Άθελά
του ίσως, ο Π.Μπρουκνέρ, παραπέμπει στην
προσωκρατική φιλοσοφία, στόχος της οποίας ήταν η
αναζήτηση της ελευθερίας και της προσωπικής
ευθύνης, μέσω της διάψευσης των μύθων.
Ο Αριστοτέλης είχε πει ότι «η ανοχή και η
απάθεια είναι οι τελευταίες αρετές μιας
κοινωνίας που πεθαίνει».
Με άλλα
λόγια, ο Πασκάλ Μπρουκνέρ στο «Υποφέρω άρα
είμαι» (Εκδόσεις Grasset) μας επισημαίνει ότι
μια κοινωνία που θυματοποιείται δεν θέλει να
ασκήσει την άλλη πλευρά της ελευθερίας, που
είναι η ευθύνη.
Κατά τον
συγγραφέα, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η
αναζήτηση στη Δύση της καταναλωτικής ευημερίας
εις βάρος του πνευματικού πλούτου, έφερε στο
προσκήνιο καταναλωτικές κοινωνίες της γεύσης,
της άνεσης, της επιθυμίας της Ευρώπης να βγει
από τις φρικαλεότητες δύο μεγάλων παγκόσμιων
πολέμων, που η ίδια είχε προκαλέσει. «Περιέργως
όμως, αυτή η ουτοπία, σε κάποια φάση έσβησε και
η αναζήτηση της ευτυχίας με κάθε κόστος
μεταμορφώθηκε ξαφνικά σε ανησυχία. Αν η
προϋπόθεση της ευτυχίας είναι η ανεμελιά, το να
ανησυχεί κανείς για την ευτυχία του είναι από
μόνο του μια αντίφαση», λέει ο Μπρουκνέρ και
προσθέτει ότι:
«Οι
άνθρωποι υποφέρουν προσπαθώντας μάταια να είναι
ευτυχισμένοι. Χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι η
ευτυχία προκύπτει περισσότερο από μια στιγμή
ευφορίας παρά από ένα μόνιμο συναίσθημα,
μετατρέποντάς την σε διαρκές συναίσθημα θα
απογοητευόμασταν όλοι. Η θυματοποίηση είναι μια
από αυτές τις απογοητεύσεις που έχουν
στιγματίσει την ιστορία των δυτικών κοινωνιών
μας. Βρισκόμαστε στη μέση του ανταγωνισμού των
θυμάτων: ποια μειονότητα, ποιο άτομο, ποια
ομάδα, ποιοι άνθρωποι θα φωνάξουν πιο δυνατά για
να δείξουν την ατυχία τους και να πουν πόσο
υποφέρουν και αξίζουν να εστιάσουμε όλη την
προσοχή του κοινού σε αυτά.
Οι τιμές
έχουν αντιστραφεί. Το μίσος για τις ανισότητες
είναι ένα από τα μεγάλα χαρακτηριστικά των
δημοκρατικών κοινωνιών. Από το τέλος του Β’
Παγκοσμίου Πολέμου, στη Γαλλία, ο στρατηγός Ντε
Γκώλ, ο άνθρωπος που είπε “όχι” στο ναζισμό,
συνέχισε να υπονομεύεται. Κάποιοι, ιδιαίτερα οι
αριστεροί, προσπάθησαν να τον ορίσουν ως έναν
τρομερά φιλόδοξο άνθρωπο, μικροσκοπικό στις
αξιώσεις του, αντιδραστικό, ρατσιστή,
αντισημίτη. Έτσι, κατέβηκε στο επίπεδο του απλού
ανθρώπου. Όλες οι δημοκρατικές κοινωνίες
χρησιμοποίησαν αυτές τις διαδικασίες από την
αρχή. Είμαστε μηχανές για την υποβάθμιση των
ηρώων για να τους υποβιβάσουμε στο καθεστώς των
«μικρών πραγμάτων», για να τους τοποθετήσουμε σε
μια κοινή μετριότητα.
Μια
κοινωνία δεν μπορεί να ζήσει έτσι. Τα παιδιά μας
και οι νεότερες γενιές χρειάζονται φιγούρες για
να θαυμάσουν. Από την εμφάνιση του τζιχαντισμού
στη Γαλλία και τα φρικτά εγκλήματα που έχουν
διαπράξει [οι οπαδοί του], εμφανίζονται νέοι
ήρωες, άντρες και γυναίκες, που ενίοτε
προθυμοποιούνται να παίξουν τα παιγνίδια
δολοφόνων. Νομίζουν έτσι ότι θυσιάζονται για
κάτι καλό. Σήμερα οι νοοτροπίες αυτές είναι μέλι
στις ιδεολογίες των άκρων και κυρίως της
αριστερής εκδοχής τους.
Ενώ η
εξουσία στο σχολείο εξαφανίζεται, είναι περίεργο
να σημειωθεί ότι οι νέοι που πηγαίνουν στη
Συρία, το Ιράκ ή την Κεντρική Ασία είναι έτοιμοι
να προσκυνήσουν τη φιγούρα ενός ηγέτη, ενός
αφέντη, ακόμα κι αν χάσουν τη ζωή τους. Η
έλλειψη εκπαίδευσης, εξουσίας και η απουσία
γονέων, σίγουρα τους ωθεί να γονατίσουν μπροστά
στη φιγούρα του αρχηγού τζιχαντιστή,
προσκαλώντας τους να πεθάνουν στο όνομα της
δόξας ενός εκδικητικού Θεού.»
Κατά τον
Πασκάλ Μπρουκνέρ, μέσα σε αυτό το κλίμα
καλλιεργούμενου παραλογισμού και ενός
πλαστογραφημένου δικαιωματισμού, ο τζιχαντισμός
είναι μια νέα εγκληματική ιδεολογία, που στόχο
έχει συγκεκριμένους νέους ανθρώπους με παράλληλη
πρόκληση φόβου σε οικογένειες μουσουλμάνων.
Σε
συνδυασμό δε και με το εμπόριο ναρκωτικών που το
ισλάμ ελέγχει σε χώρες όπως η Γαλλία, το Βέλγιο,
η Γερμανία και η Ολλανδία, η Ευρώπη
αντιμετωπίζει σοβαρούς υπαρξιακούς κινδύνους.
«Όσο αυξάνονται η συλλογική ανευθυνότητα, ο
φόβος και η παθητική ανοχή στη δολοφονική βία, η
κατάσταση θα χειροτερεύει. Στους δε νέους, οι
συνέπειες είναι άμεσες. Πρώτον, υπάρχει
ανευθυνότητα: οι φοιτητές τώρα δικαιολογούν ότι
είναι φτωχοί ή μειονεκτούν όταν τους επιβάλλουν
κυρώσεις επειδή καθυστερούν, αρνούνται την
κύρωση στο όνομα του καθεστώτος τους, εξηγεί
ένας καθηγητής Νομικής στο Καθολικό Ινστιτούτο.
Στο σχολείο δίνονται κάθε λογής δικαιολογία για
να μην υπαχθούν στον κανόνα του δασκάλου. Μια
κοινωνία που θυματοποιείται από πολύ μικρή
ηλικία είναι μια κοινωνία που αρνείται να
ασκήσει την άλλη πλευρά της ελευθερίας: την
ευθύνη. Απλώς δεν μπορεί να προχωρήσει, να
ελέγξει τη μοίρα της», μας είπε ο Γάλλος
φιλόσοφος και όσοι θέλουν ας προχωρήσουν σε
σκέψεις. Κακό δεν κάνουν.
European
Business Review |