Μια παγκόσμια
πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η άνοδος του
πληθωρισμού. Μετά μια σειρά ασυνήθιστων κραδασμών που
έπληξαν την παγκόσμια οικονομία και τις παγκόσμιες αγορές τα
τελευταία τρία χρόνια, η βασική μας εκτίμηση για το 2023
είναι απλή. Αναμένουμε η οικονομία και οι αγορές φέτος να
επανέλθουν σε εποχές λιγότερο συνταρακτικές. Ωστόσο, δεν θα
είναι μια εύκολη διαδρομή.
Τα παραπάνω
σχολίασαν σε τελευταία τους ανάλυση οι οικονομολόγοι της
Berenberg Bank, Χόλγκερ Σμίεντινγκ, Κάλουμ Πίκερινγκ,
Σάλομον Φίντλερ, Μίκι Λιβάι και Μαχμούντ Αμπού Γκζάλα,
αναφορικά με τις προοπτικές της νέας χρονιάς.
Όπως ανέφεραν στην
ανάλυση τους, οι επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων της Fed
πιθανότατα θα ωθήσουν την αμερικανική οικονομία σε ήπια
ύφεση. Οι περισσότερες οικονομίες στην Ευρώπη προφανώς
άρχισαν να συρρικνώνονται στα τέλη του 2022 ήδη. Η δε Κίνα
αντιμετωπίζει μια άνευ προηγουμένου αύξηση των μολύνσεων από
τον κορωνοϊό και αυτό πέραν των σοβαρών δομικών της
προβλημάτων, που θα διαμορφώσουν μια υποτονική ανάπτυξη.
Πάντως, ο αντίκτυπος των πρόσφατων κραδασμών φαίνεται ότι θα
εξασθενήσει με την πάροδο του χρόνου. Επειτα από μια
χειμερινή ύφεση οι ευρωπαϊκές οικονομίες θα αρχίσουν να
ανακάμπτουν από το σοκ του πολέμου στην Ουκρανία έως τα μέσα
του 2023.
Στην απέναντι πλευρά
του Ατλαντικού, οι ΗΠΑ πιθανότατα θα θέσουν υπό έλεγχο τον
πληθωρισμό με μια συγκρατημένη ύφεση το 2023, που θα
ακολουθείται από μια κυκλική ανάκαμψη το 2024 ως απάντηση
στην αλλαγή πλεύσης στην πολιτική της τράπεζας.
Το 2023 μπορεί να
εγκαινιάσει μια μετάβαση, η οποία θα επαναφέρει και πάλι την
ευρωπαϊκή και την αμερικανική οικονομία σε κάποια
κανονικότητα αλλά όχι εκείνην του χαμηλότατου πληθωρισμού
και των επίσης χαμηλών επιτοκίων. Αντίθετα, η Ευρώπη και οι
ΗΠΑ επιστρέφουν σε πιο φυσιολογικές κυκλικές μεταπτώσεις
πέριξ της τάσης ανάπτυξης, ενώ ο πληθωρισμός θα τείνει να
είναι ασταθέστερος και ελαφρώς πάνω από 2%. Κατά συνέπεια,
τα επιτόκια των κεντρικών τραπεζών θα είναι συνήθως πάνω από
3%, και μερικές φορές ακόμη και πολύ πάνω από αυτό.
Οι βασικοί κίνδυνοι
είναι οι εξής: Από τη μία πλευρά, η υπερβολική εξοικονόμηση
πόρων που συσσωρεύθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας θα
μπορούσε να επιτρέψει στους καταναλωτές να ξοδέψουν
περισσότερα από όσα προβλέπουμε παρά τα υψηλότερα επιτόκια
και τους μειωμένους πραγματικούς μισθούς.
Από την άλλη πλευρά,
οι επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων θα μπορούσαν να μειώσουν
περισσότερο τη ζήτηση, ιδίως εάν ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ
παραμείνει τόσο σταθερός, ώστε η Fed να αυξήσει τα επιτόκια
πολύ πάνω από 5,25%. Οι γεωπολιτικές ανησυχίες αυξάνουν τους
κινδύνους, ενώ η πορεία των παγκοσμίων αγορών παραμένει
δύσκολη λόγω ύφεσης. |