Το φυσικό αέριο καλύπτει σήμερα περί το 24%
των ενεργειακών αναγκών της Ε.Ε. και ένα εξίσου
υψηλό ποσοστό στην ηλεκτροπαραγωγή που
υπολογίζεται στο 20,6%. Υπό αυτή την έννοια το
αέριο θεωρείται στρατηγικό καύσιμο και αποτελεί
βασικό συστατικό του ευρωπαϊκού ενεργειακού
μείγματος. Ορισμένες χώρες όπως η Ιταλία και η
Ολλανδία έχουν σχετικά μεγάλη εξάρτηση που
φθάνει στο 39% και 43% αντίστοιχα, ενώ άλλες
όπως η Ελλάδα και η Γερμανία μικρότερη αλλά
εξίσου σημαντική στα 19% και 25% αντίστοιχα. Η
δε μεγάλη συμβολή του φυσικού αερίου στην
ηλεκτροπαραγωγή –που στην περίπτωση της Ελλάδας
φθάνει το 41% βάσει στοιχείων των τελευταίων 18
μηνών– επηρεάζει άμεσα τη διαμόρφωση του κόστους
της ηλεκτρικής ενέργειας καθότι το φυσικό αέριο
έχει εξελιχθεί σε ακριβό καύσιμο, σε σύγκριση με
τον άνθρακα και τις ΑΠΕ.
Η απόφαση της Ε.Ε.,
μετά την εισβολή της
Ρωσίας στην Ουκρανία, να
επιβάλλει οικονομικές
και άλλες κυρώσεις κατά
του μεγαλύτερου
ενεργειακού της
προμηθευτή με την
ταυτόχρονη εφαρμογή
στρατηγικού σχεδίου για
τη σημαντική μείωση ή
και μηδενισμό των
εισαγωγών αερίου,
πετρελαίου και άνθρακα
από τη Ρωσία και την
αντικατάστασή τους από
εναλλακτικούς
προμηθευτές, οδήγησαν
τις τιμές στα ύψη με την
οικονομία να κινδυνεύει
να εισέλθει σε ύφεση.
Είναι ξεκάθαρο ότι
οι κυρώσεις πλήττουν
πολύ περισσότερο την
Ευρώπη παρά τη Ρωσία η
οποία, αν και με ελαφρώς
μικρότερες σε όγκο
εξαγωγές, φαίνεται ότι
λόγω της μεγάλης αύξησης
των τιμών αποκομίζει
φέτος περισσότερα έσοδα
από τις πωλήσεις
πετρελαίου και φυσικού
αερίου, που
υπολογίζονται στα 337
δισ. δολάρια από ό,τι
πέρυσι που έφθασαν τα
244 δισ. δολάρια.
Σε ένα παγκόσμιο
ενεργειακό περιβάλλον το
οποίο ήδη δοκιμαζόταν
λόγω αυξημένης ζήτησης
και ακρίβειας, ήρθε ο
πόλεμος στην Ουκρανία
και η πλήρης
αντιπαράθεση με τη Ρωσία
να επιδεινώσει την όλη
κατάσταση σε βαθμό που
να έχει μεγιστοποιηθεί
απόλυτα η αβεβαιότητα
από πλευράς τιμών και
εξελίξεων στην οικονομία
γενικότερα. Με άλλα
λόγια, έχουν έρθει τα
πάνω κάτω καθιστώντας
κάθε ενεργειακή και
οικονομική πρόβλεψη
δυσεπίλυτο γρίφο με μόνη
βεβαιότητα την έλευση
σημαντικών γεωπολιτικών
εξελίξεων. Οι οποίες δεν
μπορεί να είναι άλλες
από την επιτάχυνση της
δημιουργίας ενός
πολυπολικού κόσμου
έχοντας ξεφύγει για τα
καλά από τη διαφαινόμενη,
προς ώρας μετά την
κατάρρευση της Σοβιετίας,
της αμερικανικής
μονοκρατορίας και της
Pax Americana. Με τον
συνεχιζόμενο πόλεμο στην
Ουκρανία και την πλήρη
ρήξη ΗΠΑ/Ε.Ε. με τη
Ρωσία, και τη
διευρυνόμενη ενεργειακή
κρίση να οδηγεί μοιραία
σε γεωπολιτικές
ανακατατάξεις. Μέχρι
στιγμής, οι εν λόγω
ανακατατάξεις δείχνουν
να οδηγούν προς τρεις
συγκεκριμένες
κατευθύνσεις.
Η πρώτη αφορά την
επαναχάραξη των σφαιρών
οικονομικής και
πολιτικής επιρροής,
φέρνοντας αναπόφευκτα
πλησιέστερα τη Ρωσία με
την Κίνα. Χωρίς αυτή η
εξέλιξη να σημαίνει
απαραίτητα τη δημιουργία
ενός νέου ισχυρού άξονα
πέριξ του οποίου θα
έρθουν να στοιχιστούν
διάφορα κράτη όπως η
Ινδία, το Πακιστάν, η
Τουρκία, το Ιράν κ.λπ.
Για να προκύψει αυτός ο
άξονας θα πρέπει πρώτα
να ολοκληρωθεί η εμπλοκή
της Ρωσίας με την
Ουκρανία, που μπορεί
όμως να διαρκέσει αρκετά
χρόνια, ενώ δεν
εξυπακούεται ότι η Κίνα
θα βιαστεί για να
αναβαθμίσει τη
στρατηγική της σχέση με
τη Ρωσία. Στο διάστημα
αυτό η Ρωσία, αφού
σταθεροποιήσει περαιτέρω
την οικονομία της και
συνεργαστεί με την Κίνα
στην αποδολαριοποίηση
του διεθνούς συστήματος
συναλλαγών, θα φροντίσει
όσο μπορεί να
ισχυροποιήσει τη
γεωπολιτική και
γεωοικονομική της θέση
με τη βοήθεια και των
χωρών πέριξ της Κασπίας.
Ακολουθώντας κατά βάση
τη θεωρία του Χάρολντ
Μάκιντερ περί πλανητικής
νήσου και το πώς ο
έλεγχος της Κεντρικής
Ευρώπης και του
εσωτερικού της Ασίας
οδηγεί στον έλεγχο της
αξονικής περιοχής και
κατά συνέπεια στην
παγκόσμια κυριαρχία.
Η δεύτερη έχει σχέση
με την περαιτέρω
ισχυροποίηση της Κίνας
βοηθούσης της
επερχόμενης ρήξης με τις
ΗΠΑ και του
μετασχηματισμού της
κινεζικής οικονομίας σε
καταναλωτική και
λιγότερο εξαγωγική.
Η δε τρίτη
κατεύθυνση αφορά την
επαναπροσέγγιση της
Ευρώπης με τις χώρες του
Αραβικού Κόλπου και της
Βόρειας Αφρικής
προκειμένου η Ευρωπαϊκή
Ενωση να εξασφαλίσει την
ενεργειακή της
τροφοδοσία. Με τη Μέση
Ανατολή να παίζει σε
έναν βαθμό τον ρόλο που
μέχρι σήμερα είχε η
Ρωσία. Ηδη παρατηρούμε
πολιτικές κινήσεις προς
αυτή την κατεύθυνση με
επίσημες επισκέψεις
υψηλόβαθμων αξιωματούχων
ένθεν και ένθεν. Η
επίσκεψη του Ελληνα
πρωθυπουργού στο Κατάρ
την περασμένη Τρίτη
(23/8) και η επίσκεψη
του ισχυρού άνδρα της
Σαουδικής Αραβίας
πρίγκιπα Μοχάμεντ Μπιν
Σάλμαν και της
πολυπληθούς ακολουθίας
του σε Αθήνα και Παρίσι
τον περασμένο Ιούλιο
εντάσσονται σε αυτό το
πλαίσιο.
* Ο κ. Κωστής Ν.
Σταμπολής είναι πρόεδρος
του Ινστιτούτου
Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ).
** Το άρθρο
δημοσιεύτηκε αρχικά στην
Καθημερινή της Κυριακής.