Η
ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ απεδείχθη το
αναπόφευκτο: στη συνεδρίασή της επιτροπής νομισματικής
πολιτικής της για τη χάραξη πολιτικής την επόμενη εβδομάδα,
σε αναγνώριση του επίμονα υψηλού πληθωρισμού, οι
αξιωματούχοι της θα ανακοινώσουν μια ταχύτερη του αρχικά
σχεδιαζόμενου μείωση των αγορών περιουσιακών στοιχείων, που
μέχρι τώρα υποστήριζαν την οικονομική ανάπτυξη. Τα παραπάνω
έγραψε σε πρόσφατο άρθρο γνώμης στο Bloomberg
ο Bill Dudley,
σχολιάζοντας πως ο
στόχος είναι τώρα να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα αγορών εγκαίρως
προκειμένου να μπορέσει να αρχίσει η αύξηση των
βραχυπρόθεσμων επιτοκίων ακόμη και από τον Μάρτιο του 2022,
εάν αυτό αποδειχθεί απαραίτητο.
Όπως
έγραψε ο
Bill Dudley, το tapering ωστόσο δεν είναι το μόνο
που θα βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη στη συνεδρίαση της
επόμενης εβδομάδας. Οι αξιωματούχοι της Fed είναι επίσης
πιθανό να σηματοδοτήσουν μια ταχύτερη και μεγαλύτερη σύσφιξη
της νομισματικής πολιτικής τα επόμενα τρία χρόνια - σε βαθμό
που οι αγορές δεν έχουν ακόμη προβλέψει.
Την τελευταία φορά που η Fed δημοσίευσε τις οικονομικές
προβλέψεις αξιωματούχων της, τον Σεπτέμβριο, οι προοπτικές
ήταν εξαιρετικά ευνοϊκές. Περίμεναν ότι ο πληθωρισμός θα
υποχωρούσε κοντά στον στόχο του 2% της Fed, ακόμη και όταν η
απασχόληση υπερέβαινε το επίπεδο που συνάδει με τη
σταθερότητα των τιμών.
Θεωρούσαν δε ότι αυτό το
ευχάριστο αποτέλεσμα θα απαιτούσε πολύ μικρή παρέμβαση από
πλευράς Fed: η διάμεση πρόβλεψή τους για το βραχυπρόθεσμο
επιτόκιο-στόχο της κεντρικής τράπεζας στο τέλος του 2024
ήταν 1,8%, πολύ κάτω από το επίπεδο του 2,5% που
κρίνεται ως "ουδέτερο".
Αυτή τη φορά, τα γενικά περιγράμματα των οικονομικών
προοπτικών θα είναι πιθανώς παρόμοια. Η διάμεση πρόβλεψη για
το επόμενο έτος θα δείξει ανάπτυξη πάνω από την προβλεπόμενη τάση,
ωθώντας την ανεργία κάτω από το επίπεδο του 4%, το οποίο
θεωρείται βιώσιμο μακροπρόθεσμα. Ο πληθωρισμός θα μειωθεί
από τα τρέχοντα υψηλά επίπεδα, αν και όχι τόσο όσο
προβλεπόταν προηγουμένως, με αποτέλεσμα μεγαλύτερη και πιο
επίμονη απώλεια του στόχου της Fed για το 2%.
Η μεγαλύτερη αλλαγή θα γίνει στην πολιτική επιτοκίων που οι
αξιωματούχοι κρίνουν απαραίτητη για την επίτευξη αυτού του
οικονομικού αποτελέσματος. Την τελευταία φορά, η διάμεση
πρόβλεψη για τον βραχυπρόθεσμο στόχο επιτοκίου της Fed στο
τέλος κάθε έτους ήταν 0,3% για το 2022, 1,0% για το 2023 και
1,8% για το 2024. Αυτή τη φορά, η ανοδική πορεία θα
ξεκινήσει νωρίτερα, θα είναι πιο απότομη και θα ανέβει
υψηλότερα.
Για το 2022, αναμένω μέση πρόβλεψη 0,8%. Αυτό θα
σηματοδοτούσε τρεις αυξήσεις κατά 0,25% το επόμενο έτος –
όχι τόσες που να απαιτούν αύξηση επιτοκίων τον Μάρτιο, αλλά
αρκετές για να είναι κανείς συνεπής με την ταχύτερη μείωση
και τις προοπτικές ανεργίας και πληθωρισμού.
Για το 2023, αναμένω από τους αξιωματούχους να προβλέψουν
άλλες τέσσερις αυξήσεις επιτοκίων, ανεβάζοντας το μέσο
επιτόκιο - στόχο στο 1,8% έναν χρόνο νωρίτερα από ό,τι στις
προβλέψεις του Σεπτεμβρίου.
Μια τέτοια σταδιακή, συνεπής σύσφιξη έχει νόημα από τη
στιγμή που η Fed θα αρχίσει να την πραγματοποιεί. Ωστόσο, οι
υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν είναι πιθανό να προβλέψουν
ότι θα κινηθούν πιο γρήγορα, εφόσον προβλέπουν ότι ο
πληθωρισμός θα παραμείνει κάτω από το 2,5%.
Για το 2024, αναμένω το προβλεπόμενο επιτόκιο - στόχος να
φτάσει στο επίπεδο του 2,5% που κρίνεται ως ουδέτερο.
Οτιδήποτε λιγότερο φαντάζει δύσκολο να δικαιολογηθεί,
δεδομένου ότι η οικονομία θα έχει ξεπεράσει το επίπεδο
πλήρους απασχόλησης, καθώς και τον στόχο πληθωρισμού 2% της
Fed για αρκετά χρόνια.
Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι οι προβλέψεις για τα
επιτόκια το 2024 θα πρέπει να υπερβούν το "ουδέτερο" επίπεδο,
σηματοδοτώντας μεγαλύτερη αποφασιστικότητα για έλεγχο του
πληθωρισμού. Αμφιβάλλω ωστόσο ότι οι αξιωματούχοι θα έχουν
το "στομάχι" να πράξουν κάτι τέτοιο, δεδομένων των
αβεβαιοτήτων οι οποίες περιβάλλουν κάθε μακροπρόθεσμη
οικονομική πρόβλεψη, που γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη από τη
συνεχώς εξελισσόμενη πανδημία.
Η μετατόπιση των προβλέψεων της Fed για τα επιτόκια μπορεί
να προκαλέσει σοκ στις αγορές. Οι τιμές των συμβολαίων
μελλοντικής εκπλήρωσης (ΣΜΕ) υποδηλώνουν ότι οι επενδυτές
αναμένουν δύο ή τρεις αυξήσεις επιτοκίων κατά 0,25% το 2022.
Όμως το συνολικό μέγεθος της σύσφιξης δεν έχει αναθεωρηθεί:
τα ΣΜΕ eurodollar συνεπάγονται κορύφωση του επιτοκίου
ομοσπονδιακών κεφαλαίων περίπου στο 1,5%. Αυτό είναι πολύ
χαμηλότερο από τα επίπεδα που προβάλλονται από κάθε μέλος
της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς (FOMC) και πολύ
κάτω από αυτά που θα υπαγόρευε η κοινή λογική.
Το πλαίσιο λειτουργίας, οι ενέργειες και οι προβλέψεις της
Fed υποδηλώνουν ότι η νομισματική πολιτική θα παραμείνει
διευκολυντική για πολύ καιρό αφότου η απασχόληση και ο
πληθωρισμός θα έχουν υπερβεί τους στόχους της κεντρικής
τράπεζας. Ως εκ τούτου, τα επιτόκια θα πρέπει τελικά να
ανέβουν υψηλότερα για λόγους αντιστάθμισης.
Μια γρηγορότερη μείωση θα έπρεπε να είναι ευπρόσδεκτη είδηση:
δίνει στη Fed περισσότερο χώρο για ελιγμούς, ανοίγοντας τη
δυνατότητα για αυξήσεις επιτοκίων νωρίτερα, εάν χρειαστεί.
Μπορεί όμως να συνεπάγεται μια δύσκολη προσαρμογή για τις
αγορές.
Σε κάποιο σημείο, οι επενδυτές θα πρέπει να αναθεωρήσουν
σημαντικά τις προσδοκίες τους για τα επιτόκια, κάτι που δυνητικά
θα μπορούσε να προκαλέσει ένα "σοκ" στην αγορά. Και, όσο
περισσότερο καθυστερεί αυτή η προσαρμογή, τόσο μεγαλύτερο
είναι πιθανό να είναι αυτό το σοκ.
|