Μεταξύ 2009 και 2020
οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες παρείχαν άνευ προηγουμένου
στήριξη στην παγκόσμια οικονομία μέσω αγορών δημόσιων και
ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων –ποσοτική χαλάρωση (QE)–
και προωθώντας κι άλλες ενέσεις ρευστότητας. Ενώ τα
οικονομικά οφέλη από τους επόμενους γύρους ποσοτικής
χαλάρωσης είναι συζητήσιμα, η πολιτική αυτή σταμάτησε τις
επαναλαμβανόμενες καταρρεύσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές
και βοήθησε στην εκτόνωση των κρίσεων του ισολογισμού
2008-2012 στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη.
Όπως έγραψαν σε
πρόσφατη ανάλυση τους οι οικονομολόγοι της Berenberg Bank,
ΧΟΛΓΚΕΡ ΣΜΙΕΝΤΙΝΓΚ, ΚΑΛΟΥΜ ΠΙΚΕΡΙΝΓΚ, ΣΑΛΟΜΟΝ ΦΙΝΤΛΕΡ. Αν
και η οικονομική πραγματικότητα είναι πολύ πιο περίπλοκη,
αναδύθηκε ένα νέο δόγμα. Η ποσοτική χαλάρωση δεν ήταν απλώς
ένας παράγοντας μεταξύ πολλών υποστηρικτικών, που ενίσχυσαν
τις αγορές επενδυτικών προϊόντων με ρίσκο, ήταν ο βασικός
παράγοντας. Αυτή η πεποίθηση οδήγησε στο να εκφραστούν
ευρέως διαδεδομένοι φόβοι ότι η λογική αυτή θα λειτουργούσε
αμφίδρομα, ότι, δηλαδή, οι αγορές μετοχών και ομολόγων θα
εκτονωθούν, αφ’ ης στιγμής οι κεντρικές τράπεζες αρχίσουν να
αναδιπλώνονται ως προς το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Αναγκάζοντας τις
κεντρικές τράπεζες να συσφίγξουν τη νομισματική πολιτική, η
άνοδος του πληθωρισμού τους τελευταίους 18 μήνες θέτει σε
δοκιμασία την επικρατούσα άποψη ότι α) οι αγορές έχουν γίνει
συνάρτηση των ισολογισμών των κεντρικών τραπεζών και β) ότι
οι δυτικές οικονομίες δεν μπορούν πλέον να ανεχθούν κανονικά
επίπεδα επιτοκίων χωρίς σοβαρές πιέσεις. Αν και το περασμένο
έτος ήταν δεινό, έχει γίνει σαφές από τον Οκτώβριο ότι οι
αγορές μπορούν να ακολουθήσουν ανοδική πορεία ακόμη και με
λιγότερη υποστήριξη από τις κεντρικές τράπεζες. Ο συνολικός
ισολογισμός σε δολάρια ΗΠΑ των τεσσάρων μεγάλων κεντρικών
τραπεζών έφθασε στο ανώτατο επίπεδό του πέρυσι τον Μάιο.
Εκτοτε, οι συνολικές συμμετοχές τους μειώθηκαν κατά 6%.
Ακόμη και πριν κορυφωθούν οι ισολογισμοί των κεντρικών
τραπεζών, οι μετοχές παγκοσμίως είχαν υποχωρήσει κατά 18%
(βάσει του παγκόσμιου δείκτη Dow Jones) από τα ρεκόρ του
Δεκεμβρίου του 2021, ως απόρροια της ρωσικής εισβολής στην
Ουκρανία. Στη συνέχεια, οι μετοχές διεθνώς υποχώρησαν
περαιτέρω κατά 12% μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, καθώς οι
οικονομικές προοπτικές επιδεινώθηκαν. Ωστόσο, από τον
πυθμένα του Οκτωβρίου, οι μετοχές έχουν σημειώσει άνοδο
περίπου 18% παρά τη συνεχιζόμενη χαλάρωση των ισολογισμών
των κεντρικών τραπεζών.
Τέλος, κατά την
άποψή μας, η σύνδεση μεταξύ των αγορών προϊόντων με ανάληψη
κινδύνου και των ισολογισμών των
κεντρικών
τραπεζών δεν ήταν ποτέ τόσο ισχυρή όσο φαινόταν. Εν μέρει, η
παράλληλη ανοδική τάση στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τα
περιουσιακά στοιχεία της κεντρικής τράπεζας δείχνει ότι όλα
τα πράγματα συνήθως αυξάνονται σε ονομαστικούς όρους με την
πάροδο του χρόνου. |