Δεν μας
έφταναν οι συνήθεις καθυστερήσεις της
δικαιοσύνης και η δυσκαμψία της δημόσιας
διοίκησης, η απορροφητικότητα έχει ως αντίπαλο
και τις επιχειρηματικές πρακτικές. Τις έριδες
για το ποιος πήρε τι και ποιος έπρεπε να πάρει
παραπάνω. Ομως η χώρα, η ελληνική οικονομία έχει
βασίσει όλη την προσδοκία που υπάρχει για τον
μέλλον μας στην παραδοχή ότι θα συνεχίσουμε να
αναπτυσσόμαστε βραχυπρόθεσμα με «καύσιμο» αυτά
τα λεφτά.
Η
εξαντλημένη από τον πληθωρισμό και τα υψηλά
επιτόκια αγορά περιμένει να κρατηθεί από αυτά τα
λεφτά. Σημειώνεται ότι βασικό κίνητρο για να
προσφύγουν οι επιχειρήσεις στα δάνεια του
Ταμείου Ανάκαμψης είναι το χαμηλό κόστος:
επιτόκιο σταθερό 0,35% για τις πολύ μικρές και
μικρές επιχειρήσεις και 1% για τις μεσαίες και
μεγάλες. Τη στιγμή που αν πάνε μόνοι τους να
ζητήσουν λεφτά από μια τράπεζα θα πληρώσουν
επιτόκια πάνω από 6%. Λίγοι πρόσεξαν πριν από
μερικές μέρες ότι ο διοικητής της Τράπεζας της
Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας προέβλεψε ότι το 2024
ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα
φτάσει το 3% από 2,2% φέτος. Παντού στην Ευρώπη
οι εκτιμήσεις δείχνουν ένα γύρισμα προς την
ύφεση. Για εμάς από τα πλέον επίσημα χείλη του
κεντρικού τραπεζίτη δείχνουν μεγαλύτερη
ανάπτυξη. Υπό μία παραδοχή: ότι θα εκταμιεύονται
οι χρηματοδοτήσεις και θα εκτελούνται κανονικά
τα έργα που είναι ενταγμένα στο Ταμείο
Ανάκαμψης.
Η
εκτίμηση του κεντρικού τραπεζίτη είναι
σημαντική, καθώς διατηρείται στα επίπεδα του
Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος που κατατέθηκε την
περασμένη άνοιξη στην Κομισιόν, πολύ πριν από τη
ζημιά που προκάλεσαν οι φωτιές και οι πλημμύρες
στα τέλη του καλοκαιριού. Παρόμοια εκτίμηση θα
συμπεριλαμβάνει κατά πάσα πιθανότητα και το
προσχέδιο του προϋπολογισμού το οποίο
κατατίθεται την Δευτέρα 2 Οκτωβρίου στη Βουλή.
Με βάση αυτή την πρόβλεψη θα πραγματοποιηθούν
και οι διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους των
θεσμών την επόμενη εβδομάδα, από τις οποίες θα
οριστικοποιηθούν τα οικονομικά της χώρας για το
2024. Ολα αυτά θα έχουν ευτυχή κατάληξη κόντρα
σε ό,τι συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές
χώρες, ακόμα και στις πιο μεγάλες, φτάνει να μην
πυκνώσουν οι γνωστές παθογένειες του συστήματος
δημοσίων έργων, οι οποίες συνήθως συναντούν τις
υπόλοιπες παθογένειες της ελληνικής δημοκρατίας.
Νίκος
Φιλιππίδης (Οικονομικός Ταχυδρόμος) |