Ελληνική
οικονομία
Πάμε να
ξεκινήσουμε με την ελληνική οικονομία και ένα ενδιαφέρον
άρθρο του Γιάννη Αγουρίδη στον Οικονομικό Ταχυδρόμο:
Μεγάλους
κινδύνους για την πορεία της ελληνικής οικονομίας προκαλεί η
συνεχιζόμενη άνοδος των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα. Εν αναμονή των στοιχείων για τον πληθωρισμό τον
Αύγουστο που θα ανακοινώσει αύριο Πέμπτη η Εurostat
βρίσκονται οι δανειολήπτες και οι τράπεζες καθώς θα διαφανεί
αν τα «γεράκια» της Ευρωπαϊκής Τράπεζας θα αποκτήσουν ισχυρό
επιχείρημα ώστε να σημειωθεί μια νέα αύξηση του επιτοκίου
κατά 25 μονάδες βάσης, στο πλαίσιο περαιτέρω σύσφιγξης της
νομισματικής πολιτικής.
Η κίνηση να
καταπολεμηθεί ο υψηλός πληθωρισμός με «όχημα» τα υψηλά
επιτόκια μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω επιδείνωση των
οικονομικών προοπτικών της ευρωζώνης αλλά και της Ελλάδας
κατ’ επέκταση. Σε κάθε περίπτωση, η απάντηση για το τι
μέλλει γενέσθαι αναμένεται να δοθεί στις 14 Σεπτεμβρίου.
Η Ευρωπαϊκή
Κεντρική Τράπεζα δεν έχει νικήσει τον πληθωρισμό και
πιθανότατα πρέπει να αυξήσει ξανά τα επιτόκια τον
Σεπτέμβριο, σύμφωνα με τα όσα είπε χθες το μέλος του
Διοικητικού Συμβουλίου Robert Holzmann. Ενώ η πρόεδρος της
ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ σημείωσε από το Τζάκσον Χολ ότι ο
πληθωρισμός παραμένει αήττητος, αποφεύγοντας να αναφερθεί σε
εκτιμήσεις αναφοριμά με τη συνεδρίαση της 14ης Σεπτεμβρίου.
Οι
επενδύσεις
Πάντως,
εφόσον υπάρξει νέα άνοδος, τότε αναμένεται να επηρεαστεί
αρνητικά η ελληνική οικονομία. Άλλωστε, τα υψηλά επιτόκια
αποτελούν πλήγμα για την ανάπτυξη ειδικά σε μια οικονομία
όπως η ελληνική ενώ το ακριβό χρήμα πλήττει άμεσα και τις
επενδύσεις.
Όπως
εκτιμούν πολλοί οικονομολόγοι, η αύξηση του κόστους χρήματος
μπορεί να επιβραδύνει τη ροή επενδύσεων. Ακόμη και τα
χαμηλότοκα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης για ιδιωτικές
επενδύσεις θα επηρεαστούν. Εκτός από τις επενδύσεις, με τη
χρήση κοινοτικών πόρων το ακριβό χρήμα, θα είναι εμπόδιο και
σε επενδύσεις σε νέες κύριες ή εξοχικές κατοικίες που
σημειώθηκαν κατά τα προηγούμενα χρόνια.
Εκτός από
τις επενδύσεις, το ακριβό χρήμα θα πλήξει και την κατανάλωση
η οποία αναμένεται να επιβραδύνει για φέτος.
Πόσο
επηρεάζεται το ελληνικό χρέος
Την ίδια
στιγμή, ένα από τα βασικότερα συμπεράσματα της Έκθεσης
Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής
Τράπεζας, αφορά το ελληνικό χρέος, σημειώνοντας ότι αυτό
παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ευαισθησία στην αύξηση των
επιτοκίων σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, όσον
αφορά το κόστος εξυπηρέτησής του και τη μεγέθυνσή του. Η ΕΚΤ
αναφέρει ότι ο πληθωρισμός αυξάνει το κόστος δανεισμού, ενώ
από την άλλη μειώνει την πραγματική αξία του χρέους. Αυτό
ισχύει τόσο για το δημόσιο χρέος όσο και για τα χρέη
νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Από τα 360
δισ. ευρώ του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης, περίπου τα 270
δισ. είναι το λεγόμενο χρέος του επίσημου τομέα. Βρίσκεται
δηλαδή στα χέρια του ESM, αλλά και στις χώρες της Ευρωζώνης.
Το χρέος αυτό, σχεδόν στο σύνολο του, βρίσκεται σε σταθερό
επιτόκιο. Άρα, δεν επηρεάζεται από τη νομισματική πολιτική
της ΕΚΤ.
Από τα
περίπου 90 δισ. ελληνικών ομολόγων που απομένουν, περίπου 38
δισ. βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ, μέσω PEPP. To ποσό
των ελληνικών ομολόγων που διακρατεί η ΕΚΤ, θα παραμείνει
σταθερό μέχρι και το 2024. Για τα περίπου 52 δισ. των
ομολόγων που βρίσκονται στην αγορά, λόγω και του μέσου
χρόνου λήξης των 19,6 ετών, έχουμε πολύ χαμηλές ετήσιες
ανάγκες χρηματοδότησης, εξαιτίας της συμφωνίας για το
ελληνικό χρέος επί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ το 2018.
Εξυπηρέτηση
δανείων
Παράλληλα,
ζήτημα αποτελεί το ιδιωτικό χρέος τόσο των νοικοκυριών όσο
και των επιχειρήσεων. Μια νέα άνοδος των επιτοκίων θα έχει
ως αποτέλεσμα να αυξηθούν –εκ νέου – οι δόσεις όσων έχουν
δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο. Η νέα αλλαγή στα επιτόκια
αναμένεται να φέρει ανατροπές στους οικογενειακούς
προϋπολογισμούς. Όμως, τα δάνεια είναι σίγουρο ότι θα
γίνουν ακριβότερα και τα νοικοκυριά θα πρέπει να βάλουν
βαθιά το χέρι στην τσέπη. Αξίζει να σημειωθεί ότι τε ενήμερα
στεγαστικά διατηρούν τη δόση εκεί που βρισκόταν στις 31
Μαΐου του 2023 και μόλις για ένα χρόνο. Αυτό φυσικά δεν
ισχύει ούτε για τα καταναλωτικά αλλά και τα επιχειρηματικά. |