Ελεγαν
πως οι γερμανοί φορολογούμενοι πληρώνουν από την
τσέπη τους ευρωπαϊκούς λαούς που ζούσαν για
χρόνια πάνω από τις δυνατότητές τους,
δημιουργώντας ένα ρήγμα που δεν ήταν πια μόνο
πολιτικό ή οικονομικό, μια συλλογική πεποίθηση
του ενός για τον άλλο που έκανε χρόνια να
ξεπεραστεί.
Μια από
αυτές τις φωνές ήταν αυτή του Μπερντ Λούκε, του
πρώτου επικεφαλής της AfD -το 2013, αντί για
διάσωση, ζητούσε δημόσια σταδιακή αποχώρηση των
νότιων χωρών από την ζώνη του ευρώ.
Ετσι
ξεκίνησε η «Εναλλακτική για την Γερμανία»,
βρίσκοντας τον πρώτο εχθρό της γερμανικής
κανονικότητας. Οσο τα χρόνια περνούσαν τόσο η
ρητορική γινόταν πιο εθνικιστική -ο εχθρός του
μέσου Γερμανού, αναπόσπαστο κομμάτι του
ακροδεξιού αφηγήματος, άλλαζε ανάλογα με την
συγκυρία.
Το 2024
κανείς δεν ασχολείται πια με τις χώρες-PIGS: η
AfD στοχοποιεί κάθε μετανάστη που περνάει τα
γερμανικά σύνορα φέρνοντας μια διαφορετική
πολιτισμική ή θρησκευτική κουλτούρα, έχει
διαφορετικό χρώμα, ακόμα κι αν μιλάει σπαστά
γερμανικά. Στην πραγματικότητα, η AfD αξιοποίησε
τον υπαρκτό φόβο που γεννάει η
πολυπολιτισμικότητα στις παραδοσιακές ευρωπαϊκές
κοινωνίες και επιτέθηκε στην αυστηρότητα της
πολιτικής ορθότητας, αλλά και στις απαγορεύσεις
που θεωρείται πως φέρνουν οι περιβαλλοντικές
πολιτικές.
Αποτέλεσμα; Κέρδισε να θεωρείται ριζοσπαστική
και σταράτη, απέναντι σε περιβάλλον πολύ-κρίσεων
που έχει ταράξει την σταθερότητα ακόμα και της
Γερμανίας και σε ένα πολιτικό σύστημα χωρίς
κεντρική φιγούρα, όπως αυτή της Μέρκελ, το οποίο
δεν εμπνέει πια εμπιστοσύνη.
Τα
προπύργια της πιο ισχυρής γερμανικής ακροδεξιάς
οργάνωσης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά
είναι στα ανατολικά της χώρας, σε πόλεις βαριάς
βιομηχανίας που πριν από τριανταπέντε χρόνια
είχαν ακόμα κομμουνιστικό καθεστώς -εκεί η
μετάβαση έγινε τόσο βίαια, κουκουλώνοντας τις
ανισότητες μπροστά στο κλίμα αισιοδοξίας που
έφερε η ενοποίηση. Η ανισορροπία εκείνου του
πρώτου διαστήματος δεν ισορρόπησε στην
πραγματικότητα ποτέ, ούτε στις πιο ευνοϊκές
οικονομικές συνθήκες από το 1989 έως σήμερα.
Γιατί
όμως η AfD έχει χαρακτηριστεί εγκληματική
οργάνωση, γιατί θεωρείται επικίνδυνη για την
δημοκρατία;
Στελέχη
της όπως ο Μπγιορν Χέκε μιλούν ανοιχτά εναντίον
της πολιτικής μνήμης που εφαρμόζει το γερμανικό
κράτος, εναντίον της ενσωμάτωσης των συλλογικών
ευθυνών για τα όσα συνέβησαν στον Δεύτερο
Παγκόσμιο Πόλεμο, κυρίως για το στίγμα του
Ολοκαυτώματος, στο εκπαιδευτικό σύστημα. Και
απευθύνεται κυρίως σε ψηφοφόρους που όχι μόνο
δεν έχουν αναμνήσεις εκείνης της περιόδου, αλλά
δεν είδαν καν τα αποτελέσματά της, δεν
χρειάστηκε να αναρωτηθούν ποτέ τι έκαναν οι
γονείς τους στον πόλεμο.
Καθόλου
τυχαία, τα μεγαλύτερα ποσοστά στις εκλογές της
Θουριγγίας, στις οποίες πήρε την πρωτιά, η AfD
τα πήρε από ψηφοφόρους έως 30 ετών και τα
μικρότερα σε ψηφοφόρους από 70 ετών και πάνω.
Η
πολιτική μνήμης κατάφερε να κρατήσει την
ακροδεξιά σε ύπνωση για πάνω από 90 χρόνια από
το μοιραίο 1933, όμως εδώ και μια δεκαετία η
αποτελεσματικότητά της μειώνεται: τα γεγονότα
μοιάζουν πολύ μακρινά στις νεότερες γενιές, που
ενίοτε θεωρούν πως καλούνται να σηκώσουν ως
μορφή τιμωρίας το βάρος της Ιστορίας στην οποία
δεν είχαν ανάμειξη.
Η AfD
τους ανακουφίζει από συλλογικές τύψεις που
θεωρούν πως δεν χρειάζεται να κουβαλούν -και με
αυτόν τον τρόπο, τους προτρέπει να υποβαθμίζουν
τα γεγονότα, ακόμα και να τα αμφισβητούν.
Από
οικονομικής και πολιτικής άποψης, το
Βρανδεμβούργο δεν είναι Θουριγγία. Η μιάμιση
μονάδα διαφορά του SPD από το AfD, την ώρα της
ανακοίνωσης του exit poll, μετατράπηκε σε ανάσα
ανακούφισης.
Ηταν
όμως και στιγμή συνειδητοποίησης: σε δύο βασικές
χώρες-πυλώνες της ΕΕ, στην Γερμανία και την
Γαλλία, διεξάγονται υπαρξιακές μάχες με την
ακροδεξιά, η μια μετά την άλλη.
Τις
κερδίζουμε στο νήμα, από τύχη και από κεκτημένη
δημοκρατική συνείδηση, χωρίς όμως σχέδιο
οριστικής αντιμετώπισης του κινδύνου. Η επόμενη
θα δοθεί στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού
-μπορούμε μόνο να ελπίζουμε ότι εκεί,
τουλάχιστον, η πρόσφατη εμπειρία του 2016 έφερε
know-how. Και, κυρίως, πως κάτι μπορούμε να
κοπιάρουμε πριν το νήμα κοπεί.
Μυρτώ
Λιαλιούτη (in.gr) |