, αυτοπαραγωγή ΑΠΕ, συμμετοχή σε ενεργειακούς συνεταιρισμούς κλπ.)», καταλήγει η ανάλυση του ΚΕΠΕ. 

 

Συμφωνούμε απόλυτα

Πάρα πολύ συχνά αναφερόμαστε στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, έχοντας χαρακτηριστικά πει πως μαζί με το δημογραφικό είναι ενδεχομένως τα δύο πιο σοβαρά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας μακροπρόθεσμα. Σύμφωνα λοιπόν απόλυτα με τα όσα διαβάσαμε στο παρακάτω άρθρο του in.gr για τη σοβαρότητα του προβληματικού προβλήματος διεθνώς. Συγκεκριμένα, o αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής στην οικονομία μπορεί να είναι χειρότερος από τον αναμενόμεν.

Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην οικονομία θα μπορούσαν να είναι δύο έως και τέσσερις φορές μεγαλύτερες από ό,τι είχε εκτιμηθεί προηγουμένως, διαπίστωσε το NGFS (Network for Greening the Financial System – συκροτείται από κεντρικές τράπεζες και εποπτικές αρχές διαφόρων χωρών, με στόχο την οικολογικοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος) στα επικαιροποιημένα σενάριά του για την κλιματική αλλαγή.

Στο πέμπτο μακροοικονομικό σενάριο αξιολόγησης του κλιματικού κινδύνου, το NGFS σημειώνει ότι η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα μπορούσε να επιβραδυνθεί κατά 30% έως το 2100 λόγω της κλιματικής αλλαγής. Επικαιροποίησε τις μεθοδολογίες μοντελοποίησης κινδύνου για να συμπεριλάβει μια νέα συνάρτηση ζημίας που, όπως λέει, αποτυπώνει καλύτερα τις οικονομικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Τα σενάρια δείχνουν η μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία καθίσταται πιο δύσκολη, δήλωσε ο Livio Stracca, πρόεδρος της ανάλυσης σεναρίων και σχεδιασμού στο NGFS και αναπληρωτής γενικός διευθυντής χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

«Η έλλειψη πολιτικής φιλοδοξίας δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο – το αυξανόμενο κόστος των πολιτικών μετριασμού περιπλέκει την εφαρμογή τους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται περαιτέρω αμείωτες εκπομπές αερίων, κλιματική ζημία και, ως εκ τούτου, να απαιτούνται πιο φιλόδοξες μελλοντικές πολιτικές. Ως εκ τούτου, αυτό αυξάνει περαιτέρω τις οικονομικές απώλειες που απορρέουν από την αύξηση της θερμοκρασίας του κλίματος», επισήμανε.

Τα κλιματικά σενάρια του NGFS χρησιμοποιούνται συχνά από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τις ρυθμιστικές αρχές και τους επενδυτές για την αξιολόγηση του κινδύνου της κλιματικής αλλαγής στην παγκόσμια οικονομία.

Η έκθεση δόθηκε στη δημοσιότητα καθώς οι καταστροφικές πλημμύρες στις ΗΠΑ και την Ισπανία κόστισαν σε επιχειρήσεις απώλειες δεκάδων δισεκατομμυρίων. Εν τω μεταξύ, το 2024 είναι σε… καλό δρόμο για να είναι το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί ποτέ, αφού το ρεκόρ έσπασε το 2023.

Αυτά τα ανησυχητικά σενάρια βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην έρευνα μιας κοινής μελέτης κλιματολόγων που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο, σύμφωνα με την οποία η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να αυξήσει τον πληθωρισμό των τροφίμων έως και 4% σε ορισμένα μέρη του κόσμου μέχρι το 2060.

Δεν προβλέπει παγκόσμια οικονομικά ύφεση

Αν και οι νέες προβλέψεις είναι υψηλότερες από εκείνες των προηγούμενων σεναρίων του, το NGFS δήλωσε ότι δεν προβλέπει παγκόσμια οικονομική ύφεση, ακόμη και στα χειρότερα σενάρια. Δεν θα υπάρξει ξαφνικό σοκ, αλλά αντίθετα μια σταδιακή μείωση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης.

«Αυτές οι απώλειες 30% δεν πρέπει να συγκριθούν με το σημερινό ΑΕΠ, αλλά έναντι μιας βασικής πρόβλεψης που υποθέτει ότι δεν υπάρχει κλιματική αλλαγή», αναφέρει το επεξηγηματικό έγγραφο του NGFS.

Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί λένε πως τα σενάρια του NGFS υπονομεύουν τον αντίκτυπο που είναι πιθανό να έχει η κλιματική αλλαγή, καθώς δεν εξετάζουν τα σημεία καμπής – καταρρεύσεις σε ένα κρίσιμο όριο που θα έχουν καταστροφικές συνέπειες για τον πλανήτη.

Ο Steve Keen, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Kingston του Λονδίνου, τόνισε πως τα σενάρια του NGFS είναι παραπλανητικά και δίνουν «μια λανθασμένη αίσθηση ακρίβειας». Όπως εξήγησε, «αυτές οι προβλέψεις απέχουν τόσο πολύ από αυτά που λέει η κλιματική επιστήμη, ώστε αποτελούν δικαιολογία για τους πολιτικούς να μην… κάνουν τίποτα!».

Σύμφωνα με τον Keen, αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι τα σενάρια εξετάζουν ιστορικά δεδομένα και δεν λαμβάνουν υπόψη το απρόβλεπτο της κλιματικής αλλαγής.

Το παγόβουνο του Τιτανικού, το βλέπουν για… παγάκι, λένε οι επικριτές

«Είναι σαν το παγόβουνο που χτύπησε ο Τιτανικός να ήταν στην πραγματικότητα ένα παγάκι που έπεσε από ένα προηγούμενο πλοίο και μπορεί να το επιβράδυνε μερικά μέτρα ανά δευτερόλεπτο, όταν στην πραγματικότητα πρόκειται να βυθίσει ένα πλοίο», τόνισε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι οι προβλέψεις τους «είναι ασήμαντες», καθώς θα ισοδυναμούσαν μόνο με μια μικρή επιβράδυνση του ΑΕΠ.

«Εξακολουθούν να υποθέτουν ότι μπορούμε να συνεχίσουμε να αναπτυσσόμαστε, παρά τους τρεις βαθμούς υπερθέρμανσης του πλανήτη ενώ, σύμφωνα με τους επιστήμονες, αυτό είναι καταστροφικό», προειδοποίησε.

Αντ’ αυτού, ο Keen συνιστά στις ρυθμιστικές αρχές να συνεργαστούν με τους επιστήμονες του κλίματος και να μάθουν περισσότερα για τα παγκόσμια σημεία καμπής ή να λάβουν υπόψη τους, στα μοντέλα τους, παράγοντες όπως το εμπόριο, το οποίο πιθανότατα θα αλλάξει λόγω των αλλαγών στον καιρό.

Ο Thierry Philipponnat, επικεφαλής οικονομολόγος στο μη κερδοσκοπικό Finance Watch, δήλωσε πως, ενώ εκτιμά τη διαφάνεια και την ηγεσία του NGFS, πρέπει ακόμη να ληφθεί υπόψη η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και άλλοι κίνδυνοι, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής «έχουν σαφή εικόνα του κόστους της κλιματικής αδράνειας» στην παγκόσμια οικονομία.

Ο Mark Campanale, ιδρυτής και διευθυντής της Carbon Tracker, δήλωσε ότι το NGFS είναι «ακόμα πίσω από την καμπύλη» όσον αφορά την εκτίμηση του κόστους της κλιματικής αλλαγής.

«Αν το NGFS δεν κάνει περισσότερα για να προειδοποιήσει τις κυβερνήσεις και τις χρηματοπιστωτικές αγορές για αυτούς τους αυξανόμενους κινδύνους για την οικονομία, η πιθανότητα μιας καταστροφικής για τον πλούτο «στιγμής Μίνσκι» θα συνεχίσει να αυξάνεται», δήλωσε.

Greenpeace: Στην COP29 αποφάσεις για χρηματοδότηση της κλιματικής δράσης

Εν τω μεταξύ, στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή COP29, που ξεκίνησε στο Μπακού (11-22 Νοεμβρίου), σύμφωνα με την Greenpeace, οι ηγέτες των χωρών οφείλουν να ανταποκριθούν με τόλμη σε ένα ακόμη έτος με θερμοκρασίες ρεκόρ, αμέτρητα ακραία καιρικά φαινόμενα και αύξηση των εκπομπών αερίων.

Και κυρίως, όπως τονίζει, οφείλουν να συμφωνήσουν σε έναν «ισχυρό νέο χρηματοδοτικό στόχο για τη στήριξη της απελπιστικά αναγκαίας δράσης για το κλίμα στις αναπτυσσόμενες χώρες».

Ο Jasper Inventor, επικεφαλής της αντιπροσωπείας της διεθνούς Greenpeace στην COP29, υπογράμμισε πως «η πραγματικότητα ξεπερνά τις προβλέψεις – από την εκτόξευση των εκπομπών μέχρι την άνοδο της θερμοκρασίας και την επιδείνωση των επιπτώσεων – έχουμε φτάσει σε ένα σημείο καμπής. Για πάρα πολύ καιρό, οι απαιτήσεις της επιστήμης για ταχεία και τολμηρή δράση αντιμετωπίζονταν με δυσανάλογα ήπιες αντιδράσεις από πάρα πολλούς παγκόσμιους ηγέτες. Αυτό πρέπει να αλλάξει!».

Τι ζητά από την COP29 η Greenpeace

Η Greenpeaceν ζητά έναν φιλόδοξο χρηματοδοτικό στόχο, τον Νέο Συλλογικό Ποσοτικοποιημένο Στόχο (NCQG), ο οποίος δεσμεύεται για σημαντικά αυξημένη δημόσια χρηματοδότηση προς τις αναπτυσσόμενες χώρες για την προσαρμογή, τον μετριασμό και την αντιμετώπιση των απωλειών και ζημιών, και αναγκάζει τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων και άλλους μεγάλους ρυπαντές να πληρώσουν για αυτά.

Επίσης, την εφαρμογή της συμφωνίας της COP28 για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο οι χώρες θα ευθυγραμμίσουν τα εθνικά σχέδια δράσης για το κλίμα ως το 2030 και το 2035 με τον στόχο του 1,5°C.

Και τέλος, την αποτροπή ενός ανεπαρκούς αποτελέσματος σχετικά με την αντιστάθμιση άνθρακα και  τις αγορές άνθρακα, για την προστασία και την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων.

Καθώς το ανθρώπινο κόστος της αδράνειας αυξάνεται, τα τρισεκατομμύρια σε επιδοτήσεις που λαμβάνει η βιομηχανία ορυκτών καυσίμων και τα κέρδη που αποκομίζει επισκιάζουν τη χρηματοδότηση του κλίματος προς τις αναπτυσσόμενες χώρες. Το NCQG πρέπει να αποκαταστήσει αυτή την αδικία και να κάνει τους ρυπαντές να πληρώσουν για τη ζημιά και τη βλάβη που έχουν προκαλέσει, αναφέρει η Tracy Carty, ειδική σε θέματα πολιτικών για το κλίμα στη διεθνή Greenpeace.

ΥΓ: Η συγκεκριμένη "είδηση" είχε προκύψει πριν από κάποιες ημέρες...

 

 
 
 
 

 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2024 Greek Finance Forum