| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 
 

"Kουλου-βάχατα"

Σχόλια για τα πάντα ……. Η φράση “Κουλου – βάχατα” προέρχεται από την αντίστοιχη αραβική «κούλου ουάχαντ» που σημαίνει «όλα μαζί ένα».

Επικοινωνήστε μαζί μας

 

 

 

00:01 - 30/07/24

 

Ανταγωνιστικότητα

Χάνει έδαφος από το 2023 η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, καθώς οι αυξήσεις των μισθών δεν συμβαδίζουν με την αντίστοιχη αύξηση της παραγωγικότητας. Την ίδια στιγμή, άνιση είναι η πρόοδος σε ό,τι αφορά τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, όπως προκύπτει από τους τρεις βασικούς διεθνείς δείκτες που παρακολουθεί η Τράπεζα της Ελλάδος.

Το πρόβλημα της συνεχούς μείωσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μετά την είσοδο στην ευρωζώνη ήταν ένας από τους βασικούς παράγοντες που οδήγησαν στην κατάρρευση της οικονομίας και στην κρίση χρέους της προηγούμενης δεκαετίας.

Ουσιαστικά, η Ελλάδα προσπάθησε να ευθυγραμμισθεί με τα υψηλότερα εισοδήματα των οικονομιών της ευρωζώνης, χωρίς όμως η αύξηση των εισοδημάτων να υποστηρίζεται από αντίστοιχη ενίσχυση της παραγωγικότητας της οικονομίας. Έτσι, ανάμεσα στο 2000 και στο 2010, ο δείκτης ανταγωνιστικότητας με βάση το μοναδιαίο κόστος εργασίας αυξήθηκε στην Ελλάδα κατά 40% (απώλεια ανταγωνιστικότητας), πολύ περισσότερο από άλλες οικονομίες της ευρωζώνης, όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.

Στη διάρκεια της κρίσης χρέους, οι πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης που εφαρμόσθηκαν οδήγησαν σε πολύ μεγάλη αύξηση της ανταγωνιστικότητας, με τον δείκτη του μοναδιαίου κόστους εργασίας να επανέρχεται σε επίπεδα χαμηλότερα και από το 2000. Ωστόσο, όλοι γνωρίζουν ότι το «φάρμακο» της εσωτερικής υποτίμησης ήταν πολύ πικρό για την οικονομία (η σωρευτική απώλεια του ΑΕΠ ξεπέρασε το 25%) και, φυσικά, για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. 

Όπως σημείωνε το ΙΟΒΕ στην πρόσφατη έκθεσή του για την οικονομία, αναφερόμενο στις ανισορροπίες που δημιουργήθηκαν μετά την ένταξη στην ευρωζώνη, «υπήρξε σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή για να επιτευχθεί η είσοδος στην ευρωζώνη, όμως η μεγάλη εισροή πόρων που ακολούθησε δεν συνοδεύτηκε από επαρκή αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας εξωστρεφών κλάδων. Τα χρόνια από την υιοθέτηση του ευρώ έως το ξέσπασμα της κρίσης χρέους είναι καθρέφτης των βασικών τάσεων. Τα εισοδήματα τότε αυξήθηκαν, αλλά όχι με διατηρήσιμο τρόπο».

Πίεση από το 2023

Τα τελευταία στοιχεία που παρουσιάζει η Τράπεζα της Ελλάδος στο αγγλόφωνο οικονομικό δελτίο της  δείχνουν ότι η οικονομία άρχισε από το 2023 να αντιμετωπίζει πιέσεις στην ανταγωνιστικότητα, ενώ τα δύο προηγούμενα χρόνια είχε κερδίσει έδαφος. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, αυτή η οπισθοχώρηση είναι αποτέλεσμα της κρίσης υψηλού πληθωρισμού: Για να αναπληρωθούν οι απώλειες εισοδημάτων των εργαζομένων, δόθηκαν σημαντικές αυξήσεις αμοιβών, οι οποίες όμως ξεπέρασαν την αύξηση της παραγωγικότητας.

Όπως σημειώνει η ΤτΕ, με βάση του δείκτες που παρακολουθεί η ΕΚΤ, αυξήθηκε η ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία και το δεύτερο τρίμηνο του 2024. Ήταν η έκτη συνεχής τριμηνιαία αύξηση, όπως επισημαίνει και ήταν μια απώλεια ανταγωνιστικότητας για την οποία δεν «ενοχοποιείται» η ελληνική οικονομία, αφού αποδίδεται στην ανατίμηση του ευρώ.

Σε ό,τι αφορά, όμως, την ανταγωνιστικότητα του κόστους εργασίας, τα προβλήματα αφορούν την εσωτερική οικονομική διαχείριση. Με βάση το μοναδιαίο κόστος εργασίας, η ανταγωνιστικότητα βελτιώθηκε την περίοδο 2021-22, κυρίως λόγω της ισχυρής αύξησης της παραγωγικότητας σε σχέση με τους κύριους εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας, όπως σημειώνει η ΤτΕ.

Όμως, η θετική τάση σταμάτησε από το πρώτο εξάμηνο 2023 και μετά και παρατηρήθηκε σταθερότητα κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2024, ως αποτέλεσμα των ισχυρότερων μισθολογικών αυξήσεων και της χαμηλότερης αύξησης της παραγωγικότητας, που προστέθηκαν στην ανατίμηση της ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας.

Δείκτες ανταγωνιστικότητας με βάση το κόστος εργασίας (2000=100)

Σε ό,τι αφορά την ανταγωνιστικότητα των τιμών, η ΤτΕ επισημαίνει ότι βελτιώθηκε το 2021-2022 και επιδεινώθηκε, με φθίνοντα ρυθμό, κατά τη διάρκεια της περιόδου ανάμεσα στο δεύτερο τρίμηνο 2023 και στο πρώτο τρίμηνο 2024. Αυτή η τάση ήταν το τελικό αποτέλεσμα δύο αντίρροπων δυνάμεων: Από τη μια, η Ελλάδα είχε χαμηλότερο πληθωρισμό από τους κύριους εμπορικούς της εταίρους, εντός και εκτός ευρωζώνης, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να αντισταθμίσει την αύξηση του κόστους εργασίας.

Έτσι, ενώ είχαμε ένα κέρδος 1,2% το 2022 στην ανταγωνιστικότητα τιμών, το 2023 καταγράφηκε απώλεια 1,5%, ενώ η πτώση σε 12μηνη βάση ήταν 2% το πρώτο τρίμηνο του 2024 και 0,3% το δεύτερο.

Προς το παρόν, αυτές οι απώλειες ανταγωνιστικότητας δεν εμπνέουν ανησυχία για την ευρύτερη πορεία της οικονομίας, καθώς φαίνεται ότι συνδέονται με τις προσωρινές επιδράσεις που δημιούργησε ο υψηλός πληθωρισμός. Όμως, το σημαντικό μακροπρόθεσμα είναι να αποφύγει η κυβέρνηση μια προσπάθεια για νέα κούρσα αύξησης των εισοδημάτων με τρόπο που δεν θα είναι διατηρήσιμος, ώστε να μην επανέλθει η οικονομία στα προβλήματα της πρώτης δεκαετίας του 2000.

 
 

Διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα: Βήματα μπρος, βήματα πίσω

Μια πολύ σημαντική παράμετρος της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας είναι η λεγόμενη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, στην οποία αντανακλάται η κατάσταση των θεσμών, των κρατικών μηχανισμών, της Δικαιοσύνης, του φορολογικού συστήματος κ.ο.κ.

Η Τράπεζα της Ελλάδος, παρακολουθώντας τους διεθνείς δείκτες, σημειώνει ότι σκιαγραφούν μια μάλλον θετική εικόνα. Πάντως, από τους τρεις σημαντικούς δείκτες, η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο σε έναν και η θέση της χειροτέρευσε ή έμεινε σταθερή σε άλλους δύο.

Η ΤτΕ σημειώνει ότι είναι εμφανής πρόοδος σε ορισμένους τομείς και, συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά τη φορολογική σφήνα (σ.σ.: φόροι και ασφαλιστικές εισφορές ως ποσοστό των μισθών), στις κυβερνητικές επιδόσεις, στην αποδοτικότητα των επιχειρήσεων και στον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας.

Ειδικότερα, στους βασικούς δείκτες οι επιδόσεις της Ελλάδας έχουν ως εξής:

Στην Παγκόσμια Κατάταξη Ανταγωνιστικότητας του IMD, η Ελλάδα κέρδισε δύο θέσεις και ανέβηκε από την 49η στην 47η θέση, ανάμεσα σε 64 χώρες. Η ΤτΕ επισημαίνει ότι βελτίωση καταγράφηκε στον υποδείκτη της αποδοτικότητας της κυβέρνησης (στην 52η από την 53η θέση), της αποδοτικότητας των επιχειρήσεων (44η από 48η) και των οικονομικών επιδόσεων (στην 52η από την 58η), ενώ οι υποδομές παρέμειναν σταθερές (40η). Σύμφωνα με την IMD, οι κύριες προκλήσεις για την Ελλάδα περιλαμβάνουν πλέον: την αύξηση των επενδύσεων με στόχο τη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης της χώρας, τη μεταρρύθμιση του συστήματος επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης για την αντιμετώπιση των ελλείψεων εργατικού δυναμικού και των αναντιστοιχιών δεξιοτήτων, τη θέσπιση πολιτικών που στηρίζουν την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση των επιχειρήσεων, τη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος προκειμένου να επιταχυνθεί ο συνολικός χρόνος λήψης αποφάσεων και την απλούστευση του ρυθμιστικού πλαισίου που αφορά την επιχειρηματικότητα.

Στον Παγκόσμιο Δείκτη Διακυβέρνησης (Παγκόσμια Τράπεζα), η Ελλάδα έπεσε από την 74η στην 80η θέση, ανάμεσα σε 212 χώρες (έναντι 210 στην προηγούμενη έρευνα). Επιδείνωση σημειώθηκε σε όλες τις επιμέρους συνιστώσες, αλλά εντονότερη στους δείκτες Ελέγχου Διαφθοράς (93η από 81η) και Κράτους Δικαίου (86η από 79η), ενώ μικρότερη καταγράφηκε στην Κανονιστική Ποιότητα (70η από 69η).

Στον Φορολογικό Δείκτη Διεθνούς Ανταγωνιστικότητας του Tax Foundation, η Ελλάδα έμεινε σταθερή στην 25η θέση ανάμεσα σε 38 χώρες. Η κατάταξη της Ελλάδας παρέμεινε στάσιμη σύμφωνα με τη νέα μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε και η συνολική απόλυτη βαθμολογία της μειώθηκε κατά 1,5 μονάδα, καθώς οι βαθμολογίες των φόρων κατανάλωσης και των διασυνοριακών φορολογικών κανόνων επιδεινώθηκαν, ενώ οι βαθμολογίες των ατομικών φόρων και των φόρων ακίνητης περιουσίας βελτιώθηκαν. Η βαθμολογία φορολογίας εταιρειών παρέμεινε σταθερή. Πλεονεκτήματα: Ο καθαρός προσωπικός φορολογικός συντελεστής 5% επί των μερισμάτων είναι σημαντικά χαμηλότερος από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ που είναι 24,2%, ενώ ο συντελεστής φόρου εισοδήματος εταιρειών 22% είναι χαμηλότερος από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ που είναι 23,6%. Επίσης, οι κανόνες για τις θυγατρικές πολυεθνικών στην Ελλάδα είναι μέτριοι και ισχύουν μόνο για το παθητικό εισόδημα. Αδυναμίες: Οι εταιρείες περιορίζονται σημαντικά στο ποσό των καθαρών λειτουργικών ζημιών που μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να αντισταθμίσουν μελλοντικά κέρδη. Οι εταιρείες δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις ζημίες για να μειώσουν το φορολογητέο εισόδημά τους. Υπάρχει ένα σχετικά στενό δίκτυο φορολογικών συμβάσεων (56 συνθήκες σε σύγκριση με τον μέσο όρο 74 συνθηκών του ΟΟΣΑ). Οι συντελεστές ΦΠΑ στο 24%, είναι ένας από τους υψηλότερους στον ΟΟΣΑ σε μία από τις στενότερες βάσεις, καλύπτοντας μόνο το 36% της τελικής κατανάλωσης.

 

 

Τουρισμός

Στα του τουρισμού τώρα. Σε μια χρονιά που εξελίσσεται, όπως αναμένονταν εξαιρετικά, αλλά με νέες τάσεις και μια σειρά ζητημάτων που σηκώνουνε συζήτηση …. Για την αναντιστοιχία μεταξύ της αύξησης των αφίξεων στα περισσότερα αεροδρόμια της χώρας και την εικόνα με τις πληρότητες στα ξενοδοχεία κάνει λόγο ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων ΠΟΞ, Γιάννης Χατζής

Μάλιστα εικάζει πως η ραγδαία αύξηση των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης έχει απορροφήσει το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αυξητικής τάσης.

Τα ξενοδοχεία

Αναφερόμενος σε στοιχεία που προβληματίζουν τον ξενοδοχειακό κλάδο την φετινή τουριστική χρονιά, ο κ. Χατζής σημειώνει ότι καταγράφεται μια κόπωση τους μήνες της υψηλής περιόδου. Οι κρατήσεις για τον Ιούλιο και Αύγουστο δεν ακολουθούν τη δυναμική των τελευταίων δύο ετών, με τα πολυτελή και ακριβότερα προϊόντα να αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες στο να διαθέσουν τα δωμάτιά τους σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.

«Το 2019 ήταν και παραμένει ακόμη το έτος αναφοράς για την επιτυχία του ελληνικού τουρισμού και δεν έχει ξεπεραστεί με πραγματικούς όρους. Χρειάζεται τεράστια προσπάθεια, για να καταλάβουν οι stakeholders πως όλα μετράνε και σίγουρα δεν χωράνε άλλες αστοχίες και επιβαρύνσεις στο τουριστικό προϊόν μας» τονίζει ο Γιάννης Χατζής μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ.

«Οι αιτιάσεις περί υπερτουρισμού μέχρι σήμερα το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να αποκρύπτουν το πραγματικό πρόβλημα, που είναι η απουσία σύγχρονων και λειτουργικών υποδομών» σημειώνει ο ίδιος τονίζοντας ότι αυτό είναι αυτοκαταστροφικό και έτσι «πλήττουμε την εικόνα της χώρας μας».

Αυτό «μπορεί να το πληρώσουμε πολύ ακριβά», συνεχίζει ο ίδιος, πρωτίστως δε οι τοπικές κοινωνίες «για τις οποίες υποστηρίζουν πως ενδιαφέρονται όσοι επιχειρούν να δαιμονοποιήσουν τον τουρισμό και να του αποδώσουν ευθύνες που δεν του αναλογούν».

Αναφερόμενος στη μειωμένη δυναμικής της τουριστικής χρονιάς, ο κ. Χατζής υπογράμμισε ότι με τα σημάδια της κόπωσης είναι ξεκάθαρα σε όλους τους προορισμούς. Την ίδια στιγμή παρατηρείται μια Μέση Κατά Κεφαλή Δαπάνη που εμφανίζει σημαντική υποχώρηση -12%, ειδικότερα από τις χώρες της Ευρωζώνης και το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με τα στοιχεία Ιανουαρίου – Μαΐου της Τράπεζας της Ελλάδας.

Ως προς τα μεγέθη των αφίξεων και των εσόδων της σεζόν, ο κ. Χατζής επικαλούμενος τα διαθέσιμα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ σημείωσε ότι εντυπωσιακή αύξηση παρουσιάζει το αεροδρόμιο Αθηνών (+15%) και το αεροδρόμιο της Μυτιλήνης (+38%) ενώ μείωση παρατηρείται στα αεροδρόμια Κεφαλονιάς (-1%), Σαντορίνης (-4%), Μυκόνου (-9%) και Καβάλας (-11%).

Ονομαστική η αύξηση των εσόδων

Σαφώς χαμηλότερα του 2019 είναι τα έσοδα του 2023 αποπληθωρισμένα, λέει ο κ. Χατζής. «Διανύουμε μια περίοδο έντονων πληθωριστικών πιέσεων. Το να μιλάμε για ρεκόρ είναι παραπλανητικό, με πραγματικούς όρους. Το ρεκόρ έγινε το 2019 και έκτοτε δεν έχει σπάσει».

Οι αφίξεις δεν μεταφράζονται αυτομάτως σε πληρότητες ξενοδοχειακών μονάδων, προσθέτει. «Ένα μεγάλο μέρος τους χάνεται μέσα στη ‘μαύρη τρύπα’ των βραχυχρόνιων μισθώσεων που συνεχίζουν να αναπτύσσονται ανεξέλεγκτα και να δημιουργούν μείζονα ζητήματα τόσο με τον αθέμιτο ανταγωνισμό και τη στρέβλωση της αγοράς όσο και με τις κοινωνικές επιπτώσεις τους, κυρίως με την εκτόξευση των ενοικίων και τη στεγαστική κρίση».

Όσο για την τάση οι επισκέπτες να ξοδεύουν περισσότερα χρήματα που παρατηρήθηκε αμέσως μετά την πανδημία «έχει ανακοπεί πλήρως».

«Οι επισκέπτες μας είναι πλέον εξαιρετικά μετρημένοι στις δαπάνες τους και όλοι οι κλάδοι πρέπει με ευθύνη να αντιμετωπίσουν κακές πρακτικές αισχροκέρδειας. Επιπλέον, οι άμεσοι ανταγωνιστές μας τα πάνε καλύτερα. Η Κροατία είναι στο +20%, η Ιταλία στο + 11,4% και η Ισπανία + 8,5%. Με την Ελλάδα να υποχωρεί και να χάνει σταδιακά την πρωτιά στις επιδόσεις, είναι ώρα σοβαρού προβληματισμού για να διαφυλάξουμε την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος μας».

Οδικές αφίξεις

Στο πρώτο πεντάμηνο της χρονιάς, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Χατζής, οι οδικές αφίξεις παρουσιάζουν αύξηση +13,3%. Είναι κατά 296.000 αυξημένες σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.

Τη σημαντικότερη αύξηση στον οδικό τουρισμό εμφανίζει η Τουρκία (+47%) και ακολουθεί η Βουλγαρία (+20,6%). Στη συνέχεια ο πρόεδρος του ΠΟΞ εστίασε σε δύο παράγοντες:

«Πρώτον, προσμετρώνται στις οδικές αφίξεις τουριστών άνθρωποι που έρχονται στην Ελλάδα για εργασία (π.χ. συγκομιδή ελιάς). Δεύτερον, υπάρχουν τεράστια προβλήματα στις πύλες εισόδου της χώρας, με τους επισκέπτες μας να χρειάζονται, σε κάποιες περιπτώσεις, 6 και 7 ώρες αναμονής, χωρίς τουαλέτες και μέσα στη ζέστη. Δεν μας τιμά καθόλου ως χώρα αυτή η εικόνα και πρέπει οι αρμόδιοι φορείς να προσπαθήσουν να την αλλάξουν άμεσα».

Το προειδοποιητικό καμπανάκι

Πέραν της κόπωσης των μηνών της υψηλής περιόδου με τη χαμηλή δυναμική των κρατήσεων, ο κ. Χατζής έκανε λόγο για μια ολοένα αυξανόμενη τάση – με γενικεύσεις και απλουστεύσεις – να υποστηριχθεί πως για περιστατικά υποβάθμισης της ποιότητας ζωής των πολιτών ευθύνεται ο τουρισμός.

Πρέπει κάποια στιγμή «να σταματήσουμε να εθελοτυφλούμε και να εφευρίσκουμε αόρατους εχθρούς. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Το να πλήττουμε μόνοι μας την εικόνα της χώρας μας είναι αυτοκαταστροφικό και μπορεί να το πληρώσουμε πολύ ακριβά, πρωτίστως δε οι τοπικές κοινωνίες».

Ερωτηθείς για προηγούμενη αναφορά του σε «διάχυση της τουριστικής κίνησης και σε προορισμούς που δεν είναι στην πρώτη γραμμή επισκεψιμότητας», ο πρόεδρος του ΠΟΞ διευκρίνισε ότι «η Ελλάδα είναι γεμάτη από φυσικές ομορφιές και μπορεί να είναι προορισμός 365 μέρες τον χρόνο. Απαιτείται όμως και μια αλλαγή στην κουλτούρα των διακοπών, όπως συμβαίνει και σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες. Να ξεφύγουμε από το στερεότυπο του Αυγούστου που ‘νεκρώνουν’ τα πάντα, να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για ποιοτικές διακοπές σε όλη τη διάρκεια του χρόνου».

 
 

Τι θέλει η ομογένεια

Όπως τώρα έγραψε ο Βηματοδότης. Η επιλογή του Τζέι Ντι Βανς ως υποψήφιου αντιπροέδρου του Ντόναλντ Τραμπ απογοήτευσε τους Ελληνοαμερικανούς, που προτιμούσαν τον Μαρκ Ρούμπιο, τον γερουσιαστή από τη Φλόριντα. Κι αυτό γιατί ο Ρούμπιο είχε στηρίξει τον Μπομπ Μενέντεζ στις προσπάθειες αναβάθμισης της ελληνοαμερικανικής στρατηγικής σχέσης.

Τα πράγματα είναι καλύτερα με την Κάμαλα Χάρις. Τυχόν εκλογή της θα γίνει θετικά δεκτή από το ελληνοαμερικανικό λόμπι, κοντά στο οποίο βρίσκεται και η ίδια, μέσω του αμερικανοεβραίου δικηγόρου άνδρα της. Ο συγκεκριμένος συνδέεται στενά με σημαντικό παράγοντα της ομογένειας. Επιπλέον, η παρουσία της Ελένης Κουναλάκη, η οποία είναι αναπλ. κυβερνήτης της Καλιφόρνιας, από όπου προέρχεται και η Χάρις, αποτελεί έναν επιπλέον σύνδεσμο μαζί της.

 
 
 
 
 
 

 

 

 

Παλαιότερα Σχόλια

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2023 Greek Finance Forum