«Η ρεζέρβα», τα
απομνημονεύματα του
πρίγκιπα Χάρι, είναι
διασκεδαστικότερη απ’
ό,τι υποψιαζόμουν. Ο
εκδοτικός οίκος
προσφέρει πολλά παραπάνω
από όσα έταξε. Εχει
πίκρα, θυμό, πρόκληση,
παραλογισμό και καθαρή
βλακεία. Διαθέτει κατ’
αρχάς την καλύτερη χειρότερη
περιγραφή της πρώτης
σεξουαλικής -–και
μοναδικής πριγκιπικής–
επαφής που έχει
καταγραφεί. Μπορεί η
εμπειρία να ήταν για τον
πρωταγωνιστή τραυματική,
αλλά η επιλογή των
λέξεων είναι άρτια.
Διαβάζουμε ότι έχασε την
παρθενιά του στα 17 από
μια μεγαλύτερη γυναίκα,
η οποία τον
μεταχειρίστηκε σαν «ένα
νεαρό δυνατό άλογο»,
«ξυλίζοντάς» τον
συνθηματικά στο τέλος
για να αποχωρήσει. Μια
κακή εμπειρία
επιφορτισμένη από το
γεγονός ότι το συμβάν
έλαβε χώρα –χωρίς
πολυτέλειες– στο φυσικό
αγγλικό περιβάλλον, θα
έλεγα, πίσω από μια
παμπ.
Πρώτα να συγχαρώ τον
συγγραφέα, παρότι
απουσιάζει το όνομά του
από το εξώφυλλο. Δεν σας
κρύβω ότι τον ζήλεψα και
λίγο. Να κάθεσαι με τις
ώρες δίπλα σε κάποιον
τόσο πρόθυμο όχι μόνο να
μιλήσει, αλλά να έχει
συγκαταθέσει να τυπωθούν
όσα
λέει με αδρή αμοιβή. Ο
Αμερικανός
Moehringer,
σαν καλός
συγγραφέας-φάντασμα
παρότι αφανής, δεν
αφήνει ανεκμετάλλευτη
καμία ευκαιρία.
Λειτουργεί ταυτόχρονα με
πολλούς ρόλους, σαν
μεσολαβητής, σαν
εγγαστρίμυθος, σαν
διερμηνέας, σαν
θεραπευτής, σαν
βοηθός-έμπιστος
και συνωμότης και σαν
προβοκάτορας
προδότης-συκοφάντης
σπρώχνοντας προς την
κατεύθυνση των
αποκαλύψεων. Εκμαιεύει
όπου χρειάζεται τις πιο
ευτελείς και ταυτόχρονα
τις πιο ζουμερές
διευκρινίσεις, όπως θα
έκανε κάθε έμπειρος
ψυχαναλυτής που
λειτουργεί ως δοχείο για
την έκφραση των
κατεστραμμένων
συναισθημάτων και την
οργή του πελάτη. Μετά,
σαν δεξιοτέχνης
συγγραφέας, προσθέτει τα
λόγια, συνθέτει την
πρόζα δίνοντας αυθεντική
φωνή στον ήρωα. Κι έτσι
η παραπάνω εμπειρία για
τον Χάρι μπορεί πράγματι
να ήταν τραυματική, αλλά
«εξευτελιστική» είναι η
λέξη που χρησιμοποιεί ο
Moehringer
για να «μεταφράσει» το
συναίσθημα και να δώσει
ζωντάνια στο κοινότοπο.
Αρκετά πιο επικίνδυνη
είναι η αποκάλυψη που
αφορά τη στρατιωτική
θητεία του πρίγκιπα στο
Αφγανιστάν. Επιβιβασμένος
στο ελικόπτερο, σκότωσε
θαρραλέα, μαθαίνουμε, 25
Ταλιμπάν. Τους μαχητές
δεν τους αντιμετώπιζε ως
ανθρώπους, αλλά ως
«σκακιστικά πιόνια» που
όφειλε να τους αφανίσει
από τη «σκακιέρα». Μια
πρόταση παρμένη από τα
καλλιστεία έπεται της
αποκάλυψης: «Φυσικά θα
προτιμούσα να ζω σε έναν
κόσμο χωρίς πόλεμο».
Καλή τύχη με αυτό, Χάρι,
οι ισλαμιστές
τρομοκράτες πάντα
αναζητούν έναν νέο
στόχο. Υπάρχει κάποιος
λόγος που οι Βρετανοί
στρατιώτες δεν συζητούν
ούτε δημοσιοποιούν τις
επιτυχίες τους και
κρατούν το στόμα τους
κλειστό. Αλλά γιατί,
αναρωτιέμαι, γιατί
κάποιος να είναι τόσο
αφελώς ανόητος, να «του
μοιάζει σημαντικό να μη
φοβάται το νούμερο», και
να δηλώνει ευθαρσώς το
ακριβές νούμερο, αντί
του «αντιλήφθηκα ότι οι
αποστολές μου ήταν
αιματηρές».
Κατά τ’ άλλα, το
βιβλίο περιέχει
περιγραφικές σελίδες για
ελέφαντες σε κάποιο
δέλτα της Μποτσουάνα,
που τις προσπερνάμε, και
ιστορίες που θα ήταν
κατάλληλες να μοιραστεί
αποκλειστικά με τους
φίλους του
μεταμεσονύχτια. Τον Χάρι
που πίνει, καπνίζει
μαριχουάνα, παίρνει
σκληρά –και σίγουρα
ποιοτικά– ναρκωτικά που
τον εξωθούν να «μιλάει»
στον σκουπιδοντενεκέ,
που διαλέγει ακατάλληλη
ναζιστική στολή για να
πάει σε πάρτι, που ποτέ
δεν έχει ανοίξει βιβλίο
αλλά διαβάζει εμμονικά
όλες τις συλλαβές του
Τύπου για εκείνον, που
όνειρό του ήταν να γίνει
δάσκαλος του σκι. Και
μόνον αυτά αρκούν για να
σκεφτεί ο αναγνώστης ότι
η ιδέα ήταν από την αρχή
καταδικασμένη. Ποτέ δεν
θα λειτουργούσε το
εγχείρημα της συνδρομής
του στην οικογενειακή
επιχείρηση.
Ακολουθούν τετριμμένα
παράπονα –που ένας
ενήλικος έπρεπε να έχει
επεξεργαστεί και να έχει
αφήσει πίσω– για τις
μικρότερες σε μέγεθος
κρεβατοκάμαρες που του
διέθεταν (στα παλάτια),
για το μούσι που
υποχρεώθηκε να ξυρίσει
για τον γάμο του αδελφού
(δράμα) και δυσαρέσκειες
ιδιαίτερης φύσης, που
ουδείς μπορεί να
ταυτιστεί: δεν έχει
χρησιμοποιήσει το
tube,
δεν έχει κουβαλήσει ποτέ
κλειδιά σπιτιού, ούτε
έχει παραλάβει ο ίδιος
πακέτο από το
Amazon.
Περιλαμβάνει επίσης
μικροπρεπείς συνομιλίες
μεταξύ συννυφάδων
(συμβαίνει και στα
καλύτερα σπίτια),
απρέπειες
για τη μητριά,
αδιακρισίες για τον
Κάρολο, που τον
συνοδεύει μαθαίνουμε ένα
λούτρινο αρκούδι που
«εύγλωττα εκφράζει τη
μοναξιά της παιδικής του
ηλικίας», μουρμούρα για
τον πατέρα που την ημέρα
της γέννησής του δήλωσε
(το συζυγικά προφανές)
«εξαίσια, τώρα έχω ένα
διάδοχο και έναν
αναπληρωματικό, η
δουλειά μου
επιτελέστηκε». Τέλος,
για τα βρετανικά μίντια,
που δεν έχω αρκετές
λέξεις, ίσως να μην
υπάρχουν επαρκείς λέξεις
για να περιγράψουν το
μίσος που νιώθει για τα
μίντια που «σκότωσαν»
και τον απομάκρυναν
βίαια, σε μικρή ηλικία,
από τη σημαντική γυναίκα
της ζωής του. Κι εδώ,
μιλάμε επί της ουσίας
Χάρι. Αλλά η επίσκεψη
στο μέντιουμ για την
επικοινωνία με την
Νταϊάνα μοιάζει απλώς
δευτεροκλασάτη και το
σύνολο σαν μια
απεγνωσμένη κραυγή
απελπισίας και
αυτοτιμωρίας. Μοιάζει
σαν να βλέπουμε την
κατάρρευση ενός προσώπου
σε κοινή θέα. Ενα
σπαρακτικά άκομψο θέαμα.
Αναρωτιέμαι τόσα χρόνια
θεραπείας πώς και δεν
τον έχουν –κεκλεισμένων
των θυρών–
«συναρμολογήσει»,
θεραπεύσει ή, έστω,
ηρεμήσει;. μας μιλάει
για διαλογισμό,
για βελονισμό, για
παραδοσιακή
ψυχοθεραπεία, για
κόουτσινγκ, για μια νέα
θεραπεία που
περιλαμβάνει γρήγορο
κούνημα των ματιών (δεν
έχω ιδέα), για
ενεργειακή θεραπεία, για
νευροψυχολογία. Αλλά,
όπως όλοι οι θεραπευτές
θα τον συμβούλευαν, καλό
είναι να μην τα μπλέκει
όλα μαζί. Είναι σαν το
ποτά που κάποιος δεν
πρέπει να τα
αναμειγνύει.
Ειλικρινά, δεν υπάρχει η
«αλήθεια» κανενός,
υπάρχουν απλώς
διαφορετικές απόψεις και
άλλες οπτικές γωνίες,
και αυτές δεν χρειάζεται
πάντα να τις
μοιραζόμαστε με όλο τον
πλανήτη.
Στις τελευταίες σελίδες
του βιβλίου γράφει για
ένα κολιμπρί που μπήκε
στην κουζίνα και το
ελευθέρωσε. «Είσαι
ελεύθερο, πέταξε μακριά
μαγικό πλάσμα!». Είναι
ελεύθερος τώρα πια και ο
ίδιος; Θα το επιθυμούσε,
αλλά η απόδραση του
«εφεδρικού» προσκρούει
στο ότι θέλει πάντα να
είναι το κέντρο της
προσοχής. Αυτά παθαίνει
όποιος παντρεύεται μια
γυναίκα με άλλες βλέψεις
και σίγουρα εξυπνότερη
από τον ίδιο.
* Η κ. Ελεάννα Βλαστού
ζει στο Λονδίνο και
είναι συγγραφέας.
Πρώτη δημοσίευση στην
Καθημερινή |