Πέρασαν δύο χρόνια
και πλέον αφότου η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) άρχισε
να διογκώνει το κόστος δανεισμού, ώστε να χαλιναγωγήσει
τον πληθωρισμό. Ωστόσο, ακόμα και σήμερα οι επιχειρήσεις
προσλαμβάνουν, οι καταναλωτές δαπανούν και τα στελέχη της
πρώτης διερωτώνται γιατί οι αυξήσεις τους δεν ήταν πιο
επιθετικές. Η απάντηση πιθανώς βρίσκεται εν μέρει σε μια
απλή καθημερινότητα, ότι δηλαδή τα υψηλά επιτόκια δεν
πλήττουν πραγματικά τους Αμερικανούς με σπίτια και μετοχές,
όπως οι οικονομολόγοι ανέμεναν. Όπως έγραψαν σε πρόσφατη
ανάλυση τους οι New York Times, βέβαια, ορισμένοι σαφώς και
νιώθουν πίεση από τη νομισματική πολιτική. Ειδικά τα
επιτόκια των πιστωτικών καρτών έχουν εκτοξευθεί στα ύψη και
οι ολοένα και μεγαλύτερες καθυστερήσεις στην καταβολή δόσεων
για τα αυτοκίνητα δείχνουν ότι τα άτομα με χαμηλότερα
εισοδήματα παλεύουν υπό το βάρος των εκκρεμοτήτων τους. Οι
λοιποί όχι. Οι αξίες των κατοικιών τους διατηρούνται ως επί
το πλείστον παρά τα υψηλότερα επιτόκια, οι χρηματιστηριακοί
δείκτες κυμαίνονται κοντά σε πρωτοφανή επίπεδα, ενώ πρώτη
φορά μέσα σε πολλά χρόνια οι αποταμιεύσεις τους έχουν
αξιόλογους τόκους.
Δεδομένου ότι
αισθάνονται καλά με τα προσωπικά τους οικονομικά, πολλοί
Αμερικανοί συνέχισαν επίσης να ανοίγουν το πορτοφόλι τους
για να αγοράσουν προγράμματα διακοπών, εισιτήρια συναυλιών
και άλλες υπηρεσίες και αγαθά, με αποτέλεσμα η κατανάλωση να
παραμένει απροσδόκητα ισχυρή, ακόμη και δύο χρόνια μετά την
εκστρατεία της Fed για αποθέρμανση της οικονομίας. Οπερ
σημαίνει ότι η άνοδος των επιτοκίων, η οποία πάντα απαιτεί
χρόνο να λειτουργήσει, αυτή τη φορά καθυστέρησε ακόμα
περισσότερο. «Τα οικονομικά των νοικοκυριών σε γενικές
γραμμές εξακολουθούν να φαίνονται αρκετά καλά, αν και μια
ομάδα πολιτών αισθάνεται τον οδυνηρό αντίκτυπο των υψηλών
επιτοκίων», δήλωσε η Κάρεν Ντινάν, οικονομολόγος στο
Χάρβαρντ και πρώην προϊσταμένη οικονομολόγος στο υπουργείο
Οικονομικών.
Η Ομοσπονδιακή
Τράπεζα αύξησε τα επιτόκια σε περίπου 5,33% από τα σχεδόν
μηδενικά επίπεδα στις αρχές του 2022. Αυτά ώθησαν τα
επιτόκια των πιστωτικών καρτών και των δανείων
αυτοκινήτων και εκτίναξαν τα επιτόκια στεγαστικών δανείων 30
ετών στο σχεδόν 7% από λιγότερο από 3% αμέσως μετά την
έναρξη της πανδημίας. Βέβαια, αυτά δεν ισχύουν για
απαξάπαντες. Σχεδόν το 60% των ιδιοκτητών σπιτιού με
στεγαστικά δάνεια έχουν επιτόκια κάτω του 4%, διότι
συμφώνησαν σε ένα σταθερό και χαμηλό κόστος δανεισμού.
Επίσης, παρόλο που
τα υψηλά επιτόκια έχουν περιορίσει τη ζήτηση, οι τιμές των
κατοικιών έχουν υποχωρήσει ελαφρά μόνο ύστερα από μια μεγάλη
έκρηξη κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Σε όλες τις μεγάλες
αγορές διεθνώς οι τιμές τους είναι αυξημένες κατά περίπου
46% έναντι των αρχών του 2020. Τα νέα στοιχεία για τις τιμές
των κατοικιών στις ΗΠΑ έδειξαν μια απροσδόκητα ισχυρή
ανάκαμψη.
Ταυτόχρονα, επανήλθε
το ζωηρό αγοραστικό ενδιαφέρον για τις μετοχές, εν μέρει
επειδή οι επενδυτές πίστευαν ότι η Fed είχε τελειώσει τον
κύκλο των αυξήσεων των επιτοκίων και εν μέρει επειδή ένιωθαν
αισιόδοξοι για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές των εταιρειών
χάρις σε νέες τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη.
Το αποτέλεσμα είναι
ότι ο πλούτος των νοικοκυριών, ο οποίος αρχικά μειώθηκε μετά
την αρχική αύξηση των επιτοκίων της Fed το 2022, τώρα
διαμορφώνεται σε νέα πρωτόγνωρα επίπεδα για τα υψηλότερα
εισοδηματικά κλιμάκια. Κι αυτό, τέλος, παρατηρείται όταν η
ανεργία είναι πολύ χαμηλή και η αύξηση των μισθών σταθερή,
που σημαίνει ότι οι άνθρωποι λαμβάνουν περισσότερα χρήματα
κάθε μήνα για να διατηρήσουν τις δαπάνες τους. |