Τα τέλη
του 19ου και οι αρχές του 20ού αιώνα
χαρακτηρίζονται από την κορύφωση του δυτικισμού,
κατά την οποία οι αναφερόμενες χώρες υιοθέτησαν
δυτικές τεχνολογίες και οικονομικές πρακτικές
επιβάλλοντας δυτικά πολιτισμικά πρότυπα στις
τοπικές κοινωνίες με σκοπό την αντιμετώπιση και
αντιστάθμιση της δυτικής κυριαρχίας.
Για
παράδειγμα, ο Μέγας Πέτρος στη Ρωσία εφάρμοσε
ευρείες μεταρρυθμίσεις εισάγοντας δυτικές
τεχνολογίες και οργανωτικά πρότυπα για να
εκσυγχρονίσει την οικονομία και να την
καταστήσει ισχυρότερη απέναντι στη Δυτική
Ευρώπη. Οι μεταρρυθμίσεις Τανζιμάτ στην
Οθωμανική Αυτοκρατορία στόχευαν στον
εκσυγχρονισμό του κράτους με την εισαγωγή
δυτικών διοικητικών, στρατιωτικών και νομικών
προτύπων για να αντιμετωπιστεί η πρόκληση των
δυτικών δυνάμεων. Ο Ατατούρκ στην Τουρκία
επιδίωξε να εκσυγχρονίσει την Τουρκία μέσω της
υιοθέτησης δυτικών προτύπων σε όλους τους τομείς
της δημόσιας ζωής, από την εκπαίδευση μέχρι τη
διοίκηση και τη βιομηχανία. Στο Ιράν ο Σάχης
επιδίωξε να εκσυγχρονίσει τη χώρα μέσω
δυτικοποιημένων οικονομικών και πολιτικών
μεταρρυθμίσεων για να ενισχύσει την εθνική ισχύ
και ανεξαρτησία.
Στη
συνέχεια ακολούθησε η απόρριψη της δυτικοποίησης
μετά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα,
όπου οι μη δυτικές κοινωνίες αντιδρούν και
προσπαθούν να ανακτήσουν την αυτονομία και την
ταυτότητά τους απέναντι στην κυριαρχία της
Δύσης. Η απόρριψη ήταν μια άμεση απάντηση στη
συνεχιζόμενη κυριαρχία της Δύσης και στις
επιπτώσεις της προηγούμενης δυτικοποίησης,
στοχεύοντας στην ενίσχυση της διαφοράς και της
αυτονομίας από τη Δύση μέσω της εφαρμογής
τοπικών οικονομικών πολιτικών με ένα αυτόνομο
πολιτιστικό και πολιτικό σύστημα, και προωθώντας
αυτόνομα θρησκευτικά και πολιτικά συστήματα
(Ιράν, Τουρκία κ.λπ.).
Στις
αρχές του 21ου αιώνα οι χώρες αυτές
χαρακτηρίζονται από την επιδίωξη ενός άλλου
δρόμου προς την ευημερία και τη δύναμη, που δεν
βασίζεται ούτε στην ομοιότητα ούτε στη διαφορά
με τη Δύση, αλλά σε επιλεκτική σύνθεση.
Οι πρώην
αυτοκρατορίες που «αναδύονται ως νέες δυνάμεις»
οδηγούνται από τη θέλησή τους να ανακτήσουν την
ιστορική τους μεγαλοπρέπεια και να ηγηθούν του
πρώην αυτοκρατορικού τους χώρου. Η Τουρκία
επιδιώκει να επανακαθορίσει την επιρροή της μέσω
του νεο-οθωμανισμού, ενσωματώνοντας ιστορικά και
πολιτιστικά στοιχεία του οθωμανικού παρελθόντος.
Το Ιράν επιδιώκει να ενισχύσει την επιρροή του
στη Μέση Ανατολή μέσω στρατηγικών και
πολιτιστικών επεκτάσεων. Η Ρωσία προσπαθεί να
επαναφέρει την παρουσία της στην πρώην σφαίρα
επιρροής της, ενσωματώνοντας πολιτικά και
στρατηγικά στοιχεία του παρελθόντος.
Η Κίνα
προωθεί τους νέους Δρόμους του Μεταξιού για να
ενισχύσει την οικονομική και στρατηγική της
επιρροή ως πανάρχαια αυτοκρατορία, μέσω της
εφαρμογής φιλόδοξων γεωπολιτικών έργων και
στρατηγικών, αντικατοπτρίζοντας τα
νεο-αυτοκρατορικά της οράματα. Τα οράματα αυτά
περιλαμβάνουν την επέκταση της επιρροής της μέσω
οικονομικών και στρατιωτικών μέσων, καθώς και τη
δημιουργία δικτύων συνεργασίας και εμπορίου.
Η
επιτυχία της εξαρτάται από το περίπλοκο
γεωπολιτικό παιχνίδι στην περιοχή. Ο
ανταγωνισμός μεταξύ των «αναδυόμενων
αυτοκρατοριών» όπως η Ρωσία, το Ιράν και η
Τουρκία αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την
επιτυχία, η οποία θα εξαρτηθεί από την ικανότητα
της Κίνας να διαχειριστεί τις πολύπλοκες και
ταραγμένες γεωγραφίες της Ευρασίας και να
αναλάβει τις αναγκαίες ευθύνες. Η άνοδος της
αυτοκρατορίας της Κίνας έρχεται μετά από έναν
αιώνα ως μεσαία δύναμη και το Πεκίνο
επαναλαμβάνει την πρωτοκαθεδρία του σε μια εποχή
αυξημένης γεωπολιτικής αμφισημίας και εσωτερικών
οικονομικών προβλημάτων.
Οι
προσπάθειες να επηρεαστούν οι πρώην
αυτοκρατορικοί χώροι απαιτούν εξατομικευμένα
έργα για διαφορετικά ακροατήρια που επιδιώκουν
να προσφέρουν αμοιβαία κέρδη όπως στις υποδομές
εμπορίου, για την εξασφάλιση της σταθερότητας
και της ανάπτυξης.
Οι
δυτικές κοινωνίες ίσως να μην αντιλαμβάνονται τα
αυτοκρατορικά όνειρα της Κίνας και ορισμένων
άλλων χωρών, καθώς είναι απασχολημένες με τα
δικά τους εσωτερικά προβλήματα που
δημιουργούνται από τη χαμηλή ανάπτυξη, τον
στασιμοπληθωρισμό, τα δημόσια ελλείμματα και
χρέη, τη χαμηλή αποταμίευση, τη μη ενσωματούμενη
μετανάστευση, τη διαμάχη μεταξύ των δύο
πολιτικών άκρων κ.λπ. Επίσης, η ανάδειξη του
«εγώ» και η επιβολή των εγωιστικών απόψεων στις
κοινωνίες έναντι του εμείς έχει οδηγήσει σε
έλλειψη κοινωνικής συνοχής.
Χρειάζεται όμως η ανάδειξη του «εμείς» για να
δημιουργήσει ένας λαός επιτεύγματα και να
αντιμετωπίσει τις νέες «αυτοκρατορικές απειλές».
Οι δυτικές κοινωνίες πρέπει να γνωρίζουν την
προσπάθεια αναβίωσης των αυτοκρατοριών και ότι
οι αλληλένδετες τροχιές τους θα αναδιαμορφώσουν
την εκτεταμένη, διασυνδεδεμένη ευρασιατική
γεωγραφία, πράγμα το οποίο αφορά τη χώρα μας
καθώς βρίσκεται στην πρώτη γραμμή και ίσως
χρειαστεί να αντιμετωπίσει εκ νέου κινδύνους από
ανατολικά.
*Ο κ.
Γιώργος Ατσαλάκης είναι οικονομολόγος,
αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης,
Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης.
** Το
άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της
Κυριακής. |