Οι δύο
επιστήμονες κατέγραψαν κυρίως τις αρνητικές και
τις θετικές συνέπειες του πληθωρισμού στα
οικονομικά των επιχειρήσεων και στα δημόσια
οικονομικά. Οι ίδιοι, δίδοντας κατευθύνσεις για
πιθανές μελλοντικές επιστημονικές έρευνες,
τόνισαν ότι: «λίγα έχουν γραφτεί για τη
λανθασμένη ανακατανομή του κεφαλαίου, της
εργασίας , της τεχνολογίας, ως συνέπεια του
αυξανόμενου πληθωρισμού και της αυξημένης
ανασφάλειας που προκαλεί ο πληθωρισμός στην
οικονομική δραστηριότητα. Το δεύτερο μπορεί να
είναι άκρως σημαντικότερο από το πρώτο».
(Modigliani, Fischer 1978).
Η
βασική θέση των δύο οικονομολόγων ήταν ότι:
«Οι συνέπειες του πληθωρισμού στην οικονομία
εξαρτώνται από : α), το αν ο πληθωρισμός είναι
προβλέψιμος και β) αν η οικονομία είναι απόλυτα
τιμαριθμοποιημένη. (full indexation).
Στην
περίπτωση του προβλεπόμενου πληθωρισμού και της
πλήρης τιμαριθμοποίησης της οικονομίας ,το
σύνολο της οικονομίας προσαρμόζεται στις νέες
τιμές με τη προσαρμογή του συνόλου των τιμών των
προϊόντων και των υπηρεσιών, των μισθών και, των
φόρων.
Στον
απρόβλεπτο πληθωρισμό και στην απουσία της
απόλυτης τιμαριθμοποίησης, η προσαρμογή των
τιμών είναι δύσκολη με αποτέλεσμα η αναδιανομή
των εισοδημάτων και η αναδιανομή των συντελεστών
παραγωγής να είναι αναπόφευκτες.
Αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι σε πρόσφατη
οικονομική έρευνα διαπιστώθηκε ότι η πρόσφατη
έκρηξη του πληθωρισμού στην Ευρώπη (2021-2022)
και ειδικά σε 4 χώρες (Γαλλία, Γερμανία,
Ισπανία, Ιταλία), βελτίωσε την οικονομική
ευημερία του 30% του συνόλου των νοικοκυριών ενώ
μείωσε την οικονομική ευημερία του υπόλοιπου 70%
. (Filippo Pallotti, Gonzalo Paz-Pardo , Jiri
Slacalek, Oreste Tristani Giovanni L. Violante
NBER November 2023).
Τι
προκαλεί αρχικά ο πληθωρισμός;
Στα
δημόσια οικονομικά προκαλεί την αύξηση του
πραγματικού φόρου στα εισοδήματα των
νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και συνεπώς
την αύξηση των δημόσιων εσόδων μειώνοντας το
δημοσιονομικό έλλειμμα. Επιπλέον, ο πληθωρισμός
προκαλεί τη μείωση της αξίας του δημόσιου
χρέους ως ποσοστό της αξίας του ακαθάριστου
εγχώριου προϊόντος (Debt/GDP), δίδοντας έτσι,
την ευκαιρία στις κυβερνήσεις για νέο δανεισμό.
Για τα
δημόσια οικονομικά ένας «απρόβλεπτος»
πληθωρισμός μεγάλης τιμής και μικρής χρονικής
διάρκειας (1-2 έτη) βελτιώνει τις δημόσιες
οικονομικές επιδόσεις. Το τέχνασμα μετατρέπεται
σε πρόβλημα όταν ο απρόβλεπτος και μεγάλος
πληθωρισμός συνεχίσει να υφίσταται για
μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Για τις
επιχειρήσεις, οι συνέπειες του πληθωρισμού
εξαρτώνται από τη διάρθρωση των κεφαλαίων τους,
των παγίων τους και των συμβολαίων που έχουν
υπογράψει με τους προμηθευτές των υλικών
παραγωγής τους και με τους καταναλωτές των
προϊόντων τους.
Η
βασικότερη αρνητική συνέπεια κυρίως του
απρόβλεπτου πληθωρισμού, στην οικονομική δράση
των επιχειρήσεων είναι ο κίνδυνος του
περιορισμού της ζήτησης των προϊόντων τους λόγω
των υψηλών τιμών. Η αύξηση των τιμών όμως, δεν
αποκλείει την περίπτωση της βελτίωσης των εσόδων
ορισμένων επιχειρήσεων παρά τη μείωση του
μεγέθους των πωλήσεων τους. Το δεύτερο εξαρτάται
από το βαθμό της ελαστικότητας ή της
ανελαστικότητα της ζήτησης που παρουσιάζει το
προϊόν τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αγορά
ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, τα έτη 2020,
2021, 2022. Παρά τη σημαντική μείωση της
κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, με την αύξηση
των τιμών η οικονομική απόδοση των εταιριών
ηλεκτρικής ενέργειας βελτιώθηκε σημαντικά
(έσοδα, κέρδη),.
Το
βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι
επιχειρήσεις από τον απρόβλεπτο πληθωρισμό είναι
το αυξημένο λογιστικό κόστος από την ανάγκη
τροποποίησης των τιμολογίων τους και των
λογιστικών τους καταστάσεων (έσοδα-δαπάνες).
Επιπλέον, λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας που
προκαλεί ο απρόβλεπτος πληθωρισμός μειώνεται
δραστικά ο χρόνος και το μέγεθος της πίστωσης
μεταξύ των επιχειρήσεων και μεταξύ των
επιχειρήσεων και των τραπεζών. Όσον αφορά το
χρέος τους, ο πληθωρισμός έχει μια θετική
συνέπεια για αυτές: βραχυπρόθεσμα μεταβάλει τη
σχέση της αξίας του χρέους τους προς τη συνολική
μετοχική τους αξία (Debt/Equity).
Για τις
τράπεζες, ο πληθωρισμός προκαλεί την ανάγκη της
αύξησης του αποθέματος κεφαλαίου τους λόγω της
μείωσης των πραγματικών επιτοκίων. Επιπλέον ο
πληθωρισμός προκαλεί στις τράπεζες σημαντικές
διαφοροποιήσεις στις πηγές των συναλλαγών
τους.
Για τους
καταναλωτές, ο πληθωρισμός μειώνει το πραγματικό
τους εισόδημα αυξάνοντας τις απόλυτες τιμές των
προϊόντων αλλά και τις σχετικές τιμές μεταξύ των
προϊόντων (relative prices).
Ο
πληθωρισμός 2021 – 2023 στην Ευρώπη
Την
τρέχουσα περίοδο, σύμφωνα με τα στοιχεία που
δίδει η Eurostat (2023) ο υψηλός πληθωρισμός
στην Ευρώπη το 2022 διαμορφώθηκε κατά 50% από
την αύξηση των τιμών στον κλάδο της ενέργειας.
Προκλήθηκε κατά κύριο λόγο από την έκρηξη τιμών
στις τιμές του φυσικού αερίου, και στις τιμές
ηλεκτρικής ενέργειας και , σε μικρότερο βαθμό
από την αύξηση των τιμών του αργού πετρελαίου
και των προϊόντων πετρελαιοειδών (Βλέπε Πίνακες
παρακάτω).
Η αύξηση
της τιμής φυσικού αερίου επηρέασε σημαντικά την
ευρωπαϊκή βιομηχανική παραγωγή που εξαρτάται από
τη χρήση του φυσικού αερίου για την παραγωγή των
προϊόντων της (π.χ. τις Χημικές βιομηχανίες, τις
βιομηχανίες λιπασμάτων, τις βιομηχανίες
αλουμινίου, του σιδήρου, τις
τσιμεντοβιομηχανίες). Ειδικά για τις Ευρωπαϊκές
χημικές βιομηχανίες, τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες
λιπασμάτων και ζωοτροφών η μείωση της παραγωγής
από τον Ιούνιο του 2021 έως τον Αύγουστο του
2023 κυμάνθηκε μεταξύ -15% έως το – 30% (Πηγή:
ICIS and Natural Earth news,August 2023).
Στην περίπτωση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας
αλουμινίου η μείωση της παραγωγής κυμάνθηκε από
-15% έως – 20% (Πηγή:
International Institute of Aluminum). Ειδικά
στην περίπτωση της Γερμανίας, η μείωση της
βιομηχανικής παραγωγής της, την περίοδο
2021-2023, συγκριτικά με την παραγωγή της, το
έτος 2019, ήταν της τάξεως του -5% . Οι
Γερμανικές εταιρίες ενεργειακής εντάσεως
συνεχίζουν να παρουσιάζουν μείωση της παραγωγής
τους, της τάξεως του – 20% (Πηγή:
Federal Agency Statistics, FT August 2023).
Οι τιμές
φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές χονδρεμπορικές
αγορές μπορεί να έχουν μειωθεί σημαντικά αλλά
διατηρούν μια αύξηση της τάξεως του 50%
συγκριτικά με τις τιμές που παρουσίαζαν το 2020
-2021.
Η
υπερβολική αύξηση στις τιμές λιανικής ηλεκτρικής
ενέργειας στην Ευρώπη και στην Ελλάδα
αποφεύχθηκε λόγω της παρέμβασης του κράτους και
των κρατικών ενισχύσεων που δόθηκαν στους
καταναλωτές. Όμως αυτές οι ενισχύσει θα
τερματιστούν τους επόμενους μήνες. Είναι πολύ
πιθανό η αρχική αύξηση των τιμών του 2021 -2022
να παραμείνει στους λογαριασμούς των
καταναλωτών.
Συμπερασματικά
Η έκρηξη
των τιμών στην Ευρώπη την περίοδο 2021 – 2023
ξεκίνησε από την αγορά ενέργειας και επεκτάθηκε
στους άλλους κλάδους της οικονομίας.
Για να
αναδείξουμε τις συνέπειες του πληθωρισμού στην
οικονομία, ανασύραμε ένα άρθρο από το παρελθόν,
των καθηγητών Modigliani και Fischer, από μία
ιστορική περίοδο που ο πληθωρισμός (1971-1980)
ήταν υψηλός στο σύνολο των οικονομιών των
αναπτυγμένων χωρών, λόγω της πετρελαϊκής κρίσης
του 1971.
Για 30
χρόνια , από το 1990 έως το 2021, ο πληθωρισμός
ήταν σε καθοδική πορεία στην παγκόσμια
οικονομία. Ο εποπτικός και ο παρεμβατικός ρόλος
των Κεντρικών Τραπεζών αρκούσε για τη διαφύλαξη
της σχετικής σταθερότητας των τιμών.
Η
επαναφορά του πληθωρισμού στην Ευρώπη απαιτεί
από τις ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις την
επανεξέταση της οικονομικής και της ενεργειακής
πολιτικής τους.
Ανακαλούμε τα λόγια των δύο μεγάλων
οικονομολόγων: «η λανθασμένη ανακατανομή του
κεφαλαίου, της εργασίας , της τεχνολογίας, ως
συνέπεια του αυξανόμενου πληθωρισμού και της
αυξημένης ανασφάλειας που προκαλεί ο πληθωρισμός
στην οικονομική δραστηριότητα είναι άκρως
σημαντική για την εξέλιξη της πορείας της
οικονομίας».
Η αύξηση
της τιμής του φυσικού αέριου αύξησε δραματικά
την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η χώρα που
παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση του
πληθωρισμού, τα έτη 2021 και 2022, είναι η
Ιταλία. Στην Ιταλία οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής
με χρήση καυσίμου το φυσικό αέριο καλύπτουν το
48 % της συνολικής εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής και
το 44% της εγχώριας κατανάλωσης ηλεκτρικής
ενέργειας (προσμετρώντας και τις εισαγωγές). Ως
αποτέλεσμα, η Ιταλία κατέβαλε την υψηλότερη
κρατική χρηματοοικονομική ενίσχυση στην Ευρώπη
για την ενίσχυση του συνόλου των εγχώριων
καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας (νοικοκυριά και
επιχειρήσεις) το έτος 2022 (Πίνακας).
Με το
παρόν κείμενο προσπαθήσαμε να υποδείξουμε και να
υπογραμμίσουμε το πρόβλημα της μερικής
τιμαριθμοποίησης της οικονομίας και του
απρόβλεπτου πληθωρισμού. Το παράδοξο της
τρέχουσας ενεργειακής κρίσης είναι ότι
ουσιαστικά η αύξηση της τιμής αποκλειστικά ενός
προϊόντος, του φυσικού αερίου, επηρεάζει την
τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας και τον
πληθωρισμό.
Λόγω της
ενεργειακής μετάβασης και της αυξημένης σημασίας
που δόθηκε και συνεχίζει να δίδεται στο φ.α ως
καύσιμο γέφυρα για την ενεργειακή μετάβαση, το
φυσικό αέριο βρέθηκε να επηρεάζει τις τιμές
ηλεκτρικής ενέργειας σε δυσανάλογο βαθμό
συγκριτικά με την πραγματική του συμμετοχή στην
παραγωγή και στην κατανάλωση ενέργειας στην
ευρωπαϊκή ενωσιακή επικράτεια. Σε αυτό το
αρνητικό φαινόμενο διευκόλυνε και συνεχίζει να
διευκολύνει και ο τρόπος λειτουργίας των
μηχανισμών δημοπρασιών ηλεκτρικής ενέργειας στην
Ευρώπη, με την οριακή τιμή του συστήματος να
καθορίζει την τιμή αγοράς του συνόλου της
ημερήσιας ηλεκτροπαραγωγής στις ευρωπαϊκές
αγορές ηλεκτρικής ενέργειας. Πιο συγκεκριμένα, η
τελευταία μονάδα ηλεκτροπαραγωγής που εισέρχεται
στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, συνήθως μια
μονάδα φυσικού αερίου, είναι αυτή που δίδει και
την τιμή αγοράς του συνόλου της προσφερόμενης
ημερήσιας παραγωγής.
Η
αβεβαιότητα σχετική με την εξέλιξη της διεθνής
τιμής του φ.α, και η πολιτική της ενεργειακής
μετάβασης οδηγούν την Ελληνική πλευρά στην
εφαρμογή μηχανισμών αυτόματης τιμαριθμοποίησης
στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
(daily market pricing, daily marginal pricing,
indexation) , διατηρώντας όμως εκτός της
ελεύθερης αγοράς και τιμαριθμοποίησης την
παραγωγή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας . Η
αυτόματη τιμαριθμοποίηση διευκολύνει τους
ηλεκτροπαραγωγούς να συνεχίσουν να καταναλώνουν
φυσικό αέριο ανεξάρτητα του κόστους του.
Επιπλέον, ο Ελληνικός κλάδος της ενέργειας
επιλέγει στη λιανική αγορά, την τιμαριθμοποίηση
των τιμολογίων κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας
με δύο τρόπους: α) με την εφαρμογή (ρήτρας)
μηχανισμού αναπροσαρμογής των τιμολογίων
(κυμαινόμενα τιμολόγια) σύμφωνη με τη διακύμανση
των τιμών στις ημερήσιες χονδρεμπορικές αγορές
ηλεκτρικής ενέργειας και β) , με τον
περιορισμό της χρονικής διάρκειας του συνόλου
των συμβολαίων κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας,
έως 1 έτους (στα σταθερά και στα κυμαινόμενα
τιμολόγια τους).
Έχουν
περάσει πολλά χρόνια από τότε που οι δύο
διάσημοι οικονομολόγοι κατέγραψαν τις συνέπειες
του πληθωρισμού στη δημόσια και στην ιδιωτική
οικονομία. Οι συνέπειες του πληθωρισμού δεν
εξαρτώνται μόνο από τις δύο παραμέτρους που
ανέφεραν οι δύο οικονομολόγοι εξαρτώνται κυρίως
από τη δομή της οικονομίας και την κατάσταση που
την «βρίσκει» το πληθωριστικό φαινόμενο.
Δηλαδή, από τη δυνατότητα της οικονομίας να
απορροφήσει τις πιθανές πληθωριστικές πιέσεις
που εκδηλώνονται στις επιμέρους αγορές της.
Με μια
σύντομη καταγραφή από τη σύγχρονη
μακροοικονομική θεωρία (Βλέπε Dornbusch, Mundel,
Lukas, Phelps, Bernanke, Krugman, Sachs,
Stiglitz κ.α.) , η ικανότητα μιας οικονομίας να
απορροφήσει πιθανές πληθωριστικές πιέσεις
εξαρτάται από:
α) το
μερίδιο των διάφορων κλάδων της οικονομίας στο
συνολικό Εθνικό Εισόδημα της (γεωργία,
βιομηχανία, υπηρεσίες, δημόσιος τομέας), β) από
την αξία των καθαρών εισαγωγών της( αξία
εξαγωγών – αξία εισαγωγών), γ) από την
οικονομική κατάσταση των εγχώριων επιχειρήσεων
και των νοικοκυριών (επίπεδο ιδιωτικού χρέους),
δ) από τα δημόσια οικονομικά (επίπεδο δημόσιου
χρέους, σχέση εσωτερικού-εξωτερικού χρέους,
επίπεδο δημοσιονομικού ελλείμματος), ε) από το
επίπεδο ανεργίας στ) από το αρχικό σημείο της
αξίας της εγχώριας παραγωγής και απασχόλησης τη
στιγμή της έκρηξης του πληθωρισμού και ζ) από
τις συνθήκες ανταγωνισμού στο σύνολο της
αλυσίδας προμήθειας προϊόντων και υπηρεσιών
στην οικονομία. Και φυσικά, εξαρτάται από το
ρόλο που διαδραματίζει η Κεντρική Τράπεζα της
και ειδικότερα, από τις αποφάσεις και τις
δράσεις της ΚΤ, με την εκδήλωση των
πληθωριστικών πιέσεων.
Η
αυτόματη και η πλήρης τιμαριθμοποίηση της
οικονομίας δεν είναι εφικτή και δεν συστήνεται
από τους σύγχρονους οικονομολόγους
συμπεριλαμβανομένων και των Modigliani, Fischer.
Οι σύγχρονες οικονομίες και οι επιχειρήσεις
επιδιώκουν να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα του
πιθανού πληθωρισμού με την αναπροσαρμογή του
κόστους παραγωγής τους, με την εφαρμογή νέων
τεχνολογιών και νέων μεθόδων παραγωγής, με την
αναπροσαρμογή των συμβολαίων προμήθειας υλικών,
καυσίμων κ.λ.π. και όχι με την αυτόματη
αναπροσαρμογή των τιμών των προϊόντων τους.
Και η
προβλεψιμότητα του φαινομένου του πληθωρισμού
είναι πλέον δυνατή λόγω των δυνατοτήτων που
προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία στην
υπολογιστική επιστήμη και στην διαχείριση
δεδομένων.
Επανερχόμαστε όμως στο άρθρο των δύο διάσημων
οικονομολόγων για να διακρίνουμε τις συνέπειες
του πληθωρισμού σε μια οικονομία ανεξάρτητα της
δομής της. Άλλωστε, στο φαινόμενο της εκδήλωσης
του αυξανόμενου πληθωρισμού δεν υπάρχουν μεγάλα
περιθώρια άσκησης πολιτικής και ταχείας
αντίδρασης της δημόσιας διοίκησης αν η
τελευταία καταλήγει απλά στο συμπέρασμα ότι
είναι η δομή της οικονομίας ο θύτης και το θύμα
του πληθωριστικού φαινομένου.
Ο
Βασίλειος Π. Πανουσόπουλος (1971) είναι Ειδικός
Επιστήμονας της Δημόσιας Διοίκησης-
Οικονομολόγος- Διεθνολόγος, Βαθμός Α, στη
Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡAΑΕY). Οι απόψεις
που εκφράζει είναι αποκλειστικά προσωπικές.
Πρώτη
δημοσίευση στον Οικονομικό Ταχυδρόμο |