Οι διοικητές των κεντρικών
τραπεζών των βιομηχανικών χωρών έχουν χάσει σε
μεγάλο βαθμό την εκτίμηση που τους είχε το ευρύ κοινό. Κι
όμως, πριν από λίγο καιρό θεωρούνταν ήρωες, υποστήριζαν την
αδύναμη ανάπτυξη με αντισυμβατικές νομισματικές πολιτικές,
προωθούσαν την πρόσληψη μειονοτήτων, επιτρέποντας στην
αγορά εργασίας να
λειτουργήσει με κάποια υπερθέρμανση κι ακόμα και
προσπαθώντας να συγκρατήσουν την κλιματική
αλλαγή, ενώ ταυτόχρονα επέκριναν τα ακινητοποιημένα
κοινοβούλια, που δεν έκαναν περισσότερα. Τώρα κατηγορούνται
ότι απέτυχαν στο πιο βασικό τους έργο, δηλαδή να διατηρήσουν
τον πληθωρισμό χαμηλό
και σταθερό. Οι πολιτικοί, που μυρίζουν αίμα και δεν έχουν
εμπιστοσύνη στη μη εκλεγμένη εξουσία, θέλουν να
επανεξετάσουν τις εντολές των κεντρικών τραπεζών.
Αναμφίβολα, οι επικεφαλής τους καθυστέρησαν να αντιδράσουν
στα σημάδια του πληθωρισμού, που πλήθαιναν. Σε μια
προσπάθεια να τονώσει τον υπερβολικά χαμηλό πληθωρισμό, η Ομοσπονδιακή
Τράπεζα των ΗΠΑ, λόγου χάριν, τροποποίησε ακόμη και
το πλαίσιό της κατά τη διάρκεια της πανδημίας,
ανακοινώνοντας ότι θα αντιδρούσε λιγότερο στον αναμενόμενο
πληθωρισμό και πως θα διατηρήσει την ποσοτική χαλάρωση για
μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αυτό το πλαίσιο ήταν κατάλληλο
για μια εποχή διαρθρωτικά χαμηλής ζήτησης και αδύναμου
πληθωρισμού και εσφαλμένο ακριβώς τη στιγμή που ο
πληθωρισμός επρόκειτο να απογειωθεί. Μια κεντρική τράπεζα
μειώνει τον πληθωρισμό, επιβραδύνοντας την οικονομική
ανάπτυξη.
Όπως γράφει σε άρθρο
του στο Blog του ΔΝΤ, ο καθηγητής
Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων Μπουθ, Πανεπιστήμιο του
Σικάγου και πρώην διοικητής Τραπέζης της Ινδίας, οι
πολιτικές της πρέπει να θεωρηθούν λογικές, διαφορετικά χάνει
την ανεξαρτησία της. Με τις κυβερνήσεις να έχουν ξοδέψει
τρισεκατομμύρια για να στηρίξουν τις οικονομίες τους, την
απασχόληση, που μόλις ανέκαμψε από τα τρομερά χαμηλά
επίπεδα, καθώς και τον πληθωρισμό τον μετά βίας ορατό για
πάνω από μια δεκαετία, μόνο ένας ανόητος πρόεδρος/διοικητής
κεντρικής τράπεζας θα αύξανε το κόστος δανεισμού. Οι
κεντρικές τράπεζες χρειάζονταν τους πολίτες να διαπιστώσουν
τον υψηλότερο πληθωρισμό για να του αντεπιτεθούν. Εν
ολίγοις, τα χέρια των κεντρικών τραπεζών ήταν δεμένα με
διαφορετικούς τρόπους, αν και οι προηγούμενες ενέργειές τους
μείωσαν το περιθώριο ελιγμών τους. Λόγου χάριν, υπάρχει το
παράδειγμα, όπου η κεντρική τράπεζα ενεργεί για να καλύψει
τις δημοσιονομικές δαπάνες της κυβέρνησης, αλλά κι εκείνο,
όπου η κεντρική τράπεζα συναινεί στις επιταγές της αγοράς.
Είναι σαφές ότι δεν
έχουν σχέση με τις ενέργειες των κεντρικών τραπεζών των
τελευταίων ετών. Εν ολίγοις, λοιπόν, ενώ κι αυτές μπορούν να
ισχυριστούν ότι εξεπλάγησαν από τα πρόσφατα γεγονότα,
έπαιξαν οι ίδιες ρόλο στον περιορισμό του χώρου άσκησης της
πολιτικής τους. Τι γίνεται λοιπόν τώρα; Οι επικεφαλής των
κεντρικών τραπεζών γνωρίζουν καλά τη μάχη ενάντια στον υψηλό
πληθωρισμό και διαθέτουν τα εργαλεία για να τον
καταπολεμήσουν. Θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να κάνουν τη
δουλειά τους. Επιπλέον, οι κεντρικές τράπεζες δεν είναι οι
προφανείς θεσμοί για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής
ή την προώθηση της συμπερίληψης. Συχνά δεν έχουν τέτοιες
κατευθυντήριες γραμμές στην εντολή τους για τα συγκεκριμένα
θέματα. Τι γίνεται όμως με την εντολή τους και το πλαίσιό
τους για τη σταθερότητα των τιμών; Οπως υποστηρίζει ο
γενικός διευθυντής της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών,
Αγκουστίν Κάρστενς, ένα καθεστώς χαμηλού πληθωρισμού μπορεί
να είναι πολύ διαφορετικό από ένα καθεστώς υψηλού και
αναλόγως της συνθήκης, το πλαίσιό τους μπορεί να χρειαστεί
να αλλάξει.
Εν κατακλείδι, δεν είναι καλό
να περιπλέκονται οι εντολές των κεντρικών τραπεζών, αλλά
μπορεί να χρειάζονται ισχυρότερη εντολή για να βοηθήσουν στη
διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. |