| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Τρίτη, 00:01 - 07/01/2025

               

 

 

 

1. Το 2025 ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ προβλέπεται ότι θα είναι 2,3%. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΕΕ είναι πάλι η εγχώρια ζήτηση που θα προσφέρει 2,7% στη μεγέθυνση (συνολική κατανάλωση 1,6% ΑΣΠΚ 1,1%), ενώ οι καθαρές εξαγωγές θα συμμετέχουν για ακόμη μια φορά αρνητικά στη μεγέθυνση κατά – 0,4%.!!! (το 2024 εκτιμάται ότι η συμμετοχή των καθαρών εξαγωγών στον προσδιορισμό του ΑΕΠ θα είναι αρνητική κατά – 1.4%)

Η ιδιωτική κατανάλωση πάλι θα δώσει τον τόνο υποστηριζόμενη από τις αυξήσεις των αμοιβών εργασίας και τον τουρισμό, αλλά ο ρυθμός θα είναι μικρότερος 1.6% από το προηγούμενο έτος 1,7%. Επίσης η δημόσια κατανάλωση θα μείνει στάσιμη 0% , από 0,4% το 2024.

 
 

Οι επενδύσεις προβλέπεται να επιταχυνθούν περαιτέρω, καθώς θα αυξηθούν οι πόροι του ΤΑΑ.   Είναι εμφανής η συνεισφορά των πόρων του ΤΑΑ από την περίοδο 2022- 2025 . Συγκεκριμένα : 25,0%, 18,65%, 25,1%, 34,75% αντίστοιχα ανά έτος. Συνεπώς συνάγεται ότι η αύξηση των επενδύσεων προκύπτει από τους πόρους του ΤΑΑ το οποίο , ως γνωστό , τελειώνει το 2026! Βεβαίως οι εκταμιεύσεις μπορούν να συνεχισθούν μέχρι το 2029 με βάση την πρόοδο της εκτέλεσης των επενδυτικών έργων.  Ειδικότερα, η Ελλάδα εισέπραξε τον Ιούλιο την τέταρτη δόση του σκέλους των δανείων ύψους 2,3 δις ευρώ και το Σεπτέμβριο την τέταρτη δόση του σκέλους των επιχορηγήσεων ύψους 1 δις ευρώ. Συνολικά έχει λάβει 18,2 δις ευρώ (51% των διαθέσιμων πόρων), εκ των οποίων 9,6 δις ευρώ σε δάνεια (54% του συνόλου) και 8,6 δις ευρώ σε επιδοτήσεις (47% του συνόλου), έχοντας ολοκληρώσει το 28% των συμφωνημένων στόχων/οροσήμων. Εντούτοις, ως προς το σκέλος των επιχορηγήσεων του RRF, οι εκταμιεύσεις προς τους τελικούς δικαιούχους παρουσιάζουν καθυστερήσεις. Ειδικότερα, μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2024 είχε καταβληθεί στους τελικούς δικαιούχους ποσό ύψους 4,13 δις ευρώ (το 48% των συνολικών εισπράξεων), ενώ μέχρι το Νοέμβριο επιπλέον 3,25 δις ευρώ είχαν μεταβιβαστεί από τον κρατικό προϋπολογισμό προς τους φορείς της γενικής κυβέρνησης.  (Στοιχεία της ΤτΕ : Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Έκθεση  Δεκέμβριος 2024, σ.102-3)

Δεύτερον, παρά τα θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα το εθνικό τμήμα του ΠΔΕ παραμένει σταθερό για το 2025.

Όμως ίσως το σημαντικότερο είναι ότι οι δημόσιες επενδύσεις συνεισφέρουν περίπου το 35% στο σύνολο του ΑΣΠΚ κάτι που προφανώς δημιουργεί σκεπτικισμό για τη δημιουργία βραχυχρόνιων ανισορροπιών  αλλά πρωτίστως για μακροχρόνιες ανισορροπίες που μπορούν να επιφέρουν προβλήματα δύσκολα αντιμετωπίσιμα.

Το  Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών για το 2025 θα συνεχίσει να είναι υψηλά αρνητικό (-7,5% ΑΕΠ) αποτελώντας ένα βασικότατο περιορισμό στη μεγεθυντική διαδικασία του ΑΕΠ.

Οι συνολικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αναμένεται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται με μέσο ρυθμό 3,3% τα επόμενα έτη.

Η αύξηση των εισαγωγών προβλέπεται να παραμείνει ισχυρή, δεδομένου του υψηλού εισαγωγικού περιεχομένου των επενδύσεων, αλλά και της γενικότερης παραγωγικής δομής της ελληνικής οικονομίας. Μάλιστα η ΤτΕ (Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Έκθεση  Δεκέμβριος 2024, σ. 97) επισημαίνει ότι η σύνθεση των εισαγωγών θα πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά, καθώς ενδεχόμενη υπερβάλλουσα αύξηση των εισαγωγών τα επόμενα χρόνια ενέχει τον κίνδυνο σοβαρής επιδείνωσης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Οι εξελίξεις αυτές οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η συμβολή του εξωτερικού τομέα συνολικά στη μεγέθυνση του ΑΕΠ θα είναι τα επόμενα έτη αρνητική.

2. Η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας κατά το 2024 επιδεινώθηκε ελαφρώς ως προς τις σχετικές τιμές, αλλά βελτιώθηκε ως προς το σχετικό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Η διεθνής  ανταγωνιστικότητα με βάση το σχετικό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος καταφέρνει να διατηρείται σχετικά σταθερή λόγω της μεγαλύτερης συγκράτησης των μισθολογικών αποδοχών των Ελλήνων εργαζομένων σε σχέση με τους αντίστοιχους των κύριων εμπορικών εταίρων (Ευρωπαϊκών χωρών) και όχι λόγω της αύξησης της παραγωγικότητας.

Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος το 2024 στο σύνολο της οικονομίας εκτιμάται ότι θα αυξηθεί στην Ελλάδα κατά 3,1%, ενώ η αντίστοιχη αύξηση αναμένεται να διαμορφωθεί σε 4,5% στη ζώνη του ευρώ και 4,8% στην ΕΕ-27 σύμφωνα με τις συγκρίσιμες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι εν λόγω εκτιμήσεις ενσωματώνουν την πρόβλεψη υψηλών αυξήσεων των ονομαστικών αποδοχών ανά εργαζόμενο και αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας κατά 1,0% στην Ελλάδα, έναντι μείωσης 0,2% στη ζώνη του ευρώ. Δηλαδή ενώ στην Ελλάδα με αύξηση της παραγωγικότητας έχουμε μικρότερη αύξηση του κόστους  εργασίας  δηλαδή χαμηλότερη αύξηση των ονομαστικών αποδοχών ανά εργαζόμενο, στην ΕΕ-27, αντιθέτως  με μείωση της παραγωγικότητας έχουμε μεγαλύτερη αύξηση του κόστους εργασίας δηλαδή μεγαλύτερη αύξηση των ονομαστικών αποδοχών ανά εργαζόμενο.

Ως προς τις προοπτικές για το 2025, εκτιμάται ότι ο πρόσφατος κύκλος βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδος με αφορμή την ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη εξαντλείται, καθώς οι ρυθμοί ανόδου του ΕνΔΤΚ και του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και σε άλλους σημαντικούς εμπορικούς εταίρους υποχωρούν ταχύτερα από ό,τι εκείνοι της Ελλάδος.

3. Προβλέπεται για το 2025 (Δες: Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού 2025), επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 2,4% του ΑΕΠ το 2025 και μείωση του δημόσιου χρέους κατά 6,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, σε 147,5% του ΑΕΠ.

Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο δημόσιο χρέος (Γενικής Κυβέρνησης) προς το ΑΕΠ στην ΕΕ ( εκτιμάται στο 154% στο τέλος του 2024). Το μεγαλύτερο ποσοστό από το δημόσιο χρέος οφείλεται σε δημόσιους θεσμούς της ΕΕ. Το επίσημο δημόσιο χρέος είναι περίπου 240 δισεκατομμύρια ευρώ (70,0%) που μεταφράζεται στο 70% περίπου του σημερινού συνολικού ελληνικού δημοσίου χρέους. Το ποσό αυτό πρέπει να αποπληρωθεί πλήρως σε άνισες ετήσιες δόσεις μεταξύ 2024 και 2070 με χαμηλά μη αγοραία επιτόκια. Η χώρα έχει δεσμευτεί να πληρώσει επιστροφή των δανείων από τον ESM μεταξύ 2034 και 2060, ενώ τα δάνεια από το EFSF θα επιστραφούν μεταξύ 2023 και 2070. Η βιωσιμότητα  του χρέους θα απαιτήσει πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα περίπου 2% κατά μέσο όρο όλα αυτά τα χρόνια. Αξίζει να τονιστεί, ωστόσο, ότι ο υπολογισμός του μεγέθους των πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων δεν μπορεί να γίνει με απλές αριθμητικές ασκήσεις χρέους.  Αυτό επειδή αυτός ο υπολογισμός είναι ευαίσθητος σε υποθέσεις σχετικά με τους μελλοντικούς ρυθμούς μεγέθυνσης , τα φορολογικά έσοδα και, ίσως το πιο σημαντικό, την εξέλιξη του μέρους του δημόσιου χρέους που αγοράζεται εφεξής από ιδιώτες με  επιτόκια που ισχύουν στην αγορά. Όλα τα παραπάνω αποτελούν ενδογενείς μεταβλητές που από κοινού καθορίζουν την εξέλιξη του δημοσίου χρέους. Περαιτέρω όσο μειώνεται ο πληθωρισμός, ή επιβραδύνεται ο ρυθμός  μεγέθυνση του ΑΕΠ ή αυξάνεται το ύψος των επιτοκίων , θα προκύψουν δυσκολίες για τη μείωση του λόγου ΔΧ/ΑΕΠ. Συνεπώς , η διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων  καθίσταται πιο δύσκολη μακροπρόθεσμα, λόγω της αναμενόμενης επιβράδυνσης των ρυθμών μεγέθυνσης της οικονομίας και της σταδιακής εξάλειψης της θετικής επίδρασης του πληθωρισμού στα δημοσιονομικά μεγέθη. (Με βάση τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος 2025-28).

4. Παρά τις αυξήσεις που έχουν καταγραφεί, όσον αφορά στα εισοδήματα, τα ονομαστικά και τα πραγματικά μεγέθη στην Ελλάδα υστερούν αισθητά σε σύγκριση με την Ευρωζώνη. Σε ονομαστικούς όρους, το άνω όριο της μεσαίας τάξης για το 2023 ήταν περίπου 20.100 ευρώ στην Ελλάδα, ενώ στην Ευρωζώνη έφτανε τα 45.140 ευρώ. Αντίστοιχα, το κάτω όριο της μεσαίας τάξης ήταν 6.030 ευρώ στην Ελλάδα και 13.542 ευρώ στην Ευρωζώνη. Το διάμεσο εισόδημα για την ίδια χρονιά ήταν 10.050 ευρώ στην Ελλάδα, ενώ στην Ευρωζώνη ανερχόταν σε 22.570 ευρώ. Το ιδιωτικό κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα ήταν 21.163 ευρώ το 2023, ενώ στην Ευρωζώνη 38.939 ευρώ.(Π. Πετράκης – Π. Κωστής, Εισοδήματα και εθνική ανθεκτικότητα, https://indeepanalysis.gr/oikonomia/eisodimata-kai-ethiniki-anthektikotita)

Επίσης και στους μισθούς, παρά τις αυξήσεις που έχουν καταγραφεί, η Ελλάδα παραμένει πάρα πολύ χαμηλά σε σχέση με την ΕΕ σε όρους αγοραστικής δύναμης. Η θέση της Ελλάδος σχετικά με το συγκεκριμένο μέγεθος ήταν δεύτερη από το τέλος ( πάνω μόνο από τη Βουλγαρία) μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ. Το 2023, παρά την αύξηση, εξακολουθεί να παραμένει στην προτελευταία θέση  και μάλιστα ενώ η Βουλγαρία μείωσε σημαντικά τη διαφορά απειλώντας μας του χρόνου να βρεθούμε εμείς στην τελευταία θέση οι χώρες που ήταν αμέσως πάνω από εμάς στην κατάταξη αύξησαν τη διαφορά με αποτέλεσμα να απομακρυνθούν περισσότερο. Αναφέρω παραδειγματικά : στην Ελλάδα ο Δείκτης κατά κεφαλή ΑΕΠ σε όρους αγοραστικής δύναμης ως προς το μέσο όρο των χωρών της ΕΕ-27, το 2019 ήταν 65,8 και το  2023 αντίστοιχα 67,2 , αυξημένος κατά 1,4.   Τουλάχιστον 15 χώρες της ΕΕ ο Δείκτης αυτός αυξήθηκε πολύ περισσότερο από την Ελλάδα και κυρίως είναι χώρες της λεγόμενης «Νέας Ευρώπης». (https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php?title=Purchasing_power_parities_and_GDP_per_capita_-_flash_estimate).

Σύμφωνα με την ΤτΕ, το 2025 προβλέπεται ότι οι συνολικές αμοιβές και οι αμοιβές ανά μισθωτό θα επιβραδυνθούν ελαφρά όπως φαίνεται στον παρακάτω Πίνακα 1

Αμοιβές εργασίας (2022-2025)

                             

Επίσης το α΄ τρίμηνο του 2024, το μερίδιο καθαρού κέρδους (που ορίζεται ως ο λόγος του καθαρού λειτουργικού πλεονάσματος προς την καθαρή προστιθέμενη αξία), το οποίο εκφράζει την απόδοση του επιχειρηματικού τομέα σε όρους λειτουργικών κερδών, υποχώρησε στο 35,1% από 37,0% την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Εντούτοις, παρέμεινε εντυπωσιακά υψηλότερο συγκριτικά με το μέσο όρο της προ της πανδημίας τριετίας 2017-2019 (28,1%). Οι καλές επιδόσεις του τουριστικού και του κατασκευαστικού τομέα, σε συνδυασμό με τις πληθωριστικές πιέσεις και προσδοκίες και τη διατήρηση της ζήτησης σε θετικούς ρυθμούς, τροφοδότησαν τα τελευταία έτη την εξαιρετική πορεία των κερδών των επιχειρήσεων.

5. Συμπερασματικά δεν περιμένουμε να αλλάξει κάτι σημαντικά –ceteris paribus- στην οικονομία με το νέο έτος 2025. Οι εξελίξεις θα κυλήσουν, εκτός κάποιου έκτακτου γεγονότος, μονότονα και κουραστικά : η πλειοψηφία των Ελλήνων θα συνεχίσει την προσπάθεια να ανταποκριθεί στοιχειωδώς στις υποχρεώσεις της και να επιβιώσει σε όλο και πιο αβέβαιες και δύσκολες συνθήκες.

Η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική έχει σαφή προσανατολισμό και θα μπορούσαμε να την περιγράψουμε με το ακόλουθο απόσπασμα από το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό – Διαρθρωτικό Πρόγραμμα 2025-2028, σ. 39:

«Η πρόοδος που έχει συντελεστεί τα τελευταία 5 έτη στηρίχθηκε σε τρεις βασικούς πυλώνες. Πρώτο, μια υγιή και συνετή δημοσιονομική πολιτική. Δεύτερο, μια αξιόπιστη και αποτελεσματική στρατηγική για την αποκατάσταση συνθηκών χρηματοπιστωτικής κανονικότητας. Και τρίτο, ένα πρόγραμμα εκτεταμένων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που βελτιώνουν το επιχειρηματικό περιβάλλον και παρέχουν κίνητρα για υψηλότερες επενδύσεις και συμμετοχή στην αγορά εργασίας».

Δηλαδή η παλαιά «καλή» αντίληψη ότι η πρόοδος και η εξέλιξη  σε μια κοινωνία προέρχεται μόνο μέσω της άψογης λειτουργίας  αυτών των οικονομικών πυλώνων. Όλα τα υπόλοιπα υπάρχουν και ζουν  ex residuo!!! Για το λόγο αυτό άλλωστε η Ελλάδα μπαίνει το 2024  υπό παρακολούθηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή  σε ό,τι αφορά τους δείκτες κοινωνικής προστασίας, ένταξης και απασχόλησης, οι οποίοι όπως αναφέρεται στην Έκθεση της Επιτροπής  δείχνουν ότι βρίσκονται σε  «κρίσιμη κατάσταση».   (European Commission, Proposal for a joint employment report, Strasbourg, 17.12.2024, https://www.in.gr/wp-content/uploads/2024/12/Commision-in.pdf ).

Συγχρόνως αυτή η αντίληψη της οικονομικής πολιτικής ενδιαφέρεται , επί της ουσίας, μόνο με την  ποσοτική πλευρά των μεγεθών δίνοντας έμφαση στην οικονομική μεγέθυνση και σχεδόν καθόλου με την ποιοτική πλευρά των μεγεθών έτσι ώστε να υπάρξει οικονομική ανάπτυξη. Θεωρώ ότι θα πρέπει να στρέψουμε το βλέμμα μας στην τελευταία. Διότι εκτός από τα προβλήματα του 2025 υπάρχουν τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας (χαμηλή παραγωγικότητα, υπογεννητικότητα, επενδύσεις που δεν κατευθύνονται στις υποδομές και στην έρευνα, χαμηλή διαρθρωτική  ανταγωνιστικότητα κ.τ.λ) που δεν βρίσκουν τις κατάλληλες απαντήσεις εδώ και χρόνια….

Ο  Κώστας Μελάς είναι  διδάκτωρ οικονομίας 

Πρώτη δημοσίευση στον Οικονομικό Ταχυδρόμο

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2024 Greek Finance Forum