Ο
δομικός πληθωρισμός, ωστόσο, αυξήθηκε από 5,3%
σε 5,4%. Μια αύξηση που φαίνεται να ενισχύει
την πεποίθηση της ΕΚΤ να συνεχίσει αποφασιστικά
την πορεία αύξησης των επιτοκίων, όπως εξήγησε
την περασμένη εβδομάδα στη Σίντρα της
Πορτογαλίας η Κριστίν Λαγκάρντ.
Οι
αριθμοί όμως κρύβουν μια δυσάρεστη αλήθεια για
τον πληθωρισμό: Πριν έναν χρόνο που η ΕΚΤ
ξεκίνησε να αυξάνει τα επιτόκια, η κατάσταση
ήταν όμως διαφορετική.
Τότε, η
τάση αύξησης του πληθωρισμού ήταν υψηλότερη,
αλλά λόγω των τιμών της ενέργειας.
Δυστυχώς, σήμερα τη μερίδα του λέοντος
παίρνουν οι τιμές των τροφίμων. Αυτές οι
αυξήσεις αντιπροσωπεύουν μείωση όχι μόνο της
αγοραστικής δύναμης, αλλά και του βιοτικού
επιπέδου των ανθρώπων.
Αν
απλοποιήσουμε τα πράγματα, χωρίς υπερβολή, η ΕΚΤ
είναι σαν να λέει ότι όταν μέρος των πολιτών
πέσει στο έδαφος λόγω έλλειψης τροφής, ο
πληθωρισμός θα υποχωρήσει στον -ανέφικτο-για
πολλούς οικονομολόγους στόχο του 2%,όπως είπε
για παράδειγμα και ο πρώην επικεφαλής
οικονομολόγος του Δ.Ν.Τ, Ολιβιέ Μπλανσάρ.
Αλλά
αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί σοβαρή νομισματική
πολιτική.
Οταν
μάλιστα η ίδια η Λαγκάρντ παραδέχεται ότι η
αύξηση των τιμών στα τρόφιμα συνδέεται
περισσότερο με τα εταιρικά κέρδη.
Ακόμη
και η μεσαία τάξη το καταλαβαίνει, όταν πηγαίνει
στο σούπερ μάρκετ. Αρχίζει να καταλαβαίνει τι
σημαίνει έλλειψη και στέρηση. Και επειδή η
μεσαία τάξη δεν γεννιέται ως τέτοια, αλλά είναι
μια θέση που κατακτάται ξεκινώντας από τον πάτο,
αρχίζει να βλέπει τον κίνδυνο να…επιστρέψει.
Τα
χαρακτηριστικά άλλωστε του σημερινού πληθωρισμού
σηματοδοτούν πολύ περισσότερα από μια σκληρή
προσγείωση για την οικονομία.
Η αύξηση
των επιτοκίων σε αυτό το στάδιο είναι άχρηστη,
απλώς επιδεινώνει την κατάσταση.
Για την
Λαγκάρντ, το μόνο εργαλείο που σκοπεύει να
χρησιμοποιήσει είναι αυτό των επιτοκίων. Αλλά
ακριβώς για αυτόν τον λόγο θα μπορούσε
τουλάχιστον, ακολουθώντας το παράδειγμα της Fed,
να αφήσει τα επιτόκια αμετάβλητα. Δυστυχώς, αυτό
που επέλεξε η ΕΚΤ είναι ένα πικρό φάρμακο που
μπορεί να οδηγήσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα-
ίσως και όχι όμως-εξοντώνοντας μεγάλα τμήματα
της κοινωνίας.
Σε αυτές
τις συνθήκες καιρός είναι να παρέμβει η
πολιτική στην Ευρώπη.
Υπάρχουν
και οι κυβερνήσεις που έχουν στόχο και τον
έλεγχο των τιμών. Και είναι ευθύνη τους να
παρέμβουν το συντομότερο δυνατό για να
διασφαλίσουν ότι οι αυξήσεις τιμών δεν θα
υπαγορεύονται από την επιθυμία περαιτέρω αύξησης
των εταιρικών κερδών.Το καμπανάκι χτύπησε με
ηχηρό τρόπο χθες και το Γραφείο Προϋπολογισμού
της Βουλής…
Μιχάλης
Ψύλος (Ναυτεμπορική) |