Οι πληγές
από την πολυετή κρίση είναι ακόμη βαθιές, αλλά
αναμφισβήτητα έχει καταγραφεί πρόοδος:
To
«πραγματικό» κατά κεφαλήν εισόδημα των ελληνικών
νοικοκυριών, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ,
έχει αυξηθεί – παρά την εξελισσόμενη
πληθωριστική κρίση – κατά 13% από το 2019 και το
ίδιο ισχύει για την κατανάλωση σε σταθερές
τιμές, ωστόσο και τα δύο μεγέθη υστερούν κατά
-17% και -7% από τα αντίστοιχα προ κρίσης
επίπεδά τους (2007-08).
Ως ποσοστό
του μ.ό. της ΕΕ, το πραγματικό εισόδημα των
νοικοκυριών (σε όρους ισοτιμίας αγοραστικής
δύναμης) θα κυμανθεί στο 71% το 2024 από τα
χαμηλά του 66% το 2018 και το 2020.Εφόσον
διατηρήσουμε την τροχιά της τελευταίας διετίας –
με την αύξηση απασχόλησης και μισθών να
διαδραματίζει κομβικό ρόλο, καθώς σε αρκετά
νοικοκυριά προστέθηκαν και εργαζόμενα μέλη λόγω
της μείωσης της ανεργίας –, αναμένω ότι το
ποσοστό αποταμίευσης θα ανακάμψει σταδιακά.
Ποιοτικές
θέσεις εργασίας, δικαιότερη κατανομή του
φορολογικού βάρους/διεύρυνση φορολογικής βάσης,
υποχώρηση του πληθωρισμού, βελτίωση των
κοινωνικών πολιτικών (καθώς τα νοικοκυριά
αναλώνουν υψηλό ποσοστό του εισοδήματός τους για
υγεία, παιδεία, στέγαση και άλλες βασικές
κοινωνικές ανάγκες) και ενθάρρυνση των
συλλογικών διαπραγματεύσεων, ώστε μεγαλύτερο
μέρος των εργαζομένων να λαμβάνουν μέρισμα από
την ανάκαμψη, αποτελούν βασικές προϋποθέσεις
ενίσχυσης των εισοδημάτων και της αποταμίευσης.
Δεν πρέπει
να λησμονούμε ότι οι τραπεζικές καταθέσεις των
ελληνικών νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά περισσότερο
από €30 δισ. (+20%) μεταξύ 2018 και 2024 και οι
χρηματοοικονομικές τους επενδύσεις (εκτός
μετοχών) κατά σχεδόν €20 δισ. την ίδια περίοδο,
συνεπώς η βασική πρόκληση είναι η διάχυση της
βελτίωσης σε μεγαλύτερο ποσοστό πολιτών.
Ο Νίκος
Μαγγίνας είναι επικεφαλής οικονομολόγος της
Εθνικής Τράπεζας
Premium
έκδοση ΤΑ ΝΕΑ
|