Αυτός ο
κόσμος δέχθηκε άλλο ένα χαστούκι το βράδυ της
Κυριακής βλέποντας τις μεγάλες απώλειες της Ν.Δ.
να καταλήγουν κατά κύριο λόγο στα δεξιά της.
Ουδείς αντιλαμβάνεται γιατί κάποιοι αισθάνονται
χαρούμενοι στα κόμματα του προοδευτικού τόξου.
Αν μιλάμε με μικροπολιτικούς όρους, πράγμα που
συμβαίνει ήδη σε έντονο βαθμό, τότε
αποδεικνύεται ότι ελάχιστοι είναι εκείνοι στα
κομματικά επιτελεία που αντιλήφθηκαν πραγματικά
το αποτέλεσμα της κάλπης.
Όταν
π.χ. στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. πρώτο τους μέλημα είναι να
ζητούν τις έδρες από τη Νέα Αριστερά και
παράλληλα να αναπαράγουν το αφήγημα «ε, καλά,
δεν πάθαμε και τίποτα» την ώρα που μετρούν
απώλειες σχεδόν 3 μονάδων σε σχέση με πέρυσι,
τότε σημαίνει ότι τα αναλυτικά εργαλεία στο
κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι
εντελώς αναξιόπιστα.
Στο
ΠΑΣΟΚ πάλι όλα δείχνουν πως το ταβάνι του είναι
εκεί. Δεν έχει παραπάνω. Αφού δεν κατάφερε να
εκμεταλλευτεί τη συγκυρία τον προηγούμενο
Χειμώνα με το μαλλιοτράβηγμα στον ΣΥΡΙΖΑ, τότε
δεν μπορεί να περιμένει τίποτε περισσότερο για
το μέλλον. Οι εκλογικές αναμετρήσεις θα έρχονται
και θα φεύγουν σαν τα τρένα που περνούν και στη
Χαριλάου Τρικούπη θα μετράνε με το υποδεκάμετρο
τα κέρδη ή τις απώλειες. Μην ξεγελά κανέναν το
γεγονός ότι μείωσε τη διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ σε
σχέση με τις εθνικές εκλογές. Είναι κάτι που
κατά κύριο λόγο οφείλεται στην περαιτέρω πτώση
της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Στη Νέα
Αριστερά η ήττα πόνεσε πολύ. Όταν σε ξεπερνά το
ΜέΡΑ 25 -που πέρυσι απέτυχε να εισέλθει στη
Βουλή- αλλά, ακόμα χειρότερα, και η Φωνή
Λογικής, αυτό σημαίνει ότι σχεδόν τίποτε δεν
πήγε σωστά σε σχεδιασμό και σε εκτέλεση. Το
μοναδικό ελαφρυντικό που μπορεί να αναγνωριστεί
εν προκειμένω είναι πως μιλάμε για ένα κόμμα που
σχηματίστηκε πριν από μερικούς μήνες. Αυτό
βέβαια υποτίθεται ότι μπορούσε να ισοφαριστεί με
την εμπειρία. Η πραγματικότητα λέει ότι η Νέα
Αριστερά πληρώνει ακόμα τα απόνερα του ΣΥΡΙΖΑ,
περισσότερο επί Τρίπρα, λιγότερο από την περίοδο
Κασσελάκη.
Τούτων
δοθέντων και με μοναδικό αισιόδοξο στοιχείο το
γεγονός ότι η εκλογική δύναμη των ανωτέρω όπως
καταγράφηκε στην κάλπη, κερδίζει αυτή τη στιγμή
τη Ν.Δ., άνοιξε ήδη από το βράδυ της Κυριακής
ένα κεφάλαιο που είχε κλείσει άρον – άρον
προεκλογικά: Εκείνο της ανασύνθεσης των
αποκαλούμενων προοδευτικών δυνάμεων, Αριστεράς
και σοσιαλδημοκρατίας, με ορίζοντα τις επόμενες
εθνικές εκλογές.
Η αρχή
έγινε με κείμενο-παρέμβαση δύο στελεχών του
ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., του Διονύση Τεμπονέρα και του
-προερχόμενου από το ΠΑΣΟΚ- Αντώνη Κοτσακά. Ήταν
ουσιαστικά μια επανάληψη της πρότασης που είχε
συζητηθεί στην εκδήλωση των τριών (Τεμπονέρας,
Αχτσιόγλου, Χριστοδουλάκης) τον προηγούμενο
Φεβρουάριο στο θέατρο Άλφα. Από την παρέμβαση
κρατάμε ένα σημείο που αναφέρει τα εξής:
«Συνεδριακές διαδικασίες που έχουν εξαγγελθεί
είναι προφανές, ότι δεν προσφέρουν λύση στο
πρόβλημα. Στην καλύτερη περίπτωση θα αποτελούν
εσωκομματικές διαδικασίες καταγραφής συσχετισμών
και απονομής ρόλων, που όμως δεν θα αφορούν την
κοινωνία».
Ο ΣΥΡΙΖΑ
έχει ανακοινώσει καταστατικό συνέδριο κάποια
στιγμή το Φθινόπωρο, εκεί που ο Στέφανος
Κασσελάκης έχει ήδη εξαγγείλει σαρωτικές αλλαγές
στο κόμμα. Υπενθυμίζεται επίσης ότι λίγες μέρες
πριν την κάλπη ο ίδιος εξέφρασε τη βεβαιότητα
πως στις επόμενες εθνικές εκλογές θα εκλεγεί
πρωθυπουργός και μάλιστα μ΄ έναν «αυτοδύναμο
ΣΥΡΙΖΑ».
Δεν
μπορούμε να γνωρίζουμε εάν τον αποτέλεσμα της
Κυριακής τον έκανε να αναθεωρήσει. Ενδεχομένως
το φρέσκο αγέρι των Σπετσών στις οποίες βρέθηκε
για λίγες στιγμές ξεκούρασης μετά από έναν
έντονο προεκλογικό αγώνα, να τον κάνει να
σκεφτεί καλύτερα τα δεδομένα. Μέχρι τότε βέβαια,
στη σελίδα του κ. Τεμπονέρα στο facebook η
πλειοψηφία των σχολιαστών έδειχνε να διψάει για…
νέο αίμα στην αρένα, στοχοποιώντας τον άνθρωπο
στον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας είχε εμπιστευτεί την
ομάδα κρούσης του κόμματος πέρυσι, μεταξύ των
δύο εκλογικών αναμετρήσεων.
Στον
αντίποδα ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει καταστήσει
σαφές ότι δεν προτίθεται να συνεργαστεί με τον
ΣΥΡΙΖΑ από τη στιγμή που επικεφαλής του
παραμένει ο Στέφανος Κασσελάκης. Στην πολιτική
βέβαια το μόνο σίγουρο πράγμα είναι οι μη
βεβαιότητες, ωστόσο, με το σκηνικό που
διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή, οποιαδήποτε
συνεργασία δείχνει απαγορευτική. Εξάλλου, τρία
χρόνια μέχρι την επόμενη κάλπη είναι υπεραρκετός
πολιτικός χρόνος. Ο κ. Ανδρουλάκης προς το παρόν
τουλάχιστον έχει την πολυτέλεια να περιμένει
λίγο ακόμα.
Κάπου
εδώ μπαίνει και ο αστάθμητος παράγοντας μιας
νέας παρουσίας και ενδεχομένως ενός νέου φορέα
που θα έρθει να κυριαρχήσει στο χώρο. Δύσκολο,
αλλά όχι ακατόρθωτο. Πολλοί βλέπουν ακόμα και
τον Αλέξη Τσίπρα να επανέρχεται στο προσκήνιο,
όσο και αν ο πρώην πρωθυπουργός στην παρούσα
συγκυρία δεν έχει εκδηλώσει κανένα τέτοιο
ενδιαφέρον.
Παρόλα
αυτά είναι μάλλον ζήτημα χρόνου, τώρα που
τελείωσαν οι εκλογές και υπό το πρίσμα του νέου
σκηνικού, να ξεκινήσουν οι νέες δημοσκοπήσεις,
με βασικό ερώτημα ακριβώς αυτό: Ποιος μπορεί να
ηγηθεί των δυνάμεων Αριστεράς και
Σοσιαλδημοκρατίας με αξιώσεις, απέναντι στον
τραυματισμένο Κυριάκο Μητσοτάκη.
Πολλοί
θα μιλήσουν για «όρους» και για «προγραμματικές
συμφωνίες», βάζοντας σε μια έτσι κι αλλιώς
δύσκολη εξίσωση, παραπάνω εμπόδια. Κανείς δεν
λέει εξάλλου ότι μια τέτοια διαδικασία θα είναι
εύκολη και κανείς δεν μπορεί να επιβεβαιώσει την
όποια επιτυχία ή αποτυχία της.
Με την
Ακροδεξιά να προελαύνει και με το ερώτημα αν θα
φτάσουμε στο σημείο να γίνουμε Γαλλία σε λίγα
χρόνια όπου οι προοδευτικοί -ακόμα και οι
Αριστεροί- ψήφιζαν Μακρόν για να μην εκλεγεί η
Λεπέν (σενάριο που επιβεβαιώθηκε προχθές), η
συζήτηση αυτή γίνεται πιο επίκαιρη παρά ποτέ.
Πριν μας τυλίξει εντελώς το σκοτάδι.
Δημήτρης
Τερζής (in.gr) |