Δεν
είναι μάλλον αυτά τα ερώτηματα που θα μας δώσουν
τις χρήσιμες απαντήσεις. Aυτές είναι οι εύκολες
απορίες επειδή δεν κατανοούμε ότι μέσα μας
σκέφτεται ένας ολόκληρος κόσμος, αυτός έξω από
τον εαυτό μας.
Και ο
κόσμος έξω από εμάς δείχνει ότι δεν υπάρχει στην
ουσία «πρόβλημα» σε αυτή τη χώρα: τα ακίνητα
έφθασαν σε ιστορικά υψηλά, οι δρόμοι γέμισαν
πάλι πολυτελή αυτοκίνητα ενώ δεν βρίσκουν
εργαζόμενους τα ξενοδοχεία, τα μαγαζιά και τα
εστιατόρια
Κοινώς:
όλοι τα βολεύουν με κάποιο τρόπο. Οι πάντες
επιβιώνουν και μάλιστα οι περισσότεροι περνάνε
αρκετά καλά.
Μπορεί
αυτή η φαινομενική κανονικότητα να είναι το μέσο
συγκάλυψης της πραγματικότητας (χρέη,
ακρίβεια,ανισότητες) αλλά λειτουργούμε σαν να
μη. υπάρχει κανένας λόγος να «χωριζόμαστε» νοερά
σε τάξεις.
Σαν να
μην υφίσταται καμία ανάγκη να κοιταχτούμε στον
καθρέφτη ως κοινωνία και να δούμε την «αληθινή
κανονικότητα»: την οικονομική διαστρωμάτωση και
τους παράλληλους βίους.
Επιλέγουμε μαζικά την αποδοχή του φαινομενικού.
Αγκυροβολούμε στην κανονικότητα των μεγάλων
αριθμών (πλεόνασμα, ανάπτυξη, επενδύσεις) που
μας σερβίρουν στην οθόνη.
Η εθνική
νάρκωση όμως στηρίζεται στον εθισμό της
κατανάλωσης, στην ροπή για πολυτέλεια και
ανέσεις ανεξαρτήτως εισοδημάτων και υποχρεώσεων.
Αυτό
όμως το διηνεκές leasing του ιδρώτα κάθε γενιάς,
αυτή η χρονομίσθωση στις ανθρωποώρες που πάντα
γίνονται εργατοώρες, είναι το κρυμμένο χαρτί της
εκάστοτε εξουσίας.
Είναι το
«καλυμμένο πραγματικό» που έθρεψε τις ανίκανες
πολιτικές ηγεσίες, την διαφθορά, την κρατική
σπατάλη.
Είναι
αυτό το «εικονικό-αληθινό» που έφερε λιτότητα
και κρίση, με δημόσιο και ιδιωτικό χρέος να
είναι σήμερα δυο φορές μεγαλύτερο από τον πλούτο
που παράγουμε.
Οπότε ας
μην αναρωτιόμαστε «τι κάνουμε τελικά» αφού
επιλέξαμε σαν κοινωνία να μην βλέπουμε τι
κάναμε.
Ηλίας
Καραβόλιας – European Business Review |