Συνήθως δε, είναι καλά
μελετημένοι, γνωρίζουν
πρόσωπα και πράγματα,
έχουν μελετήσει
χαρακτήρες και είναι
απίστευτα προσεκτικοί
όταν αισθάνονται ότι το
έδαφος είναι ολισθηρό.
Διαθέτουν επίσης βαθιά
γνώση του κοινοτικού
κεκτημένου, κάνουν
ασκήσεις αποφυγής των
παγίδων και κατά κύριο
λόγο, οι στόχοι τους
είναι να καθυστερούν όσο
περισσότερο γίνεται
αποφάσεις που πλήττουν
συμφέροντα των πελατών
τους.
Για παράδειγμα
αναφέρουμε ότι η
ιστορική απόφαση του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
για την απαγόρευση της
διαφήμισης των καπνικών
προϊόντων, από την
κατάθεση της σχετικής
προτάσεώς της την
εφαρμογή της χρειάστηκαν
20 χρόνια!! Τα μισά
περίπου απαιτήθηκαν για
την απαγόρευση της
προβολής οινοπνευματωδών
ποτών.
Μετά την εισαγωγή αυτή,
παραθέτουμε μια σειρά
από απαντήσεις σε καίρια
ερωτήματα,
προσδιορίζοντας ότι το
επισήμως αναγνωρισμένο
«λόμπινγκ» από τους
ευρωπαϊκούς θεσμούς, δεν
έχει καμμιά σχέση με
διαφθορά και εξαγορές
των ειδήσεων.
Όπως ορίζεται επισήμως,
«το λόμπι» είναι «.....η
δράση ατόμων και
ιδιωτικών ομάδων, το
καθένα με διαφορετικά
συγκεκριμένα συμφέροντα,
που προσπαθούν να
επηρεάσουν αποφάσεις σε
πολιτικό επίπεδο....».
Με αυτόν τον ορισμό, η
Επιτροπή τονίζει ότι η
προσπάθεια επιρροής
μπορεί να γίνει με
διάφορα μέσα, από
συζητήσεις και
παρουσιάσεις εκθέσεων
έως τηλεφωνικές κλήσεις.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό, η
δραστηριότητα του λόμπι
θα πρέπει να ορίζεται
σαφώς, με τη διαφορά
μεταξύ της διεξαγωγής
αυτής της επαγγελματικής
δραστηριότητας και των
δραστηριοτήτων των
οργανώσεων της κοινωνίας
των πολιτών. Διακρίνει
σαφώς δε μεταξύ μιας
νόμιμης δράσης και μιας
πράξης διαφθοράς: το
λόμπι είναι ένα κεντρικό
και νόμιμο μέρος της
δημοκρατικής διαδικασίας
στο πλαίσιο των
φιλελεύθερων
δημοκρατικών συστημάτων.
Ο όρος λόμπι δεν πρέπει
να συγχέεται με τον όρο
διαφθορά. Προς
υποστήριξη αυτής της
δήλωσης παρατίθεται μια
έκθεση της Διεθνούς
Διαφάνειας που αναφέρει:
«η διαφθορά ορίζεται
επιχειρησιακά ως η
κατάχρηση εξουσίας για
ιδιωτικό όφελος».
Σημειώνουμε ότι πέρα από
τους 5.000 ισχυρούς
λομπίστες που
εκπροσωπούν αγροτικές
και εργατικές
οργανώσεις,
βιομηχανικούς κλάδους
και φαρμακευτικές
εταιρίες, οικολόγους και
άλλες οργανώσεις της
κοινωνίας των πολιτών,
στη βελγική πρωτεύουσα
έχουν αναγνωριστεί
επισήμως 15.000
λομπίστες και στις
οργανώσεις τους
απασχολούνται περί τα
36.000 άτομα συνολικά.
Οι δε λομπίστες, είναι η
απαραίτητη γέφυρα που
συνδέει έναν τομέα της
κοινωνίας (βιομηχανία,
εμπόριο και πολλά άλλα)
με τους διαμορφωτές
πολιτικής. Οι λομπίστες
παρέχουν τεχνική
εμπειρογνωμοσύνη στις
ρυθμιστικές αρχές της
E.E.
σε συγκεκριμένους τομείς
στους οποίους ενδέχεται
να μην υπάρχουν
εμπειρογνώμονες. Ένας
από τους πιο
συνηθισμένους τρόπους
παροχής τέτοιων
στοιχείων, είναι η
σύνταξη εγγράφων θέσης
και προτεραιότητας στους
σχετικούς φακέλους για
τον εκπροσωπούμενο τομέα
και τις πιθανές νέες
πρωτοβουλίες του.
Για παράδειγμα, τους
τελευταίους μήνες
πραγματικής μάχης
δικαιούται μεταξύ των
λόμπυ των μεγάλων
ψηφιακών εταιρειών και
των ευρωπαϊκών θεσμών με
πρώτον αυτόν της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Υπάρχουν 140 λομπίστες
που χτυπούν κάθε μέρα
την πόρτα των υπευθύνων
λήψης αποφάσεων στην
Ευρωπαϊκή Ένωση (E.E.)
για να προσπαθήσουν να
επηρεάσουν τις αποφάσεις
τους και να τις
καταστήσουν ευνοϊκές για
τις δέκα μεγαλύτερες
παγκόσμιες εταιρείες
στον ψηφιακό τομέα. Το
Gafam
(Google,
Apple,
Facebook,
Amazon
και Microsoft)
προφανώς, αλλά και
IBM,
Huawei,
Vodafone,
Qualcomm
ή Intel.
Από τις 98 εταιρείες
συμβούλων που εδρεύουν
στις Βρυξέλλες, οι
δεκατέσσερις εργάζονται,
εν όλω ή εν μέρει, γι’
αυτούς τους δέκα
σημαντικούς παράγοντες.
Και, για να επιτύχουν
αποτελέσματα, οι
λομπίστες δαπανούν 32
εκατομμύρια ευρώ κάθε
χρόνο. Δεν είναι οι
μόνες στις Βρυξέλλες:
συνολικά, σχεδόν 1.500
κινητοποιούνται από 612
εταιρείες στον τομέα της
τεχνολογίας, σύμφωνα με
μελέτη που δημοσιεύτηκε
την Τρίτη 31 Αυγούστου
από τους οργανισμούς
Corporate Europe
Observatory
(CEO)
και Lobby Control.
Αναφορικά τώρα με τις
αμοιβές των λομπιστών,
θα πρέπει να τονιστεί
ότι είναι αυτές ενός
υψηλού επιπέδου
επαγγελματία. Ο
λομπίστας πρέπει να έχει
τη δυνατότητα σταθερής
άσκησης πίεσης εκεί που
πρέπει, σε όλα τα στάδια
της διαδικασίας λήψης
αποφάσεων. Η πρόσληψη
λομπιστών που μπορούν να
ακολουθήσουν έναν φάκελο
σε όλη τη νομοθετική
διαδικασία - η οποία
μπορεί να διαρκέσει έως
και πέντε ή και δέκα
χρόνια - μπορεί να είναι
μια δαπανηρή υπόθεση. Οι
υψηλότεροι «βαρόνοι της
φούσκας» έχουν μισθούς
ακόμη μεγαλύτερους από
αυτούς των Ευρωπαίων
Επιτρόπων.
Σε κάθε περίπτωση
πάντως, η άμεση
δραστηριότητα του λόμπι
θα πρέπει να ορίζεται
σαφώς, με τη διαφορά
μεταξύ της διεξαγωγής
αυτής της επαγγελματικής
δραστηριότητας και των
δραστηριοτήτων των
οργανώσεων της κοινωνίας
των πολιτών.
Κατά συνέπεια, υπάρχει
δημόσιος έλεγχος και
επίσημη εποπτεία των
δραστηριοτήτων λόμπι της
E.E.
από τότε που εισήχθη ένα
εθελοντικό μητρώο λόμπι:
το Μητρώο Διαφάνειας της
E.E.
Πολλοί λομπίστες έχουν
εγγραφεί, παρέχοντας
πληροφορίες για το πόσα
χρήματα ξοδεύουν σε
δραστηριότητες λόμπι,
πόσο προσωπικό
απασχολούν και σε ποιους
τομείς πολιτικής
εργάζονται. Παρ’ όλα
αυτά, η γνήσια διαφάνεια
έχει κενά. Ως εθελοντικό
εργαλείο που δεν
υπόκειται σε
διεξοδικούς,
συστηματικούς ελέγχους
δεδομένων, το μητρώο
περιέχει πολλές
ημιτελείς και
αναξιόπιστες εγγραφές,
που αντικατοπτρίζουν
πόσο αμελής εξακολουθεί
να είναι η διαφάνεια του
λόμπι στα θεσμικά όργανα
της E.E.
Τα θεσμικά όργανα της
E.E.
πρόκειται να ξεκινήσουν
τις διαπραγματεύσεις για
τη δημιουργία ενός νέου
μητρώου λόμπι, ενός
πραγματικά υποχρεωτικού,
νομικά δεσμευτικού
εργαλείου που
υπαγορεύεται από πολλές
πιέσεις από την κοινωνία
των πολιτών.
Υπό αυτές τις συνθήκες η
«υπόθεση του Κατάρ», θα
πυροδοτήσει ραγδαίες
εξελίξεις, που σήμερα
μόνον αυτές μπορούν να
σώσουν το γόητρο της
Ευρώπης και του
Κοινοβουλίου της στα
μάτια και τη συνείδηση
των πολιτών.
Αθανάσιος Χ.
Παπανδρόπουλος –
European Business Review |