Αυτής της κατηγορίας ήταν και τα
ομόλογα (AT1) που οι κάτοχοί τους δεν θα λάβουν
ούτε ευρώ από την πτώχευση της Credit Suisse.
Ομόλογα εν πολλοίς ρισκαδόρικα, που κάνουν μια
συγκεκριμένη δουλειά, ενισχύοντας τα κεφάλαια
των τραπεζικών ιδρυμάτων, προσφέροντας πολύ
υψηλά επιτόκια. Αυτή την περίοδο άνω του 10%.
Η απόφαση των ελβετικών Αρχών να
πάρουν όλη τη ζημιά (17 δισ.) οι συγκεκριμένοι
«ρισκαδόροι» ομολογιούχοι και όχι οι μέτοχοι της
τράπεζας (που αποζημιώθηκαν με 3 δισ.) σόκαρε
την Ευρώπη. Οι επικεφαλής των αρμόδιων
μηχανισμών της ευρωζώνης έσπευσαν να
διευκρινίσουν ότι στο ευρωσύστημα παραμένει σε
περίπτωση κατάρρευσης τράπεζας η προστασία κατά
σειρά «καταθέτης – ομολογιούχος – μέτοχος».
Καταλαβαίνετε πού έχει φτάσει η
συζήτηση; Η Ευρώπη για πρώτη φορά μετά τις
ελληνικές περιπέτειες της προηγούμενης δεκαετίας
μιλάει ανοιχτά για τις διαδικασίες πτώχευσης
μιας τράπεζας. Υπενθυμίζει τον τρόπο με τον
οποίο αυτή θα γίνεται. Αντίστοιχα οι κεντρικοί
τραπεζίτες βγαίνουν και βεβαιώνουν ότι δεν
υπάρχει κανένα πρόβλημα, ότι είμαστε
«θωρακισμένοι», κάτι που ως Ελληνες έχουμε μάθει
όταν το ακούμε να ανησυχούμε παραπάνω.
Σε αυτό το περιβάλλον θα κάνουμε
εκλογές. Αν νομίζουμε ότι η τραπεζική κρίση
τελείωσε με την κατάρρευση του ελβετικού γίγαντα
και δύο μεσαίων αμερικανικών τραπεζών, είμαστε
γελασμένοι. Ηδη η παγκόσμια οικονομία κοιτάζει
και ξανακοιτάζει τις συγκεκριμένες εκδόσεις
ομολόγων, τις ρισκαδόρικες, που ξεπερνούν τα 275
δισ. δολάρια. Αύριο μεθαύριο, θα ψάξει για κάτι
άλλο. Η εμπιστοσύνη έχει διαρραγεί. Η καχυποψία
έχει επιστρέψει και ακόμα και αν δεν βρει νέο
αδύναμο κρίκο, θα παραμείνει στην παγκόσμια
οικονομία για μεγάλο διάστημα.
Αυτή η κατάσταση βρίσκει την
ελληνική οικονομία να καταγράφει ρυθμούς
ανάπτυξης πολλαπλάσιους των ευρωπαϊκών, πολλές
επενδύσεις να βρίσκονται σε στάδιο ανάπτυξης,
ένα χρέος ρυθμισμένο και ένα τραπεζικό σύστημα
το οποίο με την κρατική βοήθεια του σχεδίου
«Ηρακλής» έχει μειώσει σε μονοψήφια ποσοστά τα
κόκκινα δάνεια.
Τη βρίσκει και με αρκετές
αδυναμίες. Με ένα έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο
που συνεχώς διευρύνεται. Με μια κατανάλωση να
δείχνει σημάδια κόπωσης και έναν επιτοκιακό
πέλεκυ να πέφτει πάνω από ήδη επιβαρυμένα από
προηγούμενες κρίσεις νοικοκυριά και
επιχειρήσεις. Επιπλέον επιστρέφει η
δημοσιονομική πειθαρχία με την επίτευξη
πρωτογενών πλεονασμάτων, έπειτα από μια
τετραετία χαλάρωσης των κανόνων, ενώ η χώρα δεν
διαθέτει και την επενδυτική βαθμίδα,
επηρεάζοντας την ποιότητα των κεφαλαίων που
επενδύουν στη χώρα.
Ο μεγαλύτερος ωστόσο κίνδυνος,
σχεδόν «αέναος» όπως τα ομόλογα, παραμένει για
τη χώρα η εκλογική συγκυρία. Η «χωρίς αύριο»
μάχη που ετοιμάζεται να δοθεί τους επόμενους
μήνες, απειλεί τη χώρα με ακυβερνησία και
οικονομικές περιπέτειες, εν μέσω πρωτοφανούς
διεθνούς θύελλας…
Νίκος Φιλιππίδης (in.gr) |