Μία από τις τεράστιες
συνέπειες της
«πολυκρίσης» είναι το
τεράστιο βάρος του δημόσιου
χρέους που έχει
συσσωρευτεί παγκοσμίως.
Ενα χρέος που προκλήθηκε
κυρίως λόγω των
προγραμμάτων διάσωσης
των τραπεζών, στήριξης
για την αντιμετώπιση των
συνεπειών του Covid και,
τελικά, των τεράστιων
αυξήσεων του ενεργειακού
κόστους. Τόσο σε φτωχές
όσο και σε πλούσιες
χώρες, το πρόβλημα του
χρέους -δημοσίου και
ιδιωτικού -γίνεται όλο
και πιο πιεστικό. Οι κεντρικές
τράπεζες σε όλο τον
κόσμο αυξάνουν τα
επιτόκια ως
αποτέλεσμα του
πληθωρισμού – αυξάνοντας
περαιτέρω το κόστος του
δημόσιου χρέους.«Το
παγκόσμιο δημόσιο χρέος
έχει αυξηθεί πάρα πολύ»,
λέει ο Ρατζάν. Πέρυσι
έφτασε σε επίπεδο ρεκόρ:
Αυξήθηκε κατά 9,5% σε
σύγκριση με το 2021,
σκαρφαλώνοντας στα 66
τρισεκατομμύρια ευρώ.
Μόνο το πρώτο έτος της
πανδημίας -το 2020-το
παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε
περισσότερο από κάθε
άλλη χρονιά μετά τον
Δεύτερο Παγκόσμιο
Πόλεμο. Αυτή τη στιγμή
είναι στο 91% του
παγκόσμιου ΑΕΠ, όπως
εξηγεί η επικεφαλής
οικονομολόγος του ΔΝΤ
Γκιτά Γκοπίνατ.
Επιπλέον, η κατάσταση
γίνεται ιδιαίτερα
δύσκολη επειδή οι
κεντρικές τράπεζες
τείνουν να αποκλίνουν με
την επιτοκιακή τους
πολιτική και οι
κυβερνήσεις με τη
δημοσιονομική τους
πολιτική. Οι κεντρικές
τράπεζες θέλουν να
θέσουν υπό έλεγχο τον
πληθωρισμό αυξάνοντας τα
επιτόκια. Οι κυβερνήσεις
προωθούν προγράμματα
βοήθειας ενάντια στις
υψηλές τιμές ενέργειας
και τροφίμων – κάτι που
είναι απαραίτητο, αλλά
τροφοδοτεί περαιτέρω τον
πληθωρισμό.
Πώς να υπάρξει
εξισορρόπηση στην πράξη;
Στο Νταβός, ο Επίτροπος
Οικονομικών της ΕΕ
Πάολο Τζεντιλόνι
περιέγραψε μια πιθανή
διέξοδο, τουλάχιστον για
τα κράτη της ΕΕ: Για
να τεθούν υπό έλεγχο ο
πληθωρισμός και το
χρέος, είναι πρώτα
απαραίτητο να
εφαρμοστούν πιο
στοχευμένα τα
προγράμματα βοήθειας.
«Αν και δεν είναι εύκολο
από κοινωνική άποψη,
πρέπει να κινηθούμε προς
πιο στοχευμένα μέτρα»,
είπε .Ως εκ τούτου,
απαιτούνται μέτρα
βοήθειας ειδικά για τα
πιο ευάλωτα κοινωνικά
στρώματα, αλλά όχι για
την πλειοψηφία του
πληθυσμού. Εάν δεν
ληφθούν αυτά τα βήματα,
προειδοποιεί ο
Τζεντιλόνι, το χρέος και
ο πληθωρισμός θα φτάσουν
σε «νέα ύψη».
Για τους «στρατηγικούς
στόχους» όμως, για την
προώθηση της ενεργειακής
και κλιματικής
μετάβασης, μπορεί κανείς
να δημιουργήσει με
σιγουριά εθνικό χρέος,
λέει ο Τζεντιλόνι.
«Πρέπει να
χρηματοδοτήσουμε τον
πράσινο μετασχηματισμό»
– όχι μόνο για να
σώσουμε το κλίμα, αλλά
και για να θέσουμε ξανά
υπό έλεγχο τις τιμές της
ενέργειας.
Επομένως, η
δημοσιονομική
αυστηρότητα θα πρέπει να
επικρατήσει σε μικρή
κλίμακα και η
γενναιοδωρία σε μεγάλη
κλίμακα. Ο Τζεντιλόνι
υποστηρίζει την έκδοση
Ευρωομολόγων. Οι
εξαιρέσεις στους κανόνες
χρέους θα πρέπει να
ισχύουν για
μακροπρόθεσμες
επενδύσεις από τα κράτη.
Τέτοιες επενδύσεις
προσανατολισμένες στο
μέλλον στην ΕΕ, ίσως
είναι το φάρμακο για την
«πολυκρίση».
Μιχάλης Ψύλος
(Ναυτεμπορική) |