Σήμερα,
η δυνατότητα της Χεζμπολάχ να εκτοξεύει συνεχώς
πυραύλους προς το Ισραήλ πιθανόν να έχει
αποδυναμωθεί σημαντικά, μετά τον αποδεκατισμό
της ανώτατης ηγεσίας της. Παρά την καταστροφή
μέρους του εξοπλισμού της με τους τελευταίους
αεροπορικούς βομβαρδισμούς, δεν παύει να έχει
σημαντικό αριθμό πυραύλων, τους οποίους μπορεί
να εκτοξεύσει σε μεγάλες πόλεις του Ισραήλ, πριν
αυτοί καταστραφούν από τις επίγειες δυνάμεις
του. Οπότε το Ισραήλ πρέπει να κινηθεί με
εξαιρετική ταχύτητα για να αποτρέψει την
περαιτέρω εκτόξευση πυραύλων.
Εάν το
καταφέρει αυτό, το Ιράν θα βρεθεί σε πολύ
δύσκολη θέση, καθώς ο πιο ισχυρός του
πληρεξούσιος θα αποδυναμωθεί σημαντικά. Τότε θα
αντιμετωπίσει πρόβλημα η Συρία, μέσω της οποίας
εφοδιαζόταν η Χεζμπολάχ. Η Συρία παρόλο που
κρατάει αποστάσεις από τη διαμάχη του Ισραήλ με
τη Χεζμπολάχ, ο άλλος της σύμμαχος, η Ρωσία,
έχει εξασθενήσει από την εισβολή στην Ουκρανία
και δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να μετακινήσει
στρατεύματα για να υπερασπίσει τη Συρία και τις
βάσεις που διατηρεί η Ρωσία σε αυτήν. Οι Χούθι
ως πληρεξούσιοι του Ιράν στην Ερυθρά Θάλασσα για
να διαταράσσουν τους διαδρόμους διέλευσης των
εμπορευμάτων προς την Ευρώπη, έχουν ήδη αρχίσει
να δέχονται συστηματικούς βομβαρδισμούς.
Τα
γεγονότα αυτά δείχνουν μια συστημική σκέψη στους
σχεδιασμούς του Ισραήλ για να απεγκλωβιστεί από
την περικύκλωση που του είχε επιφέρει το Ιράν τα
τελευταία 30 χρόνια με τους πληρεξουσίους του.
Οι σχεδιασμοί του Ιράν με τη χρηματοδότηση
εξτρεμιστικών ομάδων και την εξαγωγή της δράσης
αυτών των ομάδων σε άλλες χώρες ώστε να
αποκτήσει επιρροή σε άλλες περιοχές, ανησυχούσαν
πολλές αραβικές χώρες, καθώς η εξαγωγή των
εξτρεμιστικών στοιχείων απειλούσε τη βιωσιμότητα
των δικών τους καθεστώτων. Γι’ αυτό βλέπουμε ότι
οι περισσότερες αραβικές χώρες σχεδόν δεν
αντιδρούν στην εκκαθάριση των πληρεξουσίων του
Ιράν. Χωρίς τις ασφαλιστικές δικλίδες των
πληρεξουσίων, το Ιράν αναμένει χτύπημα στο
πυρηνικό του πρόγραμμα.
Το Ιράν
είναι μία από τις τέσσερις χώρες (Ιράν, Ρωσία,
Τουρκία και Κίνα) που στο παρελθόν υπήρξαν
αυτοκρατορίες και σχεδιάζει εδώ και πολύ καιρό
να αποκτήσει επιρροή στην περιοχή και να
αναβιώσει τις παλιές αυτοκρατορικές δόξες. Η
συνεργασία μεταξύ αυτών των τεσσάρων χωρών είναι
ξεκάθαρη τα τελευταία χρόνια, και οι
στρατιωτικές τους εισβολές σε γειτονικές χώρες
είναι γνωστές. Η δε Κίνα μέσω του Ιράν προσπαθεί
να εμποδίσει τη δημιουργία του ινδικού δρόμου
του μεταξιού (IMEC) μέσω Ηνωμένων Αραβικών
Εμιράτων, Σαουδικής Αραβίας, Ιορδανίας, Ισραήλ
και Ελλάδος για να μην έχει πρόσβαση η Ινδία
στην ευρωπαϊκή αγορά.
Η
ακύρωση της επιρροής του Ιράν θα αποτελέσει
παράδειγμα προς αποφυγήν για τις άλλες τρεις
χώρες που φιλοδοξούν ότι με στρατιωτικά μέσα θα
καταφέρουν να αναστήσουν τις πρώην
αυτοκρατορικές τους δόξες (π.χ. η Τουρκία).
Το Ιράν
είναι μια πλούσια χώρα, πολύ μεγάλη σε έκταση
και έχει τη δυνατότητα να δώσει προτεραιότητα να
ευημερήσει ειρηνικά ο λαός του. Η δαπάνη όμως
του μεγαλύτερου μέρους του προϋπολογισμού του
για στρατιωτικούς εξοπλισμούς των πληρεξουσίων
του στερεί τη δυνατότητα ανάπτυξης των κατοίκων
του. Η έλλειψη ανάπτυξης σε τέτοιες χώρες είναι
η βασική αιτία μετανάστευσης. Με την
αποκατάσταση της ευημερίας θα επιστρέψουν
μετανάστες στις χώρες τους. Επίσης, θα αποτραπεί
περαιτέρω φυγή μεταναστών από τη χώρα.
Επιπλέον, το Ιράν με τις ενέργειές του
διαταράσσει τον ομαλό εφοδιασμό των αγορών με
αποτέλεσμα να δημιουργεί συνεχώς εχθρούς. Ετσι
σε πολλές χώρες της Ευρώπης και όχι μόνο,
δημιουργείται υψηλός πληθωρισμός από την
αυξημένη τιμή που έρχονται τα αγαθά από την
Ανατολή, από τις αυξημένες τιμές της ενέργειας
και από τις μεταναστευτικές ροές κυρίως ατόμων
που αδυνατούν να ενσωματωθούν στις τοπικές
κοινωνίες. Τα προβλήματα αυτά τα εκμεταλλεύονται
λαϊκίστικες και δημαγωγικές ηγεσίες με ακραίες
πολιτικές και αποκομίζουν ολοένα και μεγαλύτερα
ποσοστά σε κάθε ψηφοφορία.
Το Ιράν
με 5.700 δολάρια κατά κεφαλήν ΑΕΠ και εξαγωγές
που αντιστοιχούν στο 1,5% της ημερήσιας
παραγωγής πετρελαίου, δεν έχει τη δυνατότητα να
διαταράσσει επί μακρόν την τιμή του πετρελαίου
και την παγκόσμια οικονομία και να επιδιώκει να
ηγεμονεύσει ασκώντας επιρροή σε χώρες της πρώην
αυτοκρατορίας του.
*Ο κ.
Γιώργος Ατσαλάκης είναι οικονομολόγος,
αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης,
Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης.
** Το
άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της
Κυριακής. |