|
Ενώ ο κόσμος
συγκλονίζεται από αναταράξεις στις αγορές, ανατροπές στην
παγκόσμια οικονομία και μια διάχυτη αίσθηση αβεβαιότητας,
εγώ βιώνω μια παράδοξη ηρεμία. Ο λόγος; Είμαι περήφανη
νεοφιλελεύθερη. Και καθώς οι δασμοί του προέδρου Ντόναλντ
Τραμπ αποδομούν ό,τι απέμεινε από τη μετα-νεοφιλελεύθερη
παγκόσμια τάξη, ο ίδιος ο νεοφιλελευθερισμός είναι έτοιμος
για επανεμφάνιση.
Όπως ανέφερε
πρόσφατα το Bloomberg, δεν υπάρχει απόλυτα σωστή πολιτική:
όλες απαιτούν συμβιβασμούς και έχουν κερδισμένους και
χαμένους. Παρ’ όλα αυτά, το ελεύθερο εμπόριο και οι ανοικτές
αγορές έχουν αποδείξει ότι κάνουν τις κοινωνίες πιο
πλούσιες, παραγωγικές και καινοτόμες. Οι νεοφιλελεύθερες
πολιτικές των τελευταίων δεκαετιών συνέβαλαν στη μείωση της
φτώχειας, στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου, στη συγκράτηση
των επιτοκίων και του πληθωρισμού και σε εντυπωσιακές
καινοτομίες.
Ωστόσο, τίποτα από
αυτά δεν προστάτεψε τον νεοφιλελευθερισμό από την αντίδραση
που ξεκίνησε από την παραδοσιακή αριστερά. Πολλά βιβλία
κατηγόρησαν τους υπέρμαχους του ελεύθερου εμπορίου για
λανθασμένη πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Μελέτες που
ανέδειξαν τις αρνητικές συνέπειες του εμπορίου σε ορισμένους
εργαζομένους χρησιμοποιήθηκαν ως απόδειξη της γενικότερης
αποτυχίας των αγορών. Αργότερα, ακόμα και από τη δεξιά
εκφράστηκαν επικρίσεις.
Οι δασμοί του Τραμπ,
όσο υψηλοί κι αν είναι, δεν είναι παρά το σύμπτωμα ενός
ευρύτερου προβλήματος: της σύγχυσης γύρω από το ποιες
πολιτικές οδηγούν στην ευημερία, και της εσφαλμένης
πεποίθησης ότι η κρατική παρέμβαση μπορεί να δημιουργήσει
πλούτο για όλους χωρίς να ζημιώσει κανέναν. Μια περσινή
δημοσκόπηση έδειξε ότι οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν
πιστεύουν πως ωφελούνται από το εμπόριο.
Η δυσαρέσκεια αυτή
αποτυπώθηκε στις πολιτικές της πρώτης θητείας Τραμπ, με την
επιβολή δασμών. Ο πρόεδρος Μπάιντεν διατήρησε κάποιους από
αυτούς και εισήγαγε επιπλέον κρατικές παρεμβάσεις στη
βιομηχανία, προωθώντας ένα νέο μετα-νεοφιλελεύθερο μοντέλο.
Σήμερα, ο Τραμπ μοιάζει να καταρρίπτει συνολικά το
νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα.
Και τώρα, ξαφνικά,
οι αρετές του νεοφιλελευθερισμού επαναξιολογούνται. Λίγο
πριν την Ημέρα της Ανεξαρτησίας, οι ψηφοφόροι έκριναν πως ο
Τραμπ δίνει υπερβολική έμφαση στους δασμούς. Πρόσφατες
δημοσκοπήσεις δείχνουν πως οι Αμερικανοί δεν επιθυμούν
αυξημένους δασμούς και δεν ανησυχούν για το εμπορικό
έλλειμμα. Πιθανόν να δυσαρεστηθούν ακόμη περισσότερο όταν
δουν τις αποδόσεις των συνταξιοδοτικών τους λογαριασμών.
Ακόμη και πρώην επικριτές του νεοφιλελευθερισμού αρχίζουν να
αναγνωρίζουν τα οφέλη της παλιάς οικονομικής τάξης.
Αυτή η νοσταλγία δεν
είναι απλώς συναισθηματική· θα ενταθεί με τον χρόνο. Και θα
ενισχυθεί από τις ορατές ζημιές που θα προκληθούν από τους
δασμούς του Τραμπ.
Αν και είναι δύσκολο
να προβλέψουμε τις επόμενες κινήσεις του, είναι σχεδόν
βέβαιο ότι φέτος οι δασμοί θα ξεπεράσουν το μέσο όρο του
2,5% που ίσχυε το 2024. Αυτό σημαίνει αυξημένες τιμές,
υψηλότερα επιτόκια, αβεβαιότητα στις εφοδιαστικές αλυσίδες,
πιθανή ύφεση και ήδη εμφανές χάος στις αγορές. Αυτή είναι η
κληρονομιά του μετα-νεοφιλελευθερισμού. Ακόμα και αν οι
δασμοί ανασταλούν ή μειωθούν, το κόστος τους θα το πληρώσουν
όλοι.
Ο Τραμπ θα επωμιστεί
την ευθύνη για τις οικονομικές συνέπειες – και αν η ιστορία
μας διδάσκει κάτι, το αποτέλεσμα δεν θα είναι θετικό. Το
1930, σε μια παρόμοια περίοδο αβεβαιότητας λόγω της
μετάβασης από τη γεωργία στη βιομηχανία, οι ΗΠΑ εισήγαγαν
τους διαβόητους δασμούς Smoot-Hawley. Αντί να προστατεύσουν
την οικονομία, επιδείνωσαν τη Μεγάλη Ύφεση, πυροδότησαν
εμπορικά αντίποινα και φτωχοποίησαν τον πλανήτη.
Η αντίθεση στους
δασμούς εκφράστηκε ήδη από το 1932 και το 1934 αυτοί
μειώθηκαν. Σήμερα, το όνομα Smoot-Hawley αποτελεί συνώνυμο
καταστροφικής οικονομικής πολιτικής. Παράδοξα, αυτή η
αποτυχία οδήγησε τελικά σε άνοιγμα του εμπορίου και
συνεργασία – τα θεμέλια της μεταπολεμικής οικονομικής τάξης.
Για δεκαετίες, οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες θεωρούνταν
μοχλός καλύτερων οικονομικών αποτελεσμάτων. Ένα σύστημα που
έβγαλε δισεκατομμύρια από τη φτώχεια και προκάλεσε
αξιοσημείωτη ανάπτυξη.
Τα καλά νέα είναι
ότι οι σημερινοί δασμοί πιθανόν δεν θα κρατήσουν πολύ.
Μπορεί να μειωθούν μέσω διαπραγματεύσεων κατά τη διάρκεια
της πρόσφατης 90ήμερης «παύσης» που ανακοίνωσε ο πρόεδρος,
να προσβληθούν δικαστικά ή να καταργηθούν από το Κογκρέσο.
Στο χειρότερο σενάριο, μια ύφεση θα φέρει στην εξουσία έναν
νέο (Δημοκρατικό) πρόεδρο που θα τους καταργήσει. Οι
Αμερικανοί ενδέχεται να στραφούν εναντίον των δασμών πολύ
πιο γρήγορα από ό,τι στη δεκαετία του ’30, καθώς η σύγχρονη
οικονομία είναι πολύ πιο ανοιχτή και διασυνδεδεμένη.
Αν τελικά οι δασμοί
παραμείνουν, το όνομα του Τραμπ μπορεί να προστεθεί δίπλα σε
εκείνα των Smoot και Hawley ως σύμβολο οικονομικής
αποτυχίας. Ή, ίσως, όλο αυτό να αποτελεί ελιγμό για μια
ευνοϊκή συμφωνία, με αποτέλεσμα χαμηλότερους δασμούς,
περισσότερη συνεργασία και λιγότερη φτώχεια. Όποια κι αν
είναι η έκβαση, ένα πράγμα είναι σίγουρο: πλησιάζουμε στο
τέλος της λεγόμενης μετα-νεοφιλελεύθερης παγκόσμιας τάξης.
|