Μιλώντας
στην «Καθημερινή», αλλά και στο Οικονομικό
Φόρουμ των Δελφών, τόσο ο πρέσβης των ΗΠΑ στην
Αθήνα Τζορτζ Τσούνης όσο και ο σύμβουλος
εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας του Γερμανού
καγκελαρίου, Γενς Πλέτνερ, ένας έμπειρος
διπλωμάτης που γνωρίζει καλά τα θέματα, καθώς
διετέλεσε και αυτός πρέσβης στην Αθήνα,
κατέστησαν σαφές ότι μετά τον εκλογικό κύκλο στο
τρίγωνο Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο –η τελευταία
είχε τις δικές της εκλογές τον περασμένο
Φεβρουάριο– θα υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας,
καθώς και οι τρεις χώρες θα έχουν μπροστά τους
μεγάλες περιόδους χωρίς τη σκιά των εκλογών και
το άγχος της επανεκλογής να αιωρείται πάνω από
τις ηγεσίες τους.
Η πιθανή
νέα προσπάθεια λαμβάνει μια χρήσιμη όσο και
αναγκαία ώθηση από τη θετική ατμόσφαιρα που
δημιουργήθηκε μετά τους καταστροφικούς σεισμούς
του Φεβρουαρίου, ως αποτέλεσμα της άμεσης και
ειλικρινούς ελληνικής υποστήριξης προς την
Τουρκία.
Ο κ.
Τσούνης σημείωσε ότι «εδώ δεν είναι το Ισραήλ
και η Παλαιστίνη όπου τα προβλήματα είναι πολύ
πιο σημαντικά» και πρόσθεσε ότι οι ΗΠΑ μπορούν
να παίξουν υποστηρικτικό ρόλο, εάν τους
ζητηθεί.Το ίδιο μήνυμα έστειλε και ο κ. Πλέτνερ,
ο οποίος φιλοξένησε πρόσφατα στο Βερολίνο
συνάντηση των στενών συνεργατών του Τούρκου
προέδρου και του Ελληνα πρωθυπουργού. Καθώς
Ελλάδα και Κύπρος δεν είναι αυτές που έχουν
επεκτατικές βλέψεις και αναθεωρητικά οράματα,
αναμένουν από τον στρατηγικό τους σύμμαχο,
Αμερική, και τον εταίρο τους στην Ε.Ε.,
Γερμανία, να λάβουν υπόψη αυτή την
πραγματικότητα στο πλαίσιο της «στήριξης» που
προτίθενται να προσφέρουν. Διαμεσολάβηση δεν
σημαίνει τήρηση «ίσων αποστάσεων» όταν οι θέσεις
της μιας πλευράς εδράζονται στο διεθνές δίκαιο
και ακολουθούν τους διεθνώς αποδεκτούς κανόνες,
ενώ της άλλης κινούνται, σε μικρό ή μεγάλο
βαθμό, εκτός αυτού του πλαισίου.
Ωστόσο,
θα ήταν λάθος να περιμένουμε από οποιονδήποτε
διαμεσολαβητή να υποστηρίξει την Ελλάδα, πέρα
από την προφανή απόρριψη απειλών, όπως και
επιθετικών ενεργειών και ρητορικής και την
ενθάρρυνση να χρησιμοποιηθεί το διεθνές δίκαιο
ως το κύριο μέσο για την επίλυση της όποιας
διαφοράς.
Τα τρίτα
μέρη θα διευκολύνουν τη δημιουργία των
απαραίτητων συνθηκών, θα προσπαθήσουν να
εδραιώσουν τη θετική δυναμική, θα καταθέσουν
κάποιες ιδέες, αλλά δεν θα υπαγορεύσουν μια
πιθανή συμφωνία.
Το βάρος
θα πέσει στους ηγέτες, αλλά και γενικότερα στο
πολιτικό σύστημα. Εάν υπάρξει τέτοια
πρωτοβουλία, μια κυβέρνηση δύσκολα θα σηκώσει
μόνη της όλο το βάρος των δύσκολων αποφάσεων,
ιδιαίτερα εάν είναι οριακά αυτοδύναμη.
Θα
βοηθήσει εάν υπάρχει κυβέρνηση συνεργασίας, ενώ
και η αξιωματική αντιπολίτευση θα πρέπει να
αρθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Αθανάσιος Έλλις (Καθημερινή) |