Η ανάκαμψη της
παγκόσμιας ανάπτυξης και η αναθέρμανση του πληθωρισμού μετά
την πανδημία πέρυσι σήμαινε ότι πρώτη φορά μετά το 2015
παρατηρήθηκε ετήσια περιστολή του χρέους στην παγκόσμια
οικονομία, σύμφωνα με έρευνα που παρακολουθείται στενά από
ένα εύρος παραγόντων και φορέων. Η έκθεση του Ινστιτούτου
Διεθνών Οικονομικών (IIF) που δημοσιεύθηκε χθες, εκτιμά ότι
το παγκόσμιο χρέος μειώθηκε κατά περίπου 4 τρισ. δολάρια,
επαναφέροντάς το κάτω από το όριο των 300 τρισ. δολαρίων, το
οποίο ξεπέρασε το 2021.
Όπως γράφει το
Reuters σε ανάλυση του, με το κόστος δανεισμού να αυξάνεται,
ιδιαίτερα για τις αναδυόμενες αγορές, η μείωση προήλθε εξ
ολοκλήρου από τις πλουσιότερες χώρες, οι οποίες είδαν το
συνολικό χρέος τους να ελαττώνεται κατά περίπου 6 τρισ.
δολάρια σε 200 τρισ. δολάρια. Αντίθετα, το ποσό του
αναπτυσσόμενου παγκόσμιου χρέους έφθασε σε νέο υψηλό ρεκόρ
98 τρισ. δολαρίων.
Και πάλι, όμως, η
βελτίωση προήλθε από τις ανεπτυγμένες αγορές, που είχαν μια
συνολική πτώση 20 ποσοστιαίων μονάδων στο 390% του ΑΕΠ. Ο
λόγος του χρέους των αναδυόμενων αγορών αυξήθηκε κατά 2
ποσοστιαίες μονάδες, στο 250% του ΑΕΠ, κυρίως λόγω της Κίνας
και της Σιγκαπούρης. Αναλύοντας περαιτέρω τους αριθμούς, το
Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών εκτίμησε ότι ο λόγος του
δημόσιου χρέους των αναδυόμενων αγορών προς το ΑΕΠ ανέβηκε
σχεδόν στο 65% το 2022 από λίγο κάτω από το 64% το 2021. «Η
επιβάρυνση του εξωτερικού δημόσιου χρέους πολλών
αναπτυσσόμενων χωρών επιδεινώθηκε λόγω των απότομων απωλειών
στην ισοτιμία των εθνικών νομισμάτων (το 2022) έναντι του
δολαρίου», ανέφερε το IIF. Η κατάσταση αυτή είχε οδηγήσει σε
χαμηλότατα επίπεδα τη ζήτηση για ομόλογα σε εθνικά νομίσματα
αναδυόμενων αγορών.
Η JP Morgan είχε μια
διαφορετική αντίληψη για την κατάσταση του παγκόσμιου
χρέους. Σε ανάλυση, που δημοσιεύθηκε χθες, τόνισε πως παρά
τη μέτρια ελάττωση του χρέους των ανεπτυγμένων αγορών
πέρυσι, η άνοδος από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση
πριν από δεκαπέντε χρόνια και εντεύθεν κάθε άλλο παρά μικρή
ήταν. Μάλιστα, υπολόγισε ότι το χρέος του δημόσιου τομέα των
προηγμένων χωρών ως μερίδιο του ΑΕΠ έχει αυξηθεί στο 122%
από 73% λίγο πριν από την κρίση και πάνω από 30 ποσοστιαίες
μονάδες του ΑΕΠ σε 13 από τις 21 μεγάλες οικονομίες – και
πάνω από 45% σε εννέα από αυτές. Αυτό που κάνει το άλμα του
σχεδόν 50% ακόμη πιο αξιοσημείωτο, τέλος, είναι ότι το χρέος
είχε αυξηθεί μόλις κατά 40 ποσοστιαίες μονάδες τα 40 χρόνια
που προηγήθηκαν της χρηματοπιστωτικής κρίσης – και στη
διάρκειά τους υπήρξαν επίσης σοβαρά σοκ, συμπεριλαμβανομένου
του στασιμοπληθωρισμού τη δεκαετία του 1970. |