Αν και
υπήρξαν ορισμένες εσωτερικές αντιδράσεις στην
Τεχεράνη που επιχειρηματολόγησαν κατά ενός
ανταποδοτικού πλήγματος, απόψεις που κυρίως
εκφράστηκαν σύμφωνα με τους New York Times από
τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο της χώρας Μασούντ
Πεζεσκιάν, η σκληροπυρηνική πτέρυγα του ιρανικού
πολιτικού κατεστημένου υπό τον Αλί Χαμενεΐ
θεώρησε ότι η αποφυγή αντίδρασης θα προκαλούσε
επιπρόσθετες ισραηλινές επιθέσεις και κατά του
Ιράν και κατά της Χεζμπολάχ. Η εκτίμηση αυτή θα
αποδειχθεί γρήγορα εσφαλμένη, καθώς το Ισραήλ
συνέχισε απτόητο την επίθεσή του κατά του
σιιτικού Λιβάνου και ετοιμάζεται να απαντήσει με
σφοδρότητα στην ιρανική επίθεση.
Το
σημαντικό ωστόσο είναι ότι το Ιράν δεν είχε και
δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να επιτεθεί κατά
του Ισραήλ εάν αυτό επιχειρήσει να καταστρέψει
τη Χεζμπολάχ. Οι δύο και πλέον εβδομάδες
απραξίας της Τεχεράνης από τότε που το Ισραήλ
ξεκίνησε την εκστρατεία του κατά της Χεζμπολάχ,
με την παγίδευση χιλιάδων τηλεειδοποιητών και
ραδιοτηλεφώνων, προκάλεσαν ψυχολογικό ρήγμα
ανάμεσα στην Τεχεράνη και την οργάνωση που εν
πολλοίς αποτελεί «γέννημα θρέμμα» των Φρουρών
της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC).
Η
οργάνωση που γιγαντώθηκε κατά την 32χρονη ηγεσία
του σεΐχη Νασράλα αποτελεί το πιο πολύτιμο
«πετράδι» στο «στέμμα» του σιιτικού άξονα
αντίστασης που ξεκίνησε το 1982 στον Λίβανο και
επεκτάθηκε στο Ιράκ, στην Υεμένη και στη Συρία
μετά την αμερικανική εμπλοκή στο Ιράκ το
2003-2011 και τη διεύρυνση των αραβικών
εξεγέρσεων το 2011.
Αυτό
σημαίνει ότι ακόμη και εάν το Ισραήλ δεν
απαντήσει με σφοδρότητα κατά του Ιράν για την
επίθεση της 1ης Οκτωβρίου –κάτι μάλλον απίθανο–,
το Ιράν θα επιτεθεί εκ νέου κατά του Ισραήλ σε
περίπτωση που αυτό σπρώξει τη Χεζμπολάχ στα
πρόθυρα της κατάρρευσης.
Το
Ισραήλ γνωρίζει επίσης ότι ο στόχος του δεν
είναι απλώς να δημιουργήσει συνθήκες ασφάλειας
στα βόρεια σύνορά του προκειμένου να επιστρέψουν
οι περίπου 60.000 εσωτερικά εκτοπισθέντες
πολίτες του στα σπίτια τους. Η ένταση και η
συστηματικότητα των πολλαπλών πληγμάτων κατά της
Χεζμπολάχ και η μικρής κλίμακας χερσαία εισβολή
στον Νότιο Λίβανο, η τέταρτη μετά το 1978,
υποδηλώνουν πολύ ευρύτερους στόχους.
Στόχους
όπως η δομική αποδυνάμωση της Χεζμπολάχ σε
σημείο που θα την καταστήσουν ευάλωτη σε
επιθέσεις από τους εσωτερικούς εχθρούς της και
θα δώσουν τη δυνατότητα στον λιβανικό στρατό να
αναλάβει τον έλεγχο του συνόρου με το Ισραήλ,
κατά μήκος της γραμμής αντιπαράθεσης έως και τον
ποταμό Λιτάνι. Αυτή η χερσαία εκστρατεία θα
είναι πολύ πιο δύσκολη και πιο αιματηρή σε σχέση
με την επιχείρηση της Γάζας, ενώ ενδεχόμενη
ισραηλινή απόφαση να δημιουργήσει, όπως έκανε
μεταξύ 1985-2000, μια ζώνη ασφαλείας/κατοχής
βάθους 5-15 χλμ. εντός του λιβανικού εδάφους, θα
αναζωογονήσει τη Χεζμπολάχ.
Το
Ισραήλ επίσης θεωρεί ότι η κορύφωση της
αμερικανικής προεκλογικής αντιπαράθεσης, που
παραμένει εξαιρετικά αμφίρροπη, του έχει δώσει
μια πλήρη ελευθερία κινήσεων να κάνει λίγο-πολύ
ό,τι θέλει, έχοντας διασφαλισμένη την
αμερικανική συμμετοχή στην απόκρουση των
ιρανικών (αντ)επιθέσεων. Αυτό όντως ισχύει, αλλά
ακόμη και με τη συνδρομή των Αμερικανών αρκετές
δεκάδες από τους 180 βαλλιστικούς πυραύλους που
εκτόξευσε το Ιράν την 1η Οκτωβρίου διαπέρασαν
την πολυεπίπεδη αεράμυνά του. Αυτό που δεν
ισχύει είναι ότι το Ισραήλ έχει ανάλογη
ελευθερία κινήσεων να προχωρήσει σε μια μαζική
αεροπορική επιχείρηση κατά του Ιράν, που θα
συμπεριλάβει τις πυρηνικές και ενεργειακές
υποδομές της χώρας.
Ο
πρόεδρος Μπάιντεν, με όση πολιτική δύναμη του
έχει απομείνει, προειδοποίησε δημόσια το Ισραήλ
να μην επιτεθεί κατά των ιρανικών πυρηνικών
εγκαταστάσεων. Είναι μια «εύκολη» προειδοποίηση,
καθώς χωρίς ενεργητική αμερικανική συμμετοχή μια
μονομερής ισραηλινή επίθεση δεν θα πετύχαινε
πολλά πράγματα, καθώς η ισραηλινή αεροπορία δεν
διαθέτει τα πολύ βαριά διατρητικά βλήματα που
μπορούν να καταστρέψουν τις υπογειοποιημένες και
διεσπαρμένες ιρανικές στρατιωτικές υποδομές.
Ανάλογα
μηνύματα αυτοσυγκράτησης δίνονται ιδιωτικώς από
τους Αμερικανούς με στόχο να αποτραπεί μια
μαζική επίθεση κατά των ιρανικών πετρελαϊκών
εγκαταστάσεων, κάτι που πολλοί Ισραηλινοί
στρατιωτικοί και πολιτικοί, όπως ο στρατηγός
Αμιρντόρ και ο τέως πρωθυπουργός Μπένετ,
δημοσίως υποστηρίζουν.
Εάν το
Ισραήλ αγνοήσει αυτές τις προειδοποιήσεις και
επιτεθεί κατά ιρανικών πετρελαϊκών υποδομών,
όπως οι μονάδες επεξεργασίας αργού, οι λιμενικές
εγκαταστάσεις και τα ιρανικά διυλιστήρια, πέραν
του ότι θα ωθήσει τις τιμές του πετρελαίου σαφώς
πάνω από τα 100 δολ. το βαρέλι, θα ζημιώσει
πολιτικά την Κάμαλα Χάρις και τους Δημοκρατικούς
ενόψει των εκλογών της 5ης Νοεμβρίου. Αυτό είναι
κάτι που σε τελική ανάλυση ίσως να συνάδει με το
προσωπικό πολιτικό συμφέρον του κ. Νετανιάχου.
Επίσης,
εάν το Ισραήλ πλήξει μαζικά τις ιρανικές
πετρελαϊκές υποδομές θα «απελευθερώσει» το Ιράν
προκειμένου να επιτεθεί κατά πετρελαϊκών στόχων
των συμμάχων των ΗΠΑ στην περιοχή, προεξαρχούσης
της Ιορδανίας, αρχικά μέσω κυβερνοεπιθέσεων και
εάν υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση μέσω επιθέσεων
μεγάλης κλίμακας ανάλογης (ή και μεγαλύτερης)
σφοδρότητας με εκείνες που εξαπέλυσε κατά της
Σαουδικής Αραβίας τον Σεπτέμβριο του 2019. Σε
αυτό το σενάριο –ανάλογα με τον βαθμό της
κλιμάκωσης– οι πετρελαϊκές τιμές θα ξεφύγουν
εντελώς, ενώ δεν μπορεί να αποκλεισθεί ούτε το
ενδεχόμενο μερικού κλεισίματος των Στενών του
Ορμούζ, εάν οι Ιρανοί (αντ)επιτεθούν σε
αμερικανικά στρατεύματα στην περιοχή του Κόλπου
θεωρώντας τα συνυπεύθυνα για τα πλήγματα των
Ισραηλινών.
Σε
τελική ανάλυση εάν η επερχόμενη ισραηλινή
αντεπίθεση κατά του Ιράν είναι συμμετρική θα
πρέπει να επικεντρωθεί σε αμιγώς στρατιωτικούς
στόχους και να μην επιδιώξει να καταστρέψει την
πετρελαϊκή υποδομή της χώρας. Ακόμη και εάν το
Ισραήλ δεν χτυπήσει το πετρελαϊκό σύστημα του
Ιράν, μπορεί να στοχοποιήσει μη πετρελαϊκές
ενεργειακές υποδομές, όπως οι μεγάλες μονάδες
παραγωγής φυσικού αερίου και κυρίως τα
εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής και τα εσωτερικά
δίκτυα ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου του Ιράν.
Εάν το πλήγμα είναι αμιγώς στρατιωτικό και
αποφευχθεί περαιτέρω διμερής κλιμάκωση, τότε το
Ιράν ίσως να αναλάβει την ευθύνη να αποδεχθεί
αυτό που ο Νασράλα δεν δεχόταν να κάνει, μια
μονομερή εκεχειρία που θα σταματήσει το βόρειο
μέτωπο του Ισραήλ εγκαταλείποντας τους
Παλαιστινίους. Αυτό ίσως τραβήξει την περιοχή
ένα βήμα πριν από τον γκρεμό…
*Ο δρ
Θεόδωρος Τσακίρης είναι καθηγητής Γεωπολιτικής
και Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου
Λευκωσίας.
** Το
άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της
Κυριακής. |