Αναμενόμενη εξέλιξη είναι και η αποτυχία της
πολιτικής της αύξησης των επιτοκίων να ανακόψει
την ανοδική πορεία του πληθωρισμού. Η ΕΚΤ και η
Fed ήταν βέβαιες για την αποτελεσματικότητα της
πολιτικής τους, ότι με τις διαδοχικές αυξήσεις
των επιτοκίων θα αντιμετωπιζόταν ο πληθωρισμός,
αλλά, ως τώρα, αποδείχτηκαν λάθος οι υπολογισμοί
τους.
Στο
πλαίσιο αυτό, σήμερα, μετά την πολύμηνη και
συντονισμένη επιτοκιακή επίθεση καταφέραμε να
έχουμε ένα εκρηκτικό μίγμα. Και υψηλά επιτόκια
και υψηλό πληθωρισμό.
Και η
κατάσταση δείχνει να ξεφεύγει, καθώς η Κριστίν
Λαγκάρντ και ο Τζερόμ Πάουελ προαναγγέλλουν νέες
αυξήσεις επιτοκίων, ενώ ταυτόχρονα, λόγω
πλημμυρών, ξηρασίας και ρωσο-ουκρανικού πολέμου,
έρχονται και νέες ανατιμήσεις βασικών πρώτων
υλών, που θα πυροδοτήσουν ευρύτερο κύμα αυξήσεων
τιμών στα τρόφιμα.
Υπάρχει,
δε, και ο αστάθμητος παράγοντας των ενεργειακών
αγαθών, που μπορεί να συμπληρώσει το αρνητικό
πληθωριστικό σκηνικό.
Η
στρατηγική των κεντρικών τραπεζών αποτυγχάνει
έως τώρα, διότι ο πληθωρισμός (αυτός που ζούμε)
δεν είναι θέμα ζήτησης, ώστε να αναχαιτιστεί με
την αύξηση των επιτοκίων.
Είναι
πληθωρισμός ειδικών συνθηκών που δημιουργήθηκε
από προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, τα
οποία ενισχύθηκαν την περίοδο της πανδημίας, με
τον πόλεμο και την ενεργειακή κρίση.
Συνήθως
αυτά τα προβλήματα τα αντιμετωπίζουν (αφού τα
δημιουργήσουν) οι κυβερνήσεις και όχι οι
κεντρικές τράπεζες, που περιορίζονται εκ τους
ρόλου τους στη νομισματική πολιτική.
Και
είναι καιρός να αντιμετωπιστεί άμεσα από κοινού,
πριν εισέλθουν σε ύφεση οι οικονομίες και
ξεκινήσει ένας φαύλος κύκλος με άγνωστη
διάρκεια.
Πάνος Φ.
Κακούρης (Ναυτεμπορική) |