Ένα από
τα ζητήματα στα οποία ο καπιταλισμός δεν μπορεί
-εξ ορισμού- να βρει λύση είναι αυτό της
αστάθειας. Είναι άλλωστε δομικό συστατικό του-
το μονοπάτι προς τη γενική ισορροπία δεν είναι
άνευ αναταράξεων.
Η οικονομική θεωρία (ή επιστήμη) γεννήθηκε ως
απάντηση στις απόπειρες ερμηνείας της νέας
(οικονομικής) πραγματικότητας που αναδυόταν λόγω
του εκτεταμένου εμπορίου το 18ο αιώνα. Συνήθως,
αν και συχνά χωρίς να γίνεται αντιληπτό, (εμείς)
οι οικονομολόγοι επικεντρώνουμε την προσοχή μας
στην επίλυση ενός συλλογικού προβλήματος.
Μπορούμε να πούμε πως τον 19ο αιώνα αυτό ήταν το
διεθνές εμπόριο, ενώ τον 20ο ήταν η οικονομική
μεγέθυνση. Για τον 21ο αιώνα, λίγοι θα
διαφωνήσουν πως το μεγάλο ζήτημα είναι η 4η
Βιομηχανική Επανάσταση, σε όλες τις διαστασεις
της.
Από τη μία πλευρά, σεβαστοί οικονομολόγοι και
οικονομικοί ιστορικοί καλούν σε ψυχραιμία,
παραλληλίζοντας το επερχόμενο κύμα τεχνολογικής
αλλαγής με τους ιστορικούς προγόνους του- την
εργοστασιακή γραμμή παραγωγής, τον ηλεκτρισμό
και το διαδίκτυο. Όπως και τώρα, έτσι και στα
προηγούμενα κύματα υπήρχαν ενστάσεις από την
κοινωνία ως προς την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών,
υπό το φόβο απώλειας θέσεων εργασίας. Παρότι οι
φόβοι επιβεβαιώθηκαν βραχυπρόθεσμα, μακροχρόνια
δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εργασίας και η
ανεργία επανερχόταν σε ένα εν πάσει περιπτώσει
κοινωνικά ανεκτό επίπεδο. Σύμφωνα λοιπόν με
ορισμένους, δεν υπάρχει κάτι που να πρέπει να
μας αναστατώνει υπέρμετρα, καθώς η
αυτοματοποίηση θα μας κάνει τη ζωή πιο εύκολη,
αυτοματοποιώντας εργασίες ρουτίνας και
ανοίγοντας το δρόμο για μία αγορά εργασίας
γεμάτη νέα και ενδιαφέροντα επαγγέλματα. Μετά το
τέλος της όποιας προσαρμογής,
τα πράγματα θα επανέλθουν στο φυσιολογικό
επίπεδο.
Η πραγματικότητα όμως είναι πιο σύνθετη. Αυτή τη
φορά δεν υπάρχει κανένα όριο όσον αφορά το ποιες
εργασίες δύναται να αυτοματοποιηθούν πλήρως. Σε
θεωρητικό επίπεδο, κάθε επάγγελμα είναι εφικτό
να πραγματοποιηθεί από ένα ρομπότ, υπό την
προϋπόθεση ότι μπορεί να συγκεντρωθεί επαρκής
όγκος δεδομένων για τις επιμέρους διεργασίες
(tasks) της εκάστοτε εργασίας, τα οποία μπορούν
να χρησιμοποιηθούν για την εκπαίδευση
αλγορίθμων. Η κατάσταση δυσκολεύει αν βάλουμε
στην εξίσωση και την τεχνολογία brain
emulation, η οποία ναι μεν φαίνεται
σχετικά απόμακρη, αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται
εντός των ορίων της πραγματικότητας
μεσοπρόθεσμα.
Οι
υποθέσεις πίσω από τις εκτιμήσεις
Στη
δημόσια συζήτηση συχνά επικρατεί η εσφαλμένη
υπόθεση πως οι εργασίες που απειλούνται να
αυτοματοποιηθούν είναι μόνο οι εργασίες
ρουτίνας, που συχνά δεν απαιτούν χρόνια
εκπαίδευση και εκτελούνται χειρωνακτικώς. Η
πραγματικότητα απέχει πολύ από το παραπάνω
συμπέρασμα.
Σε μία από τις πιο επιδραστικές μελέτες της
τελευταίας δεκαετίας, οι Osborne and Frey (2013)
είναι οι πρώτοι που αποπειράθηκαν να
ποσοτικοποιήσουν την πιθανότητα αυτοματοποίησης
όλων των επαγγελμάτων (συνολικά 702) στις ΗΠΑ
εντός των επόμενων δύο δεκαετιών, και να
αποδώσουν συγκεκριμένη πιθανότητα για κάθε ένα.
Βασική υπόθεση του μοντέλου τους είναι πως η
πιθανότητα αυτοματοποίησης ενός επαγγέλματος
είναι συνάρτηση 3 παραγόντων: κοινωνική
νοημοσύνη, δημιουργικότητα, αντιληπτικότητα και
ικανότητα χειραγώγησης του γύρω περιβάλλοντος.
Η πιθανότητα πλήρους αυτοματοποίησης κάθε
επαγγέλματος είναι συνάρτηση των ανωτέρω
παραγόντων. Όσο υψηλότερη είναι η ανάγκη για
κάθε μία παραπάνω δεξιότητες, τόσο χαμηλότερη η
πιθανότητα αυτοματοποίησης.
Στο
παρόν άρθρο θέλω να επικεντρωθώ στην επίδραση
της αυτοματοποίησης σε δύο επαγγέλματα που δεν
αναγνωρίζονται στο δημόσιο διάλογο ως ιδιαίτερα
ευάλωτα προς αυτοματοποίηση.
Η πρώτη
στην οποία θα αναφερθώ είναι οι ιατροί. Χωρίς να
πρέπει να λησμονείται η καθοριστική σημασία του
ανθρώπινου παράγοντα στην αλληλεπίδραση μεταξύ
θεραπευτή και θεραπευόμενου, δεν πρέπει να
υποτιμηθεί ότι μερικές φορές προκύπτουν ζητήματα
ακρίβειας όσων αφορά τις διαγνώσεις. Νομίζω πως
όλοι είμαστε σε θέση να ανακαλέσουμε περιστατικά
όπου ζητήσαμε 2 ή 3 γνωματεύσεις για κάποιο
σημαντικό ιατρικό θέμα, παίρνοντας αποκλίνουσες
απαντήσεις. Ένας από τους λόγους που συμβαίνει
αυτό είναι το γεγονός ότι οι ιατροί υπόκεινται
στους ίδιους νόμους της φύσης όπως όλοι οι
υπόλοιποι: κουράζονται, η διαύγεια τους
συναρτάται από την ψυχολογία τους την εκάστοτε
ημέρα, έχουν περιορισμούς και διαστρεβλώσεις στη
μνήμη, και ούτω καθεξής.
Προφανώς, υπάρχουν πολλές ειδικότητες ιατρών, με
κάθε μία να επιτελεί συγκεκριμένες και εν
πολλοίς διαφορετικά tasks, όμως κάποια γενικά
συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν. Βασικό
πλεονέκτημα των μηχανών στον τομέα αυτό είναι η
έλλειψη συστηματικών biases και η ικανότητα
αναγνώρισης, σύνθεσης και απομνημόνευσης
εκατομμυρίων ανάλογων περιστατικών.
Ως πρακτική, η ιατρική απειλείται
λόγω του γεγονότος ότι μπορεί να τυποποιηθεί σε
συγκεκριμένα βήματα, με αρκετή ακρίβεια και
λεπτότητα. Βέβαια, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός
ότι συγκεκριμένες ειδικότητες θεωρούνται
ασφαλέστερες από τις υπόλοιπες, όπως αυτή της ψυχιατρικής και
της γυναικολογίας,
λόγω της λεπτότητας των καταστάσεων και της
ανάγκης για προσωπική επαφή και επικοινωνία.
Αντιθέτως, ορισμένες μελέτες δείχνουν πως η
ζήτηση για τις εν προκειμένω ειδικότητες
αναμένεται να αυξηθεί τις επόμενες δεκαετίες,
αφενός διότι η φροντίδα της ψυχικής υγείας παύει
σιγά-σιγά να είναι ταμπού, ενώ οι αυξημένες
πιέσεις του σύγχρονου τρόπου ζωής και η
συναισθηματική ανασφάλεια της γενιάς Ζ οδηγεί με
μαθηματική ακρίβεια σε ανάγκη για συστηματική
παρακολούθηση. Από την άλλη πλευρά, όσον αφορά
τις/τους γυναικολόγους, μελέτη της βρετανικής
κυβέρνησης δείχνει ανοδική ζήτηση για το
επάγγελμα, η οποία ενδεχομένως μπορεί να
ερμηνευθεί και από την πρόσφατη στροφή πολλών
κυβερνήσεων στην περαιτέρω ενίσχυση του τομέα
αλλά και στην παροχή δωρεάν εφ’ όρου ζωής
προγραμμάτων εξετάσεων και παρακολούθησης για
τις γυναίκες, όπως και από την αυξημένη
ευαισθητοποίηση για ζητήματα υγείας από την
αναδυόμενη μεσαία τάξη της Κίνας και της Ινδίας.
Το
επιχείρημα μου, φυσικά, δεν είναι πως θα πάψουν
να υπάρχουν ιατροί. Απλώς θα είναι λιγότεροι,
και θα επικουρούνται στη δουλειά τους από
εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης.
Την ίδια στιγμή, στην ίδια κατηγορία βρίσκουμε
και το επάγγελμα των λογιστών,
το οποίο μάλιστα, σύμφωνα με ορισμένα πρόσφατα
μοντέλα, θεωρείται βέβαιο πως θα πληγεί σε πολύ
μεγάλο βαθμό από την ενσωμάτωση της τεχνητής
νοημοσύνης στην καθημερινή ζωή. Αυτό συμβαίνει
καθώς ορισμένα από τα καθήκοντα του επαγγέλματος
είναι επαναλαμβανόμενα και προϋποθέτουν τη χρήση
υπολογιστών. Αν και θα χαθούν αρκετές
θέσεις εργασίας, το επάγγελμα φυσικά θα
εξακολουθήσει να ασκείται, καθώς υπάρχουν πολλά
σύνθετα κομμάτια
τα οποία απαιτούν ανθρώπινη νόηση για
να εκτελεστούν.
Σε κάθε
περίπτωση, το
σύνολο της κοινωνίας θα επηρεαστεί από
τη σταδιακή ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών.
Σκοπός του παρόντος άρθρου ήταν να αναδείξει πως
το φάσμα των ειδικοτήτων που θα επηρεαστεί δεν
περιορίζεται σε χειρωνακτικές εργασίες, αλλά
περιλαμβάνει πολύ περισσότερες. Δεν υπάρχει
γραμμική σχέση μεταξύ του αν μια εργασία
πραγματοποιείται χειρωνακτικά ή αν απαιτεί
εξειδικευμένες γνώσεις πανεπιστημιακού επιπέδου,
και της πιθανότητας να αντικατασταθεί από
μηχανές- ο καθοριστικός παράγοντας έγκειται στο
εάν μπορεί να τυποποιηθεί σε συγκεκριμένα
επαναλαμβανόμενα βήματα. Μέσα στην επόμενη
δεκαετία θα διαπιστώσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια
την κατεύθυνση των όποιων αλλαγών…
Δημοσθένης Κόλλιας (Athens Voice) |