Οι ενθαρρυντικές
ενδείξεις αποκλιμάκωσης
των τιμών ενέργειας, με
το φυσικό αέριο να
κυμαίνεται στα 54 ευρώ
ανά μεγαβατώρα, από τα
340 ευρώ τον προηγούμενο
Αύγουστο, προμηνύουν την
τιθάσευση του επίμονου
πληθωρισμού κόστους για
το επόμενο χρονικό
διάστημα. Σημειωτέον ότι
η πρόβλεψη για τη μέση
τιμή φυσικού αερίου στον
κρατικό προϋπολογισμό
ήταν στα 120 ευρώ ανά
μεγαβατώρα.
Σε αυτή βεβαίως τη
δύσκολη μεταβατική φάση
και μέχρι τη
σταθεροποίηση των τιμών
ενέργειας, μέτρα όπως το
«καλάθι του
νοικοκυριού», το market
pass και οτιδήποτε άλλο
προταθεί για την
ανακούφιση των ευάλωτων
κοινωνικών ομάδων είναι
καλοδεχούμενα και
απαραίτητο να
συνεχισθούν προκειμένου
να ευεργετηθούν
συγκεκριμένες κατηγορίες
αγοραστικού κοινού.
Από την άλλη, παρά τις
προβλέψεις του
προϋπολογισμού για
ανάπτυξη 1,8% και
πληθωρισμό 5% το 2023,
αν ο πληθωρισμός
φρενάρει κάτω από 4%
τότε θα τεθούν υπό
έλεγχο οι ανατιμήσεις.
Αυτό σε συνδυασμό με το
αναμενόμενο πρωτογενές
πλεόνασμα μεταξύ 1,5%
και 2% για μετά το 2023
διάστημα και το θετικό
πρόσημο στην ανάπτυξη θα
άρουν την καχυποψία των
αγορών, θα ενισχύσουν
την εμπιστοσύνη των
διεθνών οίκων
αξιολόγησης και όπως
προβλέπεται από τα τέλη
Απριλίου, με την
επενδυτική βαθμίδα «ανά
χείρας» θα ανοίξουν οι
πύλες εισόδου στις
διεθνείς αγορές
κεφαλαίου και χρήματος
για άντληση πόρων.
Επιπλέον, δύο βασικές
απειλές που προέρχονται
από το διεθνές
περιβάλλον και
αποτέλεσαν αντικείμενο
συζήτησης στην πρόσφατη
Σύνοδο του Νταβός, είναι
αφενός η άνοδος των
τιμών του αργού
πετρελαίου εξαιτίας της
παγκόσμιας έκρηξης
ζήτησης που θα οδηγήσει
σε νέες πληθωριστικές
πιέσεις και αφετέρου οι
συνεχείς αυξήσεις
επιτοκίων από την
αμερικανική κεντρική
τράπεζα και τις
ευρωπαϊκές τράπεζες, που
κατά βάση ακολουθούν,
κάτι βεβαίως που θα
λειτουργήσει
αποθαρρυντικά για τους
επενδυτές και
αποτρεπτικά για τους
ρυθμούς ανάπτυξης στην
παγκόσμια οικονομία.
Ωστόσο, αξίζει να
αναφερθούν εδώ οι
ενθαρρυντικές ενδείξεις
που προκύπτουν από το
διαθέσιμο εισόδημα των
νοικοκυριών, που
διατίθεται τόσο για
κατανάλωση όσο και για
αποταμίευση. Αυτό λοιπόν
με βάση τα στοιχεία της
ΕΛΣΤΑΤ για το τρίτο
τρίμηνο 2022 ανήλθε στα
37,7 δισ. σε τρέχουσες
τιμές (εκ των οποίων τα
36,7 δισ. διοχετεύτηκαν
στην κατανάλωση) με
ετήσια αύξηση 10% σε
σχέση με το δεύτερο
τρίμηνο του 2022.
Αυτό παρατηρήθηκε
εξαιτίας της αύξησης
εισοδημάτων από
επιχειρήσεις,
περιουσιακών στοιχείων
κ.ά., καθώς και από τις
παροχές της κυβέρνησης,
υπό μορφή μεταβιβαστικών
πληρωμών, που εμφάνισαν
άνοδο 7,2%.
Η μεγέθυνση του πλούτου
στη χώρα μας είναι η
διαφορά ανάμεσα στο
διαθέσιμο εισόδημα και
στην κατανάλωση. Οταν δε
το πρώτο υπερβαίνει το
δεύτερο τότε έχουμε
θετική αποτίμηση και ο
πλούτος μεγεθύνεται.
* Ο κ. Αντώνης Ζαΐρης
είναι αναπληρωτής
αντιπρόεδρος του ΣΕΛΠΕ,
επίκουρος καθηγητής
Διοίκησης Επιχειρήσεων
του Πανεπιστημίου
Νεάπολις στην Κύπρο,
μέλος της Ενωσης
Αμερικανών Οικονομολόγων
(ΑΕΑ) και μέλος του
Παγκόσμιου Οικονομικού
Forum (WEF).
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε
αρχικά στην Καθημερινή
της Κυριακής. |