Πάντως η
χθεσινή ημέρα του υπουργού Εξωτερικών στην
Τουρκία συνιστά ορόσημο στην πορεία των
ελληνοτουρκικών που είναι δεδομένο ότι κινούνται
ήδη, και με ταχύτητα, σε νέα τροχιά, για την
οποία υπάρχουν αυτά που ξέρουμε καθώς και εκείνα
που δεν ξέρουμε.
Τα
πρώτα, είναι κυρίως όσα ειπώθηκαν στη χθεσινή
συνέντευξη Τύπου και ότι κύριοι στόχοι της ήταν
να προετοιμαστεί η συνάντηση Μητσοτάκη –
Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, αλλά και να αναζητηθεί
ένα πλαίσιο για τη μεθοδολογία και το
χρονοδιάγραμμα που θα μπορούσε να υπάρξει για
την ατζέντα των ελληνοτουρκικών.
Σύμφωνα
με τις δηλώσεις Γεραπετρίτη στο Anadolu, στο
πρόγραμμα ήταν και η προετοιμασία για το Ανώτατο
Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας που
έχει προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο στη
Θεσσαλονίκη.
Χθες,
λοιπόν, ο τούρκος υπουργός έκανε λόγο για
«καρποφόρα συνάντηση σε θετικό κλίμα» και για
«διευρυμένη αξιολόγηση των σχέσεων» των δύο
χωρών».
Είπε
ακόμα ότι έγινε συζήτηση για την Ανατολική
Μεσόγειο και ως προς αυτό έκανε ειδική αναφορά
περί «δίκαιου διαμοιρασμού και για το Κυπριακό»,
ενώ μίλησε και για «βήματα που μπορούν να γίνουν
για την ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων».
Ακόμα,
δεν παρέλειψε να πει ότι περιμένει από την
Ελλάδα «συνεργασία στο μεταναστευτικό και την
τρομοκρατία», με το τελευταίο να αφορά προφανώς
τις γνωστές απόψεις της Αγκυρας περί Κούρδων
στην Ελλάδα. Τέλος, είπε ότι «συζητήθηκαν
προβλήματα των ομογενών μας στην Ελλάδα». Σε όλα
αυτά, η Αγκυρα διατυπώνει παγίως προκλητικές
απόψεις.
Ο
έλληνας υπουργός, πάντως, έδωσε μία μάλλον πιο
«κοντινή» εικόνα των εξελίξεων, αν και κατέφυγε
και στη χρήση ενός κλισέ που ευλόγως γεννά την
ανησυχία ότι η ελληνική πλευρά αντιμετωπίζει τα
ελληνοτουρκικά ως ένα… ψυχογενές ζήτημα που
χρήζει… ψυχανάλυσης και όχι ως μία αναθεωρητική
πολιτική με στόχο την επαναχάραξη των συνόρων
των δύο κρατών μέσω της κατάργησης της
πολυεθνούς Συνθήκης της Λωζάννης που αποτελεί
τον ακρογωνιαίο λίθο της τουρκικής εξωτερικής
πολιτικής, κάτι που ουδέποτε έχει μεταβληθεί.
Οι
φράσεις του υπουργού Εξωτερικών «να χτίσουμε
πάνω σ’ αυτά που μας ενώνουν και να κατανοήσουμε
καλύτερα αυτά που μας χωρίζουν» και κυρίως «τα
πάθη που δημιουργήθηκαν από γενιά σε γενιά δεν
διαγράφονται μονοκοντυλιά» ευλόγως εγείρουν
ανησυχίες για το πώς αντιλαμβάνεται την
κατάσταση η ελληνική πλευρά λίγο πριν από την
πιο κρίσιμη διαπραγμάτευση της χώρας, την ώρα
που ο ίδιος ανακοίνωνε την έναρξη του πολιτικού
διαλόγου στα μέσα Οκτωβρίου, επαναλαμβάνοντας
κατά τα λοιπά σε γενικές γραμμές γνωστές
ελληνικές θέσεις.
Αυτά
είναι που ξέρουμε για το πού βρισκόμαστε αυτή τη
στιγμή.
Εκείνο
όμως που δεν ξέρουμε μάλλον έχει πιο μεγάλη
σημασία: το τι σημαίνουν όλα αυτά, καθώς,
θεωρητικά, μπορεί να σημαίνουν τα πάντα και
τίποτα.
Γιατί αν
και πλησιάζουν λίγο πιο πολύ στην ουσία του
θέματος, ασφαλώς, τελικά, δεν την αγγίζουν. Και,
το κυριότερο, δεν λένε λέξη για τα εμπόδια που
έχει αυτός ο δρόμος: περιγράφουν δηλαδή στόχους,
αλλά αφήνουν στην άκρη το πώς αυτοί θα μπορούσαν
να καταστούν και εφικτοί, την ώρα που είναι
γεμάτοι… υπεραιωνόβια αγκάθια.
Το οποίο
βέβαια είναι το μεγάλο ζητούμενο όχι σήμερα αλλά
διαχρονικά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το ότι
υπάρχει ένα πολύ πιο συγκροτημένο πλάνο και μια
πολύ πιο χαραγμένη πορεία από τις προηγούμενες
φορές, είναι σαφές.
Το πού
ακριβώς πατάει αυτή, πλην της διεθνούς
καθοδήγησης της, της οποίας όμως παραμένουν
άγνωστες οι πιο κρίσιμες παράμετροι, είναι το
μεγάλο και λίαν ανησυχητικό ερώτημα, για το
οποίο, προς στιγμή, δεν προκύπτει απάντηση.
Γιώργος
Μαλούχος (Το Βήμα) |