Ποιος να
το έλεγε δυόμισι χρόνια μετά την εισβολή της
Ρωσίας στην Ουκρανία και την έναρξη της
ενεργειακής κρίσης, όταν εκπονούνταν σχέδια
ανθεκτικότητας του ηλεκτρικού συστήματος και
απευθύνονταν εκκλήσεις μείωσης της κατανάλωσης,
ότι πλέον έχουμε τόση περίσσεια ενέργειας ώστε
να επιδοτούμε την αύξηση της κατανάλωσης. Μπορεί
κανείς να ξεχάσει τα διχίλιαρα και τα τριχίλιαρα
λογαριασμών που λάμβαναν συμπολίτες μας που τους
βρήκε η κρίση να θερμαίνονται με ρεύμα το 2022;
Ακόμα δόσεις των συγκεκριμένων ρυθμίσεων
πληρώνουν. Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι
και όχι μόνο έχουν ανασταλεί οι καμπάνιες
εξοικονόμησης ρεύματος, αλλά το νέο επίδομα
θέρμανσης προβλέπει μπόνους για όσους
θερμαίνονται με ηλεκτρικά μέσα. Μάλιστα, όσοι
επιμένουν στη θέρμανση με καύσιμο το πετρέλαιο
θα δουν μείωση στο φετινό τους επίδομα. |
Ολη αυτή
η τάση ενισχύεται από το επενδυτικό θαύμα που
οδήγησε σε μικρό χρονικό διάστημα να έχει
αυξηθεί η παραγόμενη ενέργεια από αιολικά και
φωτοβολταϊκά σε ποσοστό πάνω του 50% στο
συνολικό μείγμα κατανάλωσης. Πρόκειται για μια
τάση παγκόσμια. Μόλις την εβδομάδα που μας
πέρασε ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA)
προέβλεψε την τεράστια αύξηση στη χρήση των
κλιματιστικών τα επόμενα χρόνια. Ο συνδυασμός
των αυξημένων εισοδημάτων, των υψηλότερων
θερμοκρασιών και της πράσινης ενέργειας θα
οδηγήσει σε αυξημένη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας
έως το 2035 κατά 6% σε σχέση με πέρυσι. Η έκθεση
ανέφερε ότι ο κλιματισμός (ψύξη και θέρμανση) θα
χρειάζεται σύντομα τρεις φορές μεγαλύτερες
ποσότητες ρεύματος από τα ιδιαίτερα ενεργοβόρα
data centers. Συνολικά η χρήση ενέργειας για
οικιακό κλιματισμό υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί
κατά 280% παγκοσμίως έως το 2050 στο φυσιολογικό
σενάριο. Θα αντιπροσωπεύει, δηλαδή, το 14% της
συνολικής ενεργειακής ζήτησης στα κτίρια, από
περίπου 7% που είναι σήμερα.
Το
πρόβλημα είναι ότι όλη αυτή η αλλαγή συμβαίνει
ξαφνικά. Μας πιάνει, συμπεριλαμβανομένου και του
κράτους, απροετοίμαστους. Η πλήρως εξαρτώμενη
από το πετρέλαιο οικονομία μας εξηλεκτρίζεται
και εμείς ακόμα χτίζουμε σπίτια που θα
θερμαίνονται με ορυκτά καύσιμα.
Το άλλο
μεγάλο θέμα που δεν έχει λυθεί, τη στιγμή που η
κυβέρνηση «σπρώχνει» εμμέσως τους πολίτες στον
ηλεκτρισμό, αφορά την τιμή. Καταλαβαίνω την
πολιτική του υπουργείου Ενέργειας που σχεδιάζει
ένα μέλλον με χαμηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας
με διάφορους τρόπους (αποθήκευση ενέργειας,
διασυνδέσεις, επιπλέον ΑΠΕ κ.λπ.). Αλλά αυτό
ακόμα δεν έχει έρθει. Το περιμένουμε μέσα στην
επόμενη διετία ή πενταετία. Οι τιμές του
ρεύματος αναζητούν ακόμα ισορροπία από τις
ακραίες διακυμάνσεις. Οι ενεργοβόρες
επιχειρήσεις, οι μεγάλοι ή οι μικρότεροι
καταναλωτές ηλεκτρισμού ασφυκτιούν καθώς δεν
μπορούν να προγραμματίσουν το μέλλον τους.
Με λίγα
λόγια, καλή η νέα στόχευση του επιδόματος
θέρμανσης, τη στιγμή που μας περισσεύει
ηλεκτρική ενέργεια, την οποία «πετάμε»,
κλείνοντας για αρκετές ώρες την ημέρα την
περίσσεια παραγωγή, από τα αιολικά και κυρίως τα
φωτοβολταϊκά, καθώς δεν υπάρχει ζήτηση. Αλλά
όπως συμβαίνει και σε οποιαδήποτε άλλη αγορά, το
«περίσσευμα» προσφέρεται πάντα σε χαμηλότερη
τιμή. Αυτό, ναι, θα ήταν κίνητρο για μεγαλύτερη
στροφή στον ηλεκτρισμό. Τότε, ναι, θα ίσχυε το
«κάψτε όσο ρεύμα θέλετε» που προτείνει
διακριτικά σήμερα η κυβέρνηση.
Νίκος
Φιλιππίδης (in.gr) |