Η
επιβάρυνση από την αύξηση του δείκτη εξάρτησης
των ηλικιωμένων από 39% το 2022 σε 66% το 2070
εκτιμάται σε 7,5 ποσοστιαίες μονάδες και θα
υπάρξει αντιστάθμιση: α) κατά 6,5 ποσοστιαίες
μονάδες από τη μείωση των συντάξεων, β) κατά 1
ποσοστιαία μονάδα από τη μείωση των συνταξιούχων
ως ποσοστό του πληθυσμού 65 ετών και άνω και γ)
κατά 2,4 ποσοστιαίες μονάδες από την αύξηση των
ατόμων που θα εργάζονται μέχρι τα 74 έτη της
ηλικίας τους.
Ειδικότερα η μείωση των μελλοντικών συντάξεων
στη χώρα μας οφείλεται σε δύο παράγοντες. Ο
πρώτος είναι η μείωση των συντελεστών
αναπλήρωσης των Ν. 4387/2016 και 4670/2020 σε
σχέση με τους συντελεστές αναπλήρωσης πριν από
τους μνημονιακούς νόμους, όπου με 40 έτη
εργασίας ο συντελεστής αναπλήρωσης της
ανταποδοτικής σύνταξης διαμορφώθηκε στο 50%.
Ο
δεύτερος παράγοντας είναι η αλλαγή του τρόπου
υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών από τον μέσο
όρο της τελευταίας 5ετίας στον μέσο όρο
ολόκληρου του εργασιακού βίου του ασφαλισμένου.
Eτσι, εάν θεωρήσουμε ότι ένας ασφαλισμένος σε
όλον τον εργασιακό του βίο λαμβάνει αύξηση
μισθού όσο ο πληθωρισμός συν την αύξηση του ΑΕΠ,
τότε η αλλαγή του μαθηματικού τύπου υπολογισμού
των συντάξιμων αποδοχών με αναπροσαρμογή με τον
πληθωρισμό προκαλεί έμμεση μείωση των συντάξεων
κατά 17%. Η διαπίστωση αυτή θα πρέπει να ληφθεί
υπ’ όψιν από την κυβερνητική πολιτική στην
περίπτωση της αναπροσαρμογής των συντάξιμων
αποδοχών με βάση τον δείκτη μεταβολής των
μισθών.
Εάν ο
δείκτης μεταβολής ακολουθεί τον πληθωρισμό και
τη μεταβολή του ΑΕΠ, τότε η έμμεση μείωση των
συντάξεων λόγω αλλαγής του τρόπου υπολογισμού
των συντάξιμων αποδοχών ως μέσος όρος ολόκληρου
του εργασιακού βίου θα εξαλειφθεί και οι
συντάξεις θα αυξηθούν κατά μέσο όρο κατά 17%.
Αυτό θα αυξήσει την εκτιμώμενη συνταξιοδοτική
δαπάνη του έτους 2070 στο 14,6% από 12%. Εάν ο
δείκτης μεταβολής των μισθών υπερβαίνει τη
μεταβολή του πληθωρισμού συν το ΑΕΠ, τότε θα
παρατηρηθεί το παράδοξο οι συντάξιμες αποδοχές
να είναι μεγαλύτερες και από τον τελευταίο μισθό
εξόδου, δηλαδή ενδέχεται να οδηγήσει σε
συντάξιμες αποδοχές που θα είναι κατά 30%
υψηλότερες συμπαρασύροντας και την αντίστοιχη
συνταξιοδοτική δαπάνη.
Με άλλα
λόγια, επειδή ο τρόπος υπολογισμού και
αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών έχει
σημαντικό ρόλο στον δείκτη παροχών (benefit
ratio), απαιτείται της όποιας αλλαγής του τρόπου
υπολογισμού των αυξήσεων των συντάξεων από το
2025 να προηγηθούν μακροπρόθεσμα πολλαπλές
συνδυαστικές ποσοτικές προσεγγίσεις προκειμένου
να αποφευχθούν μέχρι το 2070 δυσάρεστες
εκπλήξεις.
Ο
κύριος Σάββας Γ. Ρομπόλης είναι ομ. καθηγητής
του Παντείου Πανεπιστημίου. Ο κύριος Βασίλειος
Γ. Μπέτσης είναι δρ του Παντείου Πανεπιστημίου.
Πρώτη
δημοσίευση στον Οικονομικό Ταχυδρόμο |