Δύο (2)
όμως είναι οι κρίσιμες περιοχές στην οικονομία
που χρήζουν επισταμένης προσοχής και αξιολόγησης
αν θέλουμε να θεμελιώσουμε σε σταθερές βάσεις
την προοπτική της ελληνικής οικονομίας και να
εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη των ξένων οίκων σχετικά
με την ευοίωνη εξέλιξη των βασικών οικονομικών
μεγεθών:
Πρώτον,
ο έλεγχος της πορείας των καθαρών πρωτογενών
δαπανών που υπολογίζονται για το 2024 γύρω στα
100 δισ., ενώ από την άλλη η στροφή στη
δημοσιονομική πειθαρχία θα είναι αναγκαία. Οι
οδυνηρές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και τα
πλημμυρικά φαινόμενα, που από τούδε και στο εξής
θα συνιστούν κανονικότητα, ανατρέπουν υπάρχοντες
σχεδιασμούς και απαιτούν σοβαρές
μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις και ορθά στοχευμένη
αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων που
κατευθύνονται σε έργα υποδομής.
Δεύτερον, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών
συναλλαγών που από 1,5% του ΑΕΠ το 2019 έφθασε
στο 10% το 2022 λόγω ενεργειακού κόστους και
πανδημικής κρίσης. Χρειάζεται στρατηγική
τιθάσευσή του με στόχευση τον εξωστρεφή
προσανατολισμό της οικονομίας μέσω των διεθνώς
εμπορεύσιμων προϊόντων και άνοιγμα επείγουσας
συζήτησης για το νέο παραγωγικό – αναπτυξιακό
μοντέλο που έχει ανάγκη η χώρα και που βεβαίως
προσαρμόζονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της
οικονομίας της. Υψηλό έλλειμμα σε συνδυασμό με
χαμηλή ανάπτυξη αποτελούν εκρηκτικό μείγμα για
το μέλλον.
* Ο κ.
Αντώνης Ζαΐρης είναι αναπληρωτής αντιπρόεδρος
του ΣΕΛΠΕ, επίκουρος καθηγητής Διοίκησης
Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Νεάπολις στην
Κύπρο, μέλος της Ενωσης Αμερικανών Οικονομολόγων
(ΑΕΑ) και premium digital member του Παγκόσμιου
Οικονομικού Forum (WEF).
** Το
άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή. |