Σε
επίπεδο αριθμών, το AfD συνέτριψε τα συστημικά
κόμματα στη Θουριγγία, κερδίζοντας το 32.8%
έναντι του μόλις 23.6% που συγκέντρωσε το
κεντροδεξιό CDU, ενώ στη Σαξονία τερμάτισε
δεύτερο με 30.6%, με το CDU να επικρατεί οριακά
με 31.9%. Παράλληλα και στα δύο κρατίδια, ως
τρίτη ισχυρότερη δύναμη αναδείχτηκε το
νεοσύστατο προσωποπαγές κόμμα BSW του πρώην
στελέχους του Die Linke, Sahra Wagenknecht, το
οποίο πολιτικά ακροβατεί ανάμεσα στις
κομμουνιστικές καταβολές της επικεφαλής του,
αλλά και την αντισυστημική αντίληψη της
ακροδεξιάς σε ό,τι αφορά μια σειρά ζητημάτων.
Τόσο στη Θουριγγία όσο και στη Σαξονία, η
επίδοση των κομμάτων της γερμανικής
συγκυβέρνησης ήταν απογοητευτική.
Γερμανία: Η επέλαση του AfD στην Ανατολή
Μια
γρήγορη ματιά στις γερμανικές δημοσκοπήσεις των
τελευταίων ετών αναδεικνύει μια ζοφερή –σε
επίπεδο πολιτικής συνοχής για τη μεγαλύτερη
οικονομία της ΕΕ– πραγματικότητα. Παρότι πλέον η
Γερμανία διανύει την τέταρτη δεκαετία της μετά
την επανένωσης μεταξύ της πρώην Ανατολικής
Γερμανίας και της Δυτικής, εντούτοις το χάσμα
ανάμεσα στις δύο –ατύπως πλέον– διχοτομημένες
περιοχές δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο. Η
ανατολική Γερμανία χαρακτηρίζεται από σημαντικά
χαμηλότερους μισθούς και επαγγελματικές
προοπτικές για το εργατικό της δυναμικό, τη
στιγμή που υποφέρει από ένα διαρκές φαινόμενο
εσωτερικό brain drain, καθώς οι νεότεροι
Γερμανοί μεταναστεύουν εσωτερικά προς τα μεγάλα
αστικά κέντρα της Δύσης σε μια αναζήτηση ενός
καλύτερου μέλλοντος. Η συγκεκριμένη συνθήκη
ανέκαθεν δημιουργούσε μια έντονη πολιτική
αντίθεση μεταξύ της πρώην ανατολικής Γερμανίας
και της Δύσης, η οποία εμφανιζόταν σχεδόν σε
κάθε πολιτική αναμέτρηση από τη δεκαετία του ’90
και μετά· μέχρι πρότινος, για παράδειγμα, το
αριστερόστροφο Die Linke κατέγραφε τα υψηλότερά
του ποσοστά στην πρώην ανατολική Γερμανία,
συγκριτικά με την υπόλοιπη γερμανική επικράτεια.
Με άλλα λόγια δηλαδή, οι κοινωνικοπολιτικές και
οικονομικές συνθήκες οι οποίες επικρατούν στην
Ανατολή, ακόμη και μετά την επανένωση της χώρας,
εξακολουθούν να ρέπουν το τοπικό εκλογικό σώμα
σε εναλλακτικές και περισσότερο αντισυστημικές
επιλογές συγκριτικά με τα δυτικά κρατίδια.
Στη
Θουριγγία η πλειοψηφία των πολιτών διαφωνεί με
τη στάση την οποία διατηρεί το Βερολίνο απέναντι
στη Μόσχα, ενώ τάσσεται αναφανδόν υπέρ μιας
κάποιας μείωσης της παροχής βοήθειας προς το
Κίεβο
Αυτό
ακριβώς το ιδιαίτερο πολιτικό πλαίσιο κατόρθωσε
να εκμεταλλευτεί το AfD, καλλιεργώντας μια
εξαιρετικά λαϊκίστικη ρητορική από το ξέσπασμα
της μεταναστευτικής κρίσης της προηγούμενης
δεκαετίας και μετά, αλλά ιδιαίτερα με αφορμή το
ξέσπασμα του ρώσο-ουκρανικού πολέμου.
Συγκεκριμένα, το AfD αποτέλεσε τον πηγαίο
εκφραστή ενός διάχυτου συναισθήματος το οποίο
χαρακτήρισε τη στάση του ανατολικού γερμανικού
εκλογικού σώματος σε ό,τι αφορά τη στρατηγική
επιλογή της γερμανικής συγκυβέρνησης να
απεξαρτηθεί άμεσα από τη ρωσική επιρροή, τόσο σε
ενεργειακό όσο και σε ευρύτερο γεωπολιτικό
επίπεδο. Στη Θουριγγία συγκεκριμένα, η
πλειοψηφία των πολιτών διαφωνεί με τη στάση την
οποία διατηρεί το Βερολίνο απέναντι στη Μόσχα
–άρα και με την ταύτιση της γερμανικής
εξωτερικής πολιτικής με εκείνη της Ουάσιγκτον
και των Βρυξελλών–, ενώ τάσσεται αναφανδόν υπέρ
μιας κάποιας μείωσης της παροχής βοήθειας προς
το Κίεβο. Δεδομένα, το έντονο συναίσθημα του
αντιαμερικανισμού, το οποίο εξακολουθεί να
επηρεάζει την κοσμοθεωρία ενός μεγάλου αριθμού
Ανατολικό-Γερμανών –που έχει επιβιώσει το τέλος
του Ψυχρού Πολέμου– σε συνάρτηση με την
πολιτισμική επιρροή του φιλορωσικού αυταρχικού
κομμουνιστικού καθεστώτος της
πρώην DDR, συντηρεί σχεδόν ατόφιο τον ευρύτερο
αντιδυτικισμό της ανατολικής Γερμανίας. Οι
συγκεκριμένες πολιτισμικές και πολιτικές
παράμετροι είναι ακριβώς εκείνες οι οποίες έχουν
οδηγήσει στην εκτόξευση του AfD, καθώς η
ευρωσκεπτικιστική και φιλορωσική προσέγγιση της
γερμανικής ακροδεξιάς σε επίπεδο εξωτερικής
πολιτικής εκφράζει απολύτως –σε ψυχοδυναμικό
επίπεδο– τις υπαρξιακές αξίες της πρώην
ανατολικής Γερμανίας.
Η
εναλλακτική επιλογή του BSW και η συντριβή των
συστημικών κομμάτων
Σε μια
αισιόδοξη ανάλυση, θα μπορούσε κανείς να
υποστηρίξει πως η εντυπωσιακή εκλογική επίδοση
του AfD ενδεχομένως να αποτελεί ένα παρατεταμένο
πυροτέχνημα και πως ο τερματισμός του
ρώσο-ουκρανικού πολέμου –σε συνδυασμό με την
αναμενόμενη συντριβή των κομμάτων της γερμανικής
συγκυβέρνησης στις επόμενες ομοσπονδιακές
εκλογές– θα οδηγούσε σε μια αποκλιμάκωση του
λαϊκισμού, ακόμα και στην Ανατολή. Ωστόσο, η
εξίσου εντυπωσιακή επίδοση του BSW είναι εκείνη
που καθιστά σαφές πέραν πάσης αμφιβολίας πως η
ισχυρότερη χώρα εντός της ΕΕ παραμένει στην
πράξη χωρισμένη στα δύο. Ο λόγος είναι πως το
BSW έχει καταφέρει να συνδυάσει με αριστοτεχνικό
τρόπο τις λαϊκίστικες και υπεραπλουστευτικές
θέσεις της ακροδεξιάς –ιδίως σε ό,τι αφορά τις
προτεραιότητες της γερμανικής εξωτερικής
πολιτικής– με μια αριστερόστροφη,
νέο-κομμουνιστική ρητορική, η οποία συγκινεί
εκείνους τους ψηφοφόρους που ενώ εναντιώνονται
πλήρως στα συστημικά κόμματα της γερμανικής
πολιτικής σκηνής, δεν είναι πρόθυμοι να
ταυτιστούν με το ακροδεξιό AfD. Το προσωπικό
χάρισμα της επικεφαλής του BSW, Sahra
Wagenknecht, αλλά και το γεγονός πως το
συγκεκριμένο κόμμα δεν τάσσεται υπέρ επικίνδυνα
ριζοσπαστικών λύσεων, όπως είναι η αποχώρηση της
Γερμανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν
συμβάλει καθοριστικά στην ανάδειξή του ως την
τρίτη ισχυρότερη πολιτική δύναμη ήδη στα δύο
συγκεκριμένα κρατίδια. Μάλιστα, με δεδομένη την
παρατεταμένη ασθμαίνουσα εικόνα του Die Linke,
δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο στο
οποίο το BSW ενισχύει ακόμα περισσότερο τα
ποσοστά του και στη Δύση, ίσως αναλογικά
περισσότερο και από το AfD.
Το
γεγονός πως η γερμανική κυβέρνηση συνεργασίας
κινδύνεψε με διάλυση λόγω της αδυναμίας των
τριών εταίρων να συνάψουν τον προϋπολογισμό του
επόμενου οικονομικού έτους είναι ενδεικτικό της
πίεσης που τους ασκεί η στροφή του γερμανικού
εκλογικού σώματος προς διαμετρικά αντίθετες
πολιτικές επιλογές από εκείνες που εκφράζει η
κυβέρνηση της χώρας
Η
ιδεολογική ταυτότητα, αλλά και το ευρύτερο
πολιτικό φαινόμενο το οποίο εξηγεί την ξαφνική
εκλογική εκτόξευση ενός κόμματος το οποίο
ιδρύθηκε μόλις τον Ιανουάριο του 2024 σε μια
επίσης δυνητικά κυβερνώσα δύναμη εντός του
γερμανικού πολιτικού συστήματος χρήζει μιας
ξεχωριστής ανάλυσης. Ωστόσο, η νίκη του AfD στη
Θουριγγία –και η δεύτερη θέση στη Σαξονία, αλλά
και στη γερμανική επικράτεια συνολικά σε
δημοσκοπικό επίπεδο– σε συνδυασμό με την
ανάδειξη της Wagenknecht σε «gamechanger»
συνηγορούν σε ένα ξεκάθαρο συμπέρασμα: με
εξαίρετη το κεντροδεξιό CDU/CSU, τα γερμανικά
συστημικά κόμματα –και, κυρίως, το
κεντροαριστερό SPD– έχουν πάψει να εκφράζουν τις
θέσεις, αλλά και να υπηρετούν τα συμφέροντα, της
συντριπτικής πλειοψηφίας του γερμανικού
εκλογικού σώματος, τόσο στην Ανατολή όσο και
σταδιακά στη Δύση. Η συγκεκριμένη συνθήκη είναι
εξαιρετικά επικίνδυνη σε ό,τι αφορά τη
διακυβέρνηση της χώρας, καθώς το Βερολίνο
καλείται να ανταπεξέλθει σε μια σειρά από
προκλήσεις σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, τη
στιγμή που τόσο το SPD όσο και οι Πράσινοι με
τους Φιλελεύθερους βλέπουν τα πολιτικά τους
ερείσματα εντός της γερμανικής κοινωνίας να
συρρικνώνονται. Το γεγονός πως η γερμανική
κυβέρνηση συνεργασίας κινδύνεψε με διάλυση λόγω
της αδυναμίας των τριών εταίρων να συνάψουν τον
προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους
είναι ενδεικτικό της πίεσης που τους ασκεί η
στροφή του γερμανικού εκλογικού σώματος προς
διαμετρικά αντίθετες πολιτικές επιλογές από
εκείνες που εκφράζει η κυβέρνηση της χώρας.
Το
πρακτικό αποτέλεσμα των τοπικών εκλογών η
επόμενη μέρα
Σε κάθε
περίπτωση, παρά τα αποτελέσματα τα οποία
κατέγραψαν τόσο το AfD όσο και το BSW, η σύνθεση
των τοπικών κυβερνήσεων σε Θουριγγία και Σαξονία
δεν μπορεί να επηρεάζει άμεσα τις κυβερνητικές
πολιτικές. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτό
σημαίνει πως οι στρατηγικές επιλογές του
Βερολίνου δύσκολα θα αλλάξουν σε οποιοδήποτε
επίπεδο, καθώς παρά τις εσωτερικές πιέσεις, η
γερμανική κυβέρνηση εξακολουθεί να αποτελεί έναν
εκ των σημαντικότερων εταίρων της Ουκρανίας
απέναντι στη ρωσική εισβολή. Παράλληλα, το
γεγονός πως το CDU/CSU παραμένει –με σημαντική
διαφορά από το AfD– η ισχυρότερη πολιτική δύναμη
της χώρας σε δημοσκοπικό επίπεδο, ουσιαστικά
εξασφαλίζει πως στις ομοσπονδιακές του επόμενου
έτους, η σταθερότητα της χώρας σε κάθε επίπεδο
δεν θα απειληθεί, τουλάχιστον όχι άμεσα.
Ιδανικά, μια νίκη του CDU/CSU θα μπορούσε να
αποτελέσει το έναυσμα για τον σχηματισμού ενός
ακόμα μεγάλου συνασπισμού με το SPD, και
δυνητικά τους Φιλελεύθερους, γεγονός που θα
επανάφερε σε σημαντικό βαθμό την κυβερνητική
σταθερότητα στη χώρα, παρά την επέλαση του
λαϊκισμού στην Ανατολή.
Η
Γερμανία πλέον αλλάζει· με δεδομένη την επιρροή
του Βερολίνου τόσο εντός της ΕΕ όσο και στη
Δύση, η επόμενη μέρα για τη χώρα αναμένεται να
αποτελέσει ένα κρίσιμο σταυροδρόμι σε παγκόσμιο
επίπεδο
Ωστόσο,
το γεγονός πως τα χθεσινά τοπικά αποτελέσματα
δεν παράγουν κάποιο σημαντικό πρακτικό
αποτέλεσμα σε ομοσπονδιακό επίπεδο δεν μπορεί να
κρύψει το προφανές: η Γερμανία έχει πλέον
περάσει σε έναν διαφορετικό πολιτικό χρόνο, όπου
οι θέσεις τις οποίες εκφράζει η ακροδεξιά –και
που σε έναν βαθμό τις ενστερνίζεται η
νέο-κομμουνιστική αριστερά– δεν αποτελούν
ταμπού. Σε αυτόν τον νέο –και εξαιρετικά
αβέβαιο– πολιτικό χρόνο, τα γερμανικά συστημικά
κόμματα δεν θα έχουν πλέον τη δυνατότητα να
προχωρούν σε ιδεολογικές ακροβασίες και ασαφείς
πολιτικές επιλογές, καθώς η βεβαιότητα πως θα
εξακολουθούν να εκφράζουν έναν ικανό αριθμό
ψηφοφόρων ώστε να εξακολουθούν να χαράσσουν την
κυβερνητική πολιτική, τόσο σε ομοσπονδιακό όσο
και σε τοπικό επίπεδο, δεν μπορεί πλέον να
θεωρείται δεδομένη. Με άλλα λόγια, η Γερμανία
πλέον αλλάζει· με δεδομένη την επιρροή του
Βερολίνου τόσο εντός της ΕΕ όσο και στη Δύση, η
επόμενη μέρα για τη χώρα αναμένεται να
αποτελέσει ένα κρίσιμο σταυροδρόμι σε παγκόσμιο
επίπεδο.
Άγης
Παπαγεωργίου (Athens Voice) |