Πολιτική
ασκείς ώστε να μην ξανακυλήσει η χώρα στην
στασιμότητα και στην συρρίκνωση των εισοδημάτων.
Να ασφαλιστούμε, να αντισταθμίσουμε τους
κινδύνους από τις κρίσεις που έγιναν
κανονικότητα.
Ας
χωνέψουμε πρώτα ένα απαράβατο οικονομικό αξίωμα:
όταν φοβίζεις το καλό χρήμα (υπάρχει και κακό)
αυτό εξαφανίζεται, κρύβεται, αποθησαυρίζεται.
Και αν
αυτό έπρεπε να είναι η ικανή και αναγκαία
συνθήκη μιας υπερχρεωμένης οικονομίας, με
υπεσσυσώρευση πλούτου από τους λίγους, υπάρχει
μια άλλη συνθήκη που εσκεμμένα βολευόμαστε να
αγνοούμε (στην Ελλάδα των πολλών μαγαζιών και
των πολλών γραφείων): μόνο το υγιές, το καλό
χρήμα, γεννάει βιώσιμες δουλειές και διαχέει τον
πλούτο.
Πριν
λοιπόν τα μεγαλεπήβολα σχέδια για ανάπτυξη αλλά
κυρίως πριν τις εξαγγελίες για την πάταξη της
φοροδιαφυγής ελεύθερων επαγγελματιών και
μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η αναγκαία καινοτομία
φρονώ ότι είναι παρεμβατική: να παταχθεί η
ισχυρή στρέβλωση της αγοράς που διέρρηξε τον
οικονομικό και κοινωνικό ιστό της χώρας.
Να
καταργηθεί δηλαδή στη ρίζα της αυτή η αρχέγονη
άρρωστη εμμονή της δήθεν ευφυούς
επιχειρηματικότητας, αυτή η δήθεν υψηλή
εφευρετικότητα του νεοέλληνα, συγκριτικά με την
περιορισμένη παραγωγική καινοτομία της
δημιουργικής φαντασίας.
Τι
εννοώ. Οι αληθινοί πυλώνες ανάπτυξης της χώρας
πίσω από τα κοινοτικά επιδοτούμενα κεφάλαια και
πίσω από το φθηνό σε κόστος δανεικό ευρώ των
τραπεζών, επί δεκαετίες, ήταν κυρίως τρεις:
-το
καθεστώς των μεταχρονολογημένων επιταγών (που
γέμισε με φέσια την αγορά και εκτόπισε το
πραγματικό χρήμα για πολλά χρόνια)
-το
σύστημα των εικονικών μετοχικών κεφαλαίων και
της ίδρυσης εταιρειών με μπροστινούς (τα
περίφημα ριχτάδικα με το ζ της ταμειακής, που
τελικά γεννούσαν απλήρωτους φόρους, χρέη και
εισφορές)
-η σαθρή
λοκομοτίβα της οικοδομής με την σιωπηρή
συνεννόηση σε φοροαποφυγή μεταξύ
τραπεζών-κατασκευαστών-δανειοληπτών, σχετικά με
τα στεγαστικά δάνεια (που εκχωρούνταν σε υψηλές
εμπορικές τιμές ενώ τα συμβόλαια πώλησης των
ακινήτων γινόταν σε χαμηλές αντικειμενικές
τιμές)
Η χώρα
πριν την πρόσφατη χρεοκοπία της ζούσε μέσα σε
ένα καθεστώς win-win για τους περισσότερους αλλά
όχι για το σπάταλο- κυρίως σε εξοπλιστικά- και
υπερδιογκωμένο κράτος, γεμάτο με υπεράριθμους
και επιδόματα σε άσκοπες δημόσιες υπηρεσίες
γραφειοκρατικού σκότους.
Η
οικονομία επιβίωνε εικονικά επειδή οι
κυβερνήσεις ασκούσαν το αιώνιο και ευφυές
trading : εκχωρώντας ομόλογα στις τράπεζες το
Δημόσιο άνοιγε την τρύπα του ολοένα και
περισσότερο αυξάνοντας το χρέος για τις επόμενες
γενιές.
Αυτός ο
συνδυασμός στρεβλής επιχειρηματικότητας και
μόνιμης θεσμικής συμπαιγνίας φαίνεται ότι
συνεχίζεται. Απόδειξη, η εκτίναξη του ιδιωτικού
χρέους και λόγω φυσικά της άσκοπης ύφεσης και
λιτότητας των μνημονίων.
Και το
συμπεριφορικό παίγνιο πίσω από αυτό το
διαχρονικό σκηνικό πολλαπλασιάζεται σήμερα σε
μικρότερες κλίμακες μέσα στην οικονομική
επικράτεια.
Η πλήρης
συσχέτιση μεταξύ μιας ελίτ που ελέγχει και
ελέγχεται από την άρχουσα τάξη της εξουσίας,
μεταφέρεται ως συμβολική αρχή, ως αξίωμα και
παγιωμένη νοοτροπία εντός της μικροδομής της
αγοράς ( και τελικά εντός της κοινωνίας) : οι
μικρομεσαίοι κοντά στην πολιτική ελίτ
εισέρχονται σε δήθεν κλάδους απόδοσης με δανεικά
και αγύριστα (ή επιδοτούνται για μη βιώσιμες
επιχειρήσεις).
Αυτή η
μιμητική επιθυμία της δικτύωσης και της
πρόσβασης- με όλα τα δεινά που συνεπάγεται όπως
η διασπάθιση δημόσιου χρήματος- συνεχίζεται ως
μεταστατικό σύμπτωμα.
Εκείνοι
που θέλουν να πλουτίσουν γρήγορα και δήθεν
έξυπνα, θα εξακολουθούν να μην
παραδειγματίζονται, να μην διακατέχονται από
ορθολογικές επιλογές και ρεαλιστικά σχέδια, αφού
βλέπουν την κρυφή μοιρασιά (από τράπεζες και
κράτος) του μεγάλου κεφαλαίου σε λίγους, να
συνεχίζεται.
Το
ζητούμενο στον τόπο είναι να παταχθεί αυτή η
νοοτροπία αλλά κυρίως να μειωθεί στην νεολαία ο
χρηματοοικονομικός αναλφαβητισμός. Μόνο έτσι θα
εξαλειφθούν τα στρεβλά στερεότυπα στο
επιχειρείν.
Με ένα
τέτοιο σύνθετο ανορθολογικό σκηνικό, και φυσικά
με μέτριες ως ανίκανες πολιτικές ηγεσίες,
ξαναλέω : γεμίσαμε ταβέρνες και καφετέριες και
κάναμε τελικά τα παιδιά μας σερβιτόρους και
ντελιβεράδες με πτυχία και διδακτορικά...
Ηλίας
Καραβόλιας – European Business Review |