|
Στην Τιαντζίν, η
Σαν Ντέμι ξεφύλλιζε τα τελευταία μοντέλα iPhone σε ένα
κατάστημα ηλεκτρονικών, σκεπτόμενη αν ήρθε η ώρα για
αναβάθμιση. Ο αποθηκευτικός χώρος του παλιού της κινητού
είχε γεμίσει από φωτογραφίες και βίντεο του παιδιού της, ενώ
οι απαιτήσεις για νέες εφαρμογές από τους δασκάλους του την
πίεζαν ακόμα περισσότερο. Ωστόσο, αυτό που την ώθησε τελικά
να επισκεφθεί το κατάστημα ήταν μια κρατική πρωτοβουλία
ανταλλαγής συσκευών, σχεδιασμένη να ενισχύσει τη ζήτηση και
να τονώσει την υποτονική κατανάλωση στην Κίνα.
Αντιμέτωπη με
εμπορικές εντάσεις με τις ΗΠΑ, η κινεζική κυβέρνηση έχει
εγκαινιάσει ένα πρόγραμμα ύψους 42 δισ. δολαρίων –διπλάσιο
σε μέγεθος από το περσινό– για να στηρίξει τους καταναλωτές.
Στόχος είναι να αναζωογονηθούν οι δαπάνες μέσω επιδοτήσεων
και εκπτώσεων σε πληθώρα προϊόντων, από πλυντήρια και
οικιακές συσκευές μέχρι ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Τα πρώτα
αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά. Τον Μάιο, οι λιανικές
πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 6,4%, ξεπερνώντας τις προβλέψεις,
κυρίως χάρη στη ζήτηση για smartphones και συσκευές οικιακής
χρήσης. Ωστόσο, η αδύναμη κατανάλωση παραμένει χρόνια
πρόκληση για την κινεζική οικονομία. Οι πολίτες τείνουν να
αποταμιεύουν περισσότερο και να ξοδεύουν λιγότερο σε σχέση
με άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Τώρα, με την ανάπτυξη να
επιβραδύνεται, τις καλές θέσεις εργασίας να λιγοστεύουν και
τον κλάδο ακινήτων –παραδοσιακό στήριγμα της οικονομίας– σε
ύφεση, η αύξηση της κατανάλωσης θεωρείται ζωτικής σημασίας
για τη διατήρηση της οικονομικής δυναμικής.
Όμως, οι
παραδοσιακές συνταγές τόνωσης της ανάπτυξης δεν είναι πλέον
εξίσου αποτελεσματικές. Οι τεράστιες δημόσιες επενδύσεις σε
υποδομές δεν μπορούν να συνεχιστούν με την ίδια ένταση,
καθώς οι τοπικές κυβερνήσεις έχουν ήδη επιβαρυνθεί με υψηλά
χρέη από δεκαετίες έργων όπως αεροδρόμια, σιδηροδρομικοί
σταθμοί και γέφυρες. Παράλληλα, η εμπορική αντιπαράθεση με
τις ΗΠΑ και η αυξανόμενη διεθνής ανησυχία για τις μαζικές
εξαγωγές φθηνών κινεζικών προϊόντων περιορίζουν την
ικανότητα της χώρας να στηριχθεί στις εξαγωγές.
Η κινεζική ηγεσία
επιμένει πλέον περισσότερο από ποτέ στην ανάγκη τόνωσης της
κατανάλωσης. Ο πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ, μιλώντας στο
Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στην Τιαντζίν, υπογράμμισε ότι η
χώρα «εντείνει τις προσπάθειες» για να διευρύνει την εγχώρια
ζήτηση και φιλοδοξεί να μετατραπεί όχι μόνο σε βιομηχανική
δύναμη, αλλά και σε «κολοσσό κατανάλωσης».
Το πρόγραμμα
ανταλλαγής, που ξεκίνησε στα τέλη του 2024, εφαρμόστηκε
αρχικά σε οκτώ κατηγορίες οικιακών συσκευών και αυτοκινήτων,
προσφέροντας εκπτώσεις 15% έως 20%, με ακόμα μεγαλύτερα
κίνητρα για ενεργειακά αποδοτικά προϊόντα. Για το 2025, η
κυβέρνηση διπλασίασε τον προϋπολογισμό, εξέδωσε ειδικά
κρατικά ομόλογα για τη χρηματοδότησή του και επέκτεινε τη
λίστα των επιλέξιμων προϊόντων ώστε να περιλαμβάνει
smartphones, tablets και smartwatches.
Ωστόσο,
οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι τα αποτελέσματα του
προγράμματος ίσως αποδειχθούν βραχύβια. Η ιαπωνική Nomura
εκτιμά ότι οι λιανικές πωλήσεις θα υποχωρήσουν κατά 0,4
ποσοστιαίες μονάδες στο δεύτερο εξάμηνο του 2025 σε σχέση με
πέρυσι και σχεδόν κατά μία μονάδα στο πρώτο εξάμηνο του
2026.
Γι’ αυτό, η
κυβέρνηση εξετάζει πρόσθετα μέτρα, όπως η χορήγηση ετήσιας
επιδότησης 500 δολαρίων για κάθε παιδί κάτω των τριών ετών,
ελπίζοντας να ενισχύσει το διαθέσιμο εισόδημα και τη ζήτηση.
|