Θέτοντάς
το απλά, μέσω της θέσπισης και της υιοθέτησης
του DMA, οι Βρυξέλλες επιχειρούν να εφαρμόσουν
ένα συγκεκριμένο – και δυναμικό – πλαίσιο
λειτουργίας για τους τεχνολογικούς κολοσσούς του
Big Tech, ενώ ο θεμελιώδης στόχος του DMA
αποτελεί την προστασία των δικαιωμάτων των
ευρωπαίων πολιτών και καταναλωτών. Προφανώς, η
πολυπλοκότητα των τεχνολογικών εξελίξεων, αλλά
και η άνευ προηγούμενου προσπάθεια μιας επίσημης
κυρίαρχης αρχής να θέσει σχετικούς κανόνες
κρύβει τεράστιες προκλήσεις· ωστόσο, για πρώτη
φορά στην Ιστορία, η ΕΕ φαίνεται
έτοιμη να διαμορφώσει τις παγκόσμιες
τεχνολογικές εξελίξεις, με την υπόλοιπη Δύση να
παρακολουθεί από κοντά.
Τι
ακριβώς προβλέπει το Digital Markets Act
Η
κυριότερη συμβολή του DMA στην Κοινή Αγορά
αναμένεται να αποτελέσει η προστασία των
ευρωπαίων καταναλωτών – αλλά και των ευρωπαϊκών
και μη εταιριών παροχής ψηφιακών υπηρεσιών – από
τις μονοπωλιακές συνθήκες τις οποίες έχει
διαμορφώσει η οικονομική και ψηφιακή ισχύς των
κολοσσών του αμερικανικού Big Tech. Ο
συγκεκριμένος όρος χρησιμοποιείται διεθνώς για
να περιγράψει συνοπτικά ακριβώς αυτό: την
κολοσσιαία επιρροή την οποία έχουν οι
τεχνολογικοί γίγαντες, στις οποίες
συμπεριλαμβάνονται η Microsoft, η Alphabet –
Google, η Apple, και η Meta. Θα πρέπει να
σημειωθεί πως – πέρα από την προφανή
αναγνωσιμότητα των συγκεκριμένων εταιριών, ακόμα
και στους τεχνολογικά ημιμαθείς ευρωπαίους
καταναλωτές – οι συγκεκριμένες εταιρίες
συμπεριλαμβάνονται στον όρο Big Tech λόγω του
δυσθεώρητου ετήσιου τζίρου τους, αλλά και των
εξίσου τεράστιων κερδών τους. Ωστόσο, η ΕΕ δεν
υιοθετεί τον όρο Big Tech στο πλαίσιο του DMA,
αλλά αντιθέτως χαρακτηρίζει τις συγκεκριμένες
εταιρίες ως “gatekeepes”· σύμφωνα με τους
ευρωπαίους νομοθέτες, ο συγκεκριμένος όρος είναι
επαρκής ώστε να συνοψίσει την οικονομική ισχύ
των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών, τη
διαμεσολαβητική τους δυνατότητα σε έναν
παγκόσμιο κύκλο ψηφιακών εταιριών, αλλά και την
αδιαμφησβήτητη θέση τους ως διαμορφωτές της
αγοράς παροχής ψηφιακών υπηρεσιών σε παγκόσμιο
επίπεδο.
Στην
ουσία, ωστόσο, ο όρος gatekeeper αξιοποιείται
από την ΕΕ για να περιγράψει μια εξαιρετικά
προβληματική συνθήκη, από την οπτική των
Βρυξελλών: οι gatekeepers έχουν τη δυνατότητα να
διαμορφώνουν μονοπωλιακές συνθήκες στην Κοινή
Αγορά, αποτρέποντας άλλες εταιρίες από το να
ανταγωνιστούν τις υπηρεσίες που διαθέτουν, αλλά
και στερώντας τους τη δυνατότητα να
καινοτομήσουν, άρα και να συμβάλλουν περισσότερο
στην τεχνολογική εξέλιξη της ευρωπαϊκής – και
όχι μόνο – αγοράς. Για αυτόν τον λόγο, το DMA
προτεραιοποιεί την εφαρμογή συγκεκριμένων
υποχρεώσεων για τους gatekeepers, ώστε να
διαφυλαχτεί – όσο αυτό είναι δυνατόν – η
ακεραιότητα του υγιούς επιχειρηματικού
ανταγωνισμού εντός της ΕΕ. Ορισμένες από τις
συνθήκες τις οποίες οφείλουν να σεβαστούν οι
gatekeepers είναι: η ανεμπόδιστη πρόσβαση σε
τρίτες εταιρίες ώστε να μπορούν να
συλλειτουργούν με το ψηφιακό τους περιβάλλον, η
ανεμπόδιστη πρόσβαση των ευρωπαίων καταναλωτών
στα δεδομένα που έχουν συλλέξει οι gatekeepers
λόγω της χρήσης των προϊόντων και των υπηρεσιών
τους, η διασφάλιση της δυνατότητας τρίτων
εταιριών να διαφημιστούν με ίσους όρους με τις
εφαρμογές των gatekeepers – όπως είναι για
παράδειγμα το App Store και το Google Play –
αλλά και η διασφάλιση της δυνατότητας των
ευρωπαίων καταναλωτών να χρησιμοποιούν υπηρεσίες
τρίτων εταιριών, οι οποίες θα παρέχονται κατά τα
άλλα στο λειτουργικό σύστημα των gatekeepers, οι
οποίοι όμως δε θα επωφελούνται οικονομικά.
Παράλληλα, το DMA προβλέπει και μια σειρά
απαγορεύσεων προς τους gatekeepers, τις οποίες
θα πρέπει να σεβαστούν απόλυτα, εφόσον επιθυμούν
να διατηρούν – και να αυξάνουν – τον κύκλο των
εργασιών τους εντός της ΕΕ. Μερικά κρίσιμα
παραδείγματα αφορούν την απαγόρευση άνισης
μεταχείρισης μέσω των δικών τους υπηρεσιών και
των αντίστοιχων υπηρεσιών τρίτων εταιριών, αλλά
και την παρακολούθηση των δεδομένων των
ευρωπαίων καταναλωτών εκτός των υπηρεσιών των
gatekeepers – δηλαδή όταν εκείνοι αξιοποιούν
εφαρμογές τρίτων εταιριών – χωρίς τη ρητή
συγκατάθεση τους. Το ενδεικτικότερο παράδειγμα
της εφαρμογής του DMA αποτελεί η καταγγελία της
Spotify Technology εναντίον της Apple, στην
οποία η σουηδική εταιρία κατηγόρησε τον
αμερικανικό κολοσσό πως σκόπιμα απέκρυψε από
τους ευρωπαίους καταναλωτές πως μπορούν να έχουν
πρόσβαση σε οικονομικότερες υπηρεσίες streaming
μουσικής μέσω της εφαρμογής Spotify, αντί για
την Apple Music. Η καταγγελία της Spotify
Limited αποδείχτηκε πως ευσταθούσε – καθώς τόσο
το Spotify όσο και το Apple Music είναι
διαθέσιμα στο Apple Store, με την Apple ωστόσο
να ευνοεί τη δική της εφαρμογή αποκρύπτοντας τα
πλεονεκτήματα του Spotify – με τις ευρωπαϊκές
αρχές να επιβάλλουν πρόστιμο ύψους δύο
δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Apple για εφαρμογή
μονοπωλιακών μεθόδων στην Κοινή Αγορά. Θα πρέπει
να σημειωθεί επίσης πως το DMA προβλέπει την
επιβολή προστίμων τα οποία μπορούν να φτάσουν
μέχρι και στο 10% του παγκόσμιου τζίρου των
gatekeepers.
Η
εφαρμογή –και η πραγματική συμβολή– του Digital
Markets Act
Το DMA
έχει ήδη ξεκινήσει να εφαρμόζεται από τον Μάιο
του 2023, ενώ οι gatekeepers ελέγχονται συνεχώς
από τις ευρωπαϊκές αρχές σχετικά με τον βαθμό
στον οποίο σέβονται τους κανόνες τους οποίους
έχει θέσει η ΕΕ. Εστιάζοντας στον νομοθετικό
χαρακτήρα του DMA, η καινοτομία – τουλάχιστον
όσον αφορά την ΕΕ – είναι πως το DMA παρέχει τη
δυνατότητα στους ελεγκτικούς μηχανισμούς της
Ευρωπαϊκής Κομισιόν να εξετάζουν την κάθε
υπόθεση – και την κάθε τεχνολογική καινοτομία –
ως αυτούσιο γεγονός, η οποία όμως θα διέπεται
από την αρχή της προστασίας των Ευρωπαίων
καταναλωτών, αλλά και την προστασία της Κοινής
Αγοράς από τη διαμόρφωση μονοπωλιακών συνθηκών.
Με άλλα λόγια, η εφαρμογή του DMA έχει έναν σαφή
δυναμικό χαρακτήρα, βοηθώντας σημαντικά την ΕΕ
να αποβάλλει σταδιακά από πάνω της τον
χαρακτηρισμό από ένα σημαντικό τμήμα του
ευρωπαϊκού εκλογικού σώματος πως «οι Βρυξέλλες»
αποτελούν απλώς έναν αρτηριοσκληρωτικό
γραφειοκρατικό μηχανισμό, ο οποίος εφαρμόζει
απλώς δαιδαλώδεις κανόνες οι οποίοι υπονομεύουν,
αντί να συμβάλλουν, στην παραγωγικότητα και την
καινοτομία. Το γεγονός πως τόσο οι αμερικανικές,
όσο και οι ιαπωνικές αρχές έχουν αξιοποιήσει το
DMA ως σημείο αναφοράς για τις δικές τους
πολιτικές – αλλά και νομικές διαφορές – με τους
κολοσσούς του Big Tech αποδεικνύει από μόνο του
πως η ΕΕ, ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία της,
αποκτά έναν τεχνολογικά ηγετικό ρόλο
Στην
πραγματικότητα, αυτή είναι η σημαντικότερη τομή
την οποία φέρνει το DMA για την Ευρώπη.
Δυστυχώς, η ΕΕ – αλλά και η ΕΟΚ κατά τον Ψυχρό
Πόλεμο – περιορίστηκαν σε έναν δεύτερο ρόλο σε
οτιδήποτε αφορούσε τις τεχνολογικές επαναστάσεις
των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών, με όλα όσα
αυτό συνεπάγεται για την ανταγωνιστικότητα της
Κοινής Αγοράς στον κρισιμότερο – πλέον –
παραγωγικό τομέα, σύμφωνα με τα σημερινά
δεδομένα. Μια μεταρρύθμιση όπως το DMA δίνει –
επιτέλους – στην ΕΕ τη δυνατότητα να
συνδιαμορφώσει τις εξελίξεις σε ένα κρίσιμο
ζήτημα σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς η ισχύς του
Big Tech δεν ανησυχεί μόνο τις Βρυξέλλες, αλλά
όλη τη διεθνή κοινότητα. Ακόμα σημαντικότερα, η
επιρροή του Big Tech – ή των gatekeepers, όπως
προτιμά να τις ονομάζει η ΕΕ – σε παγκόσμιο
επίπεδο αποτελεί και ένα άνευ προηγουμένου
φαινόμενο, καθώς ποτέ στην παγκοσμιοποιημένη
οικονομία δεν είχαν τόσο λίγες εταιρίες τόσο
μεγάλη οικονομική – αλλά και ψυχοδυναμική –
επιρροή στην παγκόσμια κοινότητα. Σε αυτό το
πλαίσιο, η σύλληψη του DMA, αλλά και ο δυναμικός
χαρακτήρας της εφαρμογής του αποτελεί μια
παγκόσμια καινοτομία, η οποία θέτει τις βάσεις
για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των Ευρωπαίων
καταναλωτών, διαμορφώνοντας παράλληλα ένα ηθικό
πλαίσιο σε ό,τι αφορά τη διασφάλιση του
ανταγωνισμού. Εφόσον αυτό βρει μιμητές στην
υπόλοιπη Δύση, τότε η ΕΕ θα έχει πετύχει μια
τομή όχι μόνο στην ευρωπαϊκή, αλλά και στην
παγκόσμια ιστορία.
Ωστόσο,
το DMA αποτελεί μόνο την αρχή. Μπορεί ο κύκλος
εργασιών του Big Tech να αποτελεί μια
προβληματική συνθήκη λόγω του μονοπωλιακού του
χαρακτήρα, ωστόσο ο τρόπος αντιμετώπισης του
είναι μέσες-άκρες σαφής· ανέκαθεν, το κλειδί
στην αντιμετώπιση των μονοπωλιακών συνθηκών
είναι η βούληση των αρχών, και η ΕΕ αποδεικνύει
πως την έχει, όπως άλλωστε το έχει αποδείξει και
στο παρελθόν το Αμερικανικό Κογκρέσο. Το ερώτημα
του ενός εκατομμυρίου σε ό,τι αφορά την Τέταρτη
Βιομηχανική Επανάσταση δεν είναι άλλο από την
ασφαλή εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης. Σε αυτό
το ερώτημα, η ΕΕ έρχεται να απαντήσει με τη
σύλληψη και την εφαρμογή του EU AI Act, το οποίο
ενδέχεται να αποτελέσει τη σπουδαιότερη συμβολή
της ΕΕ στη διεθνή κοινότητα μέχρι σήμερα· οι
λεπτομέρειες ακολουθούν στο δεύτερο μέρος.
Άγης
Παπαγεωργίου (Athens Voice) |