Η φερεγγυότητα του
χρέους της Ε.Ε. πλήττεται καθώς αυξάνονται οι αμφιβολίες
παράλληλα με τα επιτόκια. Ενώ οι αποδόσεις των
κρατικών ομολόγων ενισχύονται σε όλες τις 27 χώρες της Ε.Ε.,
εκείνες του κοινού χρέους που έχει εκδώσει η Ε.Ε. είναι
υψηλότερες από εκείνες των ομολόγων της Γαλλίας ενώ θα ήταν
λογικό να κινούνται παράλληλα. Προκειμένου να εκλείψει αυτή
η διαφορά, θα πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία των επενδυτών
αλλά και να υλοποιήσει η Ε.Ε. ορισμένες υποσχέσεις της
σχετικές με την αύξηση των εσόδων της.
Όπως έγραψε το
Reuters σε πρόσφατη ανάλυση του:
Το κόστος δανεισμού
των χωρών της Ε.Ε. αναμένεται να αυξηθεί κατά μερικές
δεκάδες δισ. ευρώ σε σχέση με αυτό που αναμέναμε αρχικά. Εν
μέρει αυτό αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια των αυξήσεων των
επιτοκίων.
Χθες, οι αποδόσεις
των διετών ομολόγων της Ε.Ε. κυμαίνονταν στο 3,02% όταν οι
αποδόσεις των αντίστοιχων ομολόγων της Γαλλίας ήταν μόνο
2,79% και των αντίστοιχων της Ισπανίας 2,94%. Σε ό,τι αφορά
τις αποδόσεις των πενταετών ομολόγων της Ε.Ε., αυτές έφτασαν
χθες στο 2,87%, όταν εκείνες των πενταετών της Γαλλίας ήταν
2,63%. Και όλα αυτά όταν οι δύο από τους τρεις μεγαλύτερους
οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης, η Fitch και η Moody’s,
έχουν δώσει στο χρέος της Ε.Ε. την ανώτερη βαθμολογία, ΑΑΑ,
και ο τρίτος οίκος, η S&P, της έχει δώσει ΑΑ-. Ολες αυτές οι
βαθμολογίες πιστοληπτικής αξιολόγησης είναι υψηλότερες από
τις αντίστοιχες του χρέους της Γαλλίας, που η Moody’s έχει
βαθμολογήσει με Aa2, η Fitch με AA- και η S&P με AA.
Ο λόγος που η Ε.Ε.
πρέπει να πληρώνει υψηλότερες αποδόσεις για να δανείζεται
είναι ότι οι αγορές δεν αντιμετωπίζουν τις Βρυξέλλες ως
κρατική οντότητα που εκδίδει χρέος. Το χρέος της Ε.Ε.
αντιμετωπίζεται ως χρέος ενός υπερεθνικού θεσμού και όχι ως
χρέος κυρίαρχης χώρας.
Ως εκ τούτου, δεν
εντάσσεται στους δείκτες των κρατικών ομολόγων. Αν, όμως,
εντασσόταν σε αυτούς τους δείκτες, τότε οι διαχειριστές
κεφαλαίων μάλλον θα προτιμούσαν να πουλήσουν ομόλογα της
Γαλλίας και να αγοράσουν της Ε.Ε., και να κερδίσουν έτσι από
τη διαφορά ανάμεσα στις αποδόσεις των δύο διαφορετικών
ομολόγων με την ίδια βαθμολογία πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Τώρα όμως δεν
γίνεται και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορεί να λύσει το
πρόβλημα. Σύμφωνα με ορισμένους παράγοντες της αγοράς, όπως
ο Μόριτζ Κράμερ, οικονομολόγος της LBBW, η Ευρωζώνη δεν έχει
πείσει την αγορά ότι έχει την πολιτική βούληση να παραμείνει
ενωμένη. Οι επικριτές της επικαλούνται πάντα τον προσωρινό
χαρακτήρα που έχει το πρόγραμμα δανεισμού κατά της
πανδημίας, καθώς και την κρίση χρέους της περιόδου
2010-2015, που λίγο έλειψε να διαλύσει την Ευρωζώνη. |