|
Οι κυβερνήσεις
εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν μέχρι σήμερα επιλέξει τρεις
βασικές στρατηγικές για να αντιμετωπίσουν τις εμπορικές
απειλές του Τραμπ. Η Κίνα απάντησε με σκληρά αντίμετρα,
υποχρεώνοντάς τον σε μερική αναδίπλωση. Ο Καναδάς επίσης
προχώρησε σε αντίποινα και κατάφερε να περιορίσει τις
επιπτώσεις που υπέστησαν άλλες χώρες. Αντίθετα, το Ηνωμένο
Βασίλειο έσπευσε να συνάψει μια ταχεία συμφωνία που ευνόησε
τις ΗΠΑ. Καμία όμως από αυτές τις τακτικές δεν προσφέρεται
ως πρότυπο για την Ε.Ε. Οι «27» δεν είναι Κίνα – παρόλο που
το διμερές εμπόριο Ε.Ε.-ΗΠΑ ήταν πέρυσι κατά 70% μεγαλύτερο
από εκείνο των ΗΠΑ με την Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν
διαθέτει το αυταρχικό πολιτικό σύστημα που της επιτρέπει να
συγκρουστεί μετωπικά με τον Τραμπ. Μια σύγκρουση με τον
Αμερικανό πρόεδρο θα μπορούσε να τον ωθήσει να αποσύρει τη
στήριξή του προς την Ουκρανία, πλήττοντας καίρια την
ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Η Ε.Ε. επίσης δεν
είναι Καναδάς – η Οττάβα αντέδρασε σθεναρά γιατί θεώρησε ότι
ο Τραμπ προσπαθούσε να την εξαναγκάσει να προσαρτηθεί
ουσιαστικά στις ΗΠΑ. Ούτε όμως είναι Βρετανία. Αν και και οι
δύο πλευρές απειλούνται από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία,
η Ε.Ε. εμπορεύεται επτά φορές περισσότερα αγαθά με τις ΗΠΑ
απ’ ό,τι η Βρετανία – γεγονός που σημαίνει ότι οι ΗΠΑ
διακυβεύουν περισσότερα σε περίπτωση κατάρρευσης των
εμπορικών σχέσεων.
Υπάρχει ωστόσο μια
διαφορετική προσέγγιση την οποία μπορεί να ακολουθήσει η
Ε.Ε. έναντι των απειλών του Τραμπ: να διατηρήσει την
ψυχραιμία της. Και αυτό είναι περίπου ό,τι κάνει σήμερα. Δεν
προχωρά σε κλιμάκωση της έντασης, ούτε όμως αποδέχεται
συμφωνίες που θεωρεί επιζήμιες. Αυτό αφήνει ανοιχτό το
ενδεχόμενο σύναψης μιας καλής συμφωνίας, εφόσον οι ΗΠΑ
υποχωρήσουν, αλλά επιτρέπει στην Ένωση να διαπραγματεύεται
μακροπρόθεσμα αν δεν συμβεί αυτό. Η Ε.Ε. κερδίζει χρόνο –
μεταξύ άλλων και για να συνεχίσει να στηρίζει την Ουκρανία.
Παράλληλα, είναι πιθανό τα πολιτικά τρωτά σημεία του ίδιου
του Τραμπ να ενισχυθούν με την πάροδο του χρόνου. Εάν η
εύθραυστη εμπορική εκεχειρία ΗΠΑ–Κίνας καταρρεύσει, μπορεί
να προκληθούν μεγαλύτεροι κραδασμοί στην παγκόσμια
οικονομία, κάτι που ενδεχομένως θα αποθαρρύνει τον Τραμπ από
το να ξεκινήσει μια εμπορική διαμάχη με την Ε.Ε.
Ο Τραμπ ακολουθεί
ασυνεπή στάση απέναντι στην Ε.Ε. σε ό,τι αφορά το εμπόριο –
άλλοτε κλιμακώνει και άλλοτε υποχωρεί. Αυτή τη στιγμή, το
μπλοκ της Ε.Ε. αντιμετωπίζει δασμούς 50% στις εξαγωγές
χάλυβα και αλουμινίου προς τις ΗΠΑ, 25% στα αυτοκίνητα και
10% στα περισσότερα άλλα προϊόντα. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει
απειλήσει να αυξήσει τους ανταποδοτικούς δασμούς στο 50% εάν
δεν υπάρξει συμφωνία έως τις 9 Ιουλίου. Παρόλο που η
Ουάσιγκτον χαρακτήρισε τις εμπορικές συνομιλίες με την Ε.Ε.
«πολύ εποικοδομητικές», υπάρχει κίνδυνος οι διαπραγματεύσεις
να καταρρεύσουν.
Το κρίσιμο ερώτημα
είναι πώς θα αντιδράσει η Ε.Ε. σε περίπτωση που ο Τραμπ
εφαρμόσει υψηλότερους αμοιβαίους δασμούς. Μέχρι στιγμής, η
Ένωση δεν έχει εφαρμόσει αντίμετρα. Αν και έχει εγκρίνει την
επιβολή φόρων σε εισαγωγές ύψους 21 δισ. ευρώ από τις ΗΠΑ,
σε απάντηση στους δασμούς χάλυβα και αλουμινίου, έχει
αναβάλει την εφαρμογή τους μέχρι τις 14 Ιουλίου, δίνοντας
περιθώριο για συμφωνία. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ξεκινήσει
επίσης διαβουλεύσεις για την πιθανή επιβολή δασμών σε
επιπλέον εισαγωγές ύψους 95 δισ. ευρώ, αντιδρώντας στους
δασμούς για τα αυτοκίνητα και τους υπάρχοντες ανταποδοτικούς
φόρους. Ωστόσο, συνολικά, αυτά τα μέτρα ανταπόδοσης
καλύπτουν μόλις το ένα τρίτο των 379 δισ. ευρώ εισαγωγών της
Ε.Ε. που έχουν ήδη στοχοποιηθεί από τους δασμούς του Τραμπ.
Ορισμένοι αναλυτές
υποστηρίζουν ότι η Ε.Ε. πρέπει να υιοθετήσει πιο σκληρή
στάση. Προς το παρόν όμως, προέχει η διατήρηση της
ψυχραιμίας. Η Ένωση δεν πρέπει να αυταπατάται σχετικά με το
επίπεδο ισχύος ή συνοχής της. Πρέπει να έχει κατά νου ότι ο
Τραμπ ενδέχεται να αποδυναμωθεί όσο περνά ο χρόνος. Και
οφείλει να διατηρεί σταθερά στο επίκεντρο την ανάγκη
στήριξης της Ουκρανίας.
|