Η ανακοίνωση δύο νέων συμφωνητικών
ενεργειακής συνεργασίας ανάμεσα στην εκπρόθεσμη
κυβέρνηση εθνικής ενότητας της Λιβύης (GNU) και
στην Αγκυρα προκάλεσε εύλογη αναστάτωση στην
Αθήνα. Πολλοί αισθάνονται ότι ξαναζούν τον
εφιάλτη του «στρατηγικού αιφνιδιασμού» του
τουρκολιβυκού μνημονίου του Νοεμβρίου 2019.
Μια
απονομιμοποιημένη
προσωρινή κυβέρνηση, η
θητεία της οποίας έχει
λήξει, με επικεφαλής
έναν στενό συνεργάτη της
Τουρκίας, υπερβαίνει τα
όρια της εντολής που τη
συνέστησε προκειμένου να
ξεπληρώσει τα προσωπικά
πολιτικά γραμμάτια του
επικεφαλής της στην
Τουρκία.
Το 2019, τα
γραμμάτια αυτά αφορούσαν
την προστασία του
συνόλου των φυλετικών
φραξιών της GNU που
έδιναν μάχη επιβίωσης
εναντίον του LNA του
Χαλίφα Χαφτάρ. Το 2022,
τα γραμμάτια αφορούν τη
διατήρηση του κ.
Ντμπεϊμπά στον
πρωθυπουργό θώκο μετά
την απόκρουση δύο
ενόπλων προσπαθειών
ανατροπής του από τις
άλλοτε φιλοτουρκικές
πολιτοφυλακές της
Μισράτα που υποστηρίζουν
τον κ. Μπασάγκα,
πρωθυπουργό της
ανατολικής Λιβύης. Ο κ.
Μπασάγκα χαίρει της
μερικής στήριξης του
κοινοβουλίου της
Βεγγάζης και του
στρατάρχη Χαφτάρ.
Και στις δύο
περιπτώσεις η Βουλή της
χώρας, που βρίσκεται
στον αντίπαλο πολιτικό
πόλο εξουσίας,
κατακεραύνωσε την
παράνομη πράξη της GNU,
ενώ αντίστοιχη ήταν η
καταδίκη της Ε.Ε., της
Αιγύπτου και άλλων
περιφερειακών δυνάμεων.
Και στις δύο
περιπτώσεις η Τουρκία
έγραψε τις αντιδράσεις
αυτές στα παλαιότερα των
υποδημάτων της
προωθώντας το
ιμπεριαλιστικό πρόγραμμα
της «Μαβί Βατάν» σε
εμφανή ρήξη με το
διεθνές δίκαιο, την
κοινή λογική και την
ίδια τη γεωγραφία.
Σε συνδυασμό με την
αμφισβήτηση της
ελληνικής κυριαρχίας σε
δεκάδες νησιά του
Αιγαίου, τα τουρκολιβυκά
μνημόνια αποτελούν την
πλέον προωθημένη
απόπειρα της Τουρκίας να
αποκλείσει την Ελλάδα
από τον φυσικό θαλάσσιο
χώρο της, καταργώντας
την ελληνική δικαιοδοσία
σε όλες τις θαλάσσιες
ζώνες της Ανατολικής
Μεσογείου.
Η αντίθεση της
Τουρκίας σε όλα τα έργα
ενεργειακής και ψηφιακής
διασύνδεσης της Ελλάδας
με την Αίγυπτο, την
Κύπρο και το Ισραήλ,
όπως και η διενέργεια
παράνομων πετρελαϊκών
εξερευνητικών εργασιών
σε ζώνες ελληνικής
θαλάσσιας δικαιοδοσίας,
στοχεύουν στη
γεωπολιτική ασφυξία της
Ελλάδας, τον εγκλεισμό
της δηλαδή σε μια φοβική
φιλοσοφία απουσίας από
τις εξελίξεις στη
Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Αποτελούν εν ολίγοις
απειλή ζωτικής εθνικής
ασφάλειας, καθώς εάν η
Ελλάδα εγκλωβιστεί σε
μια λογική μη εξάσκησης
κυριαρχικών δικαιωμάτων
ακόμη και σε θαλάσσιες
ζώνες που έχει
οριοθετήσει, τότε
αναπόφευκτα θα απολέσει
και θαλάσσια αλλά και
χερσαία κυριαρχία. Τα
μνημόνια του 2022
ουσιαστικά επιχειρούν να
εξειδικεύσουν την
οριοθέτηση του 2019,
ορίζοντας όχι μόνο τις
θεματικές της
τουρκολιβυκής
συνεργασίας (π.χ. κοινές
εξερευνήσεις και
γεωτρήσεις) αλλά και τις
θαλάσσιες ζώνες
εξάσκησης αυτής της
συνεργασίας.
Σε αντίθεση με το
2019, ωστόσο, υπάρχουν
τέσσερις ουσιώδεις
διαφορές: α) δεν
υπάρχουν (ακόμη) χάρτες
που να οριοθετούν τα
θαλάσσια τεμάχια της
Λιβύης, και αυτό είναι
μια εκκρεμότητα που
παραμένει από το 2019,
β) ενδεχόμενη εκχώρηση
τεμαχίων στην ΤΡΑΟ
μειώνει τις πιθανότητες
συνεργασίας της κρατικής
λιβυκής εταιρείας
πετρελαίου με άλλες,
πολύ πιο ικανές της ΤΡΑΟ,
εταιρείες, με αποτέλεσμα
ακόμη και παραδοσιακά
τουρκόφιλες χώρες, όπως
η Ιταλία, να αντιδράσουν
για τη δυνητική απώλεια
της οικονομικής επιρροής
τους, γ) η καταδίκη της
μονομερούς τουρκολιβυκής
ενέργειας από τον διεθνή
παράγοντα και ειδικότερα
τις ΗΠΑ είναι πλέον
κάθετη και άνευ
οποιασδήποτε αμφισημίας
και δ) υπάρχει συμφωνία
ΑΟΖ Ελλάδας – Αιγύπτου
που αμφότερες χώρες
οφείλουν να
προστατεύσουν.
Αρκούν αυτά για να
αποτρέψουν μια πιθανή
εκχώρηση θαλασσίων
τεμαχίων στην ΤΡΑΟ προς
εξερεύνηση και παραγωγή
υδρογονανθράκων και τη
συνακόλουθη δυνητική
εμφάνιση τουρκικών
σεισμογραφικών σκαφών
νοτίως της Κρήτης;
Προφανώς και όχι.
Για αυτό ακριβώς
πρέπει να καταστεί σαφές
προς πάσα κατεύθυνση ότι
εάν επιχειρηθεί κάτι
τέτοιο, αυτό θα
αποτελέσει casus belli
για την Ελλάδα. Σε
διαφορετική περίπτωση,
οι συμφωνίες οριοθέτησης
υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ
μεταξύ των νομών Χανίων
και Ρόδου θα πεταχτούν
στην κάλαθο των αχρήστων
και δεν θα μπορέσει να
προχωρήσει ούτε η
κατασκευή υποθαλάσσιων
καλωδίων οπτικών ινών
και ηλεκτρισμού με την
Αίγυπτο ούτε η
εκμετάλλευση των
δυνητικών ελληνικών
υδρογονανθράκων νοτίως
της Κρήτης.
Ευτυχώς όμως δεν
είμαστε ακόμη εκεί. Η
GNU δεν είναι
ψευδοκράτος και η
Τουρκία δεν έχει τον
απόλυτο έλεγχο επί των
πολιτικών εξελίξεων στην
Τρίπολη. Για να μη
φτάσουμε όμως σε μια
κρίση με την Τουρκία που
θα είναι πολύ χειρότερη
και με πολύ μεγαλύτερο
διακύβευμα σε σχέση με
αυτή του θέρους του
2020, η κυβέρνηση
καλείται: α) Με
αντάλλαγμα τη μη
οριοθέτηση τυχόν
επίμαχων θαλασσοτεμαχίων
που να εφάπτονται της
ελληνικής υφαλοκρηπίδας,
να προτείνει στην GNU
την προώθηση έργων
υποδομής που θα
διασυνδέουν και
ενεργειακά τη Λιβύη με
την Ε.Ε. μέσω Ελλάδας.
Εάν ωστόσο η
συμφιλιωτική αυτή
πρόταση απορριφθεί από
την GNU: β) Η Αθήνα δεν
μπορεί παρά να
διατυπώσει τις κόκκινες
γραμμές της με χρήση του
casus belli και να
προειδοποιήσει ότι θα
ασκήσει βέτο στην
προώθηση των σχέσεων Ε.Ε.
– Λιβύης, στοχεύοντας
προσωπικά τον παράνομο
πρωθυπουργό κ. Ντμπεϊμπά.
Σε κάθε περίπτωση,
οι νέες τουρκολιβυκές
συμφωνίες αποτελούν μια
πρώτης τάξεως ευκαιρία
ώστε να κλείσει η σοβαρή
εκκρεμότητα των 4
κορβετών, που θα πρέπει
να αρχίσουν να
ενσωματώνονται στον
στόλο παράλληλα με τις
πρώτες Belharra, και να
επιταχυνθούν οι
παραδόσεις των Viper και
των Rafale, που έως τα
τέλη του 2023 θα έχουν
γείρει αποφασιστικά την
πλάστιγγα υπέρ της
Ελλάδος στον αεροπορικό
τομέα ισχύος.
* Ο δρ Θεόδωρος
Τσακίρης είναι
αναπληρωτής καθηγητής
Γεωπολιτικής και
Ενεργειακής Πολιτικής
του Πανεπιστημίου
Λευκωσίας.
** Το άρθρο
δημοσιεύτηκε αρχικά στην
Καθημερινή της Κυριακής.