Η γενιά
μου μεγάλωσε μέσα στη φρίκη του Εμφυλίου. Ο
πατέρας μου, φιλόλογος, βρέθηκε εξόριστος στη
Σκιάθο, ο θείος μου καταδικάστηκε σε θάνατο και
αργότερα, σε άλλη πολιτική κατάσταση, πήρε χάρη.
Ο νονός μου, με μεγάλο κατάστημα στο κέντρο της
πόλης, όχι μόνο ξέκοψε την καλημέρα με τον
πατέρα μου, αλλά όταν η μάνα μου, με τον πατέρα
ήδη εξόριστο, πήγε να τον βρει να του ζητήσει
βοήθεια, της είπε να μην ξαναπλησιάσει το μαγαζί
του, γιατί τον εκθέτει. Ούτε ο πατέρας μου ούτε
ο θείος μου ήταν μαρξιστές, ούτε οργανωμένοι
ούτε θεωρητικοί. Στην πλούσια βιβλιοθήκη που
κληρονόμησα από τον πατέρα μου βρήκα και διάβασα
την «Ψυχολογία των όχλων» του Λε Μπον. |
Νομίζω
πως σήμερα δεν θα στεκόταν σοβαρά για συζήτηση
το πόνημα του Λε Μπον και αναφέρομαι, όχι στην
καίρια καταγραφή της συμπτωματολογίας, αλλά στα
κοινωνιολογικά, ψυχολογικά, ιδεολογικά
συμπεράσματα. Εκείνο που έχει να διαπιστώσει
κανείς είναι το ιστορικό φαινόμενο που
διατυπωνόταν στον τίτλο του έργου. Η ψυχολογία
των μαζών. Τις τελευταίες μέρες είμαστε και στον
τόπο μας μάρτυρες τέτοιου φαινομένου, πώς
φανατικές ορδές επελαύνουν, σκορπώντας μίσος,
καταστροφή, ακόμα και θάνατο. Και δεν έχεις
τίποτε άλλο να διαπιστώσεις, παρά πως για άλλη
μία φορά στην ιστορία του ανθρώπου, του
ανθρώπινου ζώου, η βία, και μάλιστα η μαζική
βία, είναι πάγιο, θα έλεγα, συστατικό του
πολιτισμού ή όπως αλλιώς ονομάζουμε τις
συμπεριφορές των ανθρώπινων ομάδων στην πορεία
τους μέσα στον χρόνο.
Οταν ο
έξοχος Ηράκλειτος μάς πλούτισε με τη σοφία του,
ξέρουμε πως «πατήρ πάντων πόλεμος» και πόλεμος
στη ριζιμιά μας κλασική ιστορία σημαίνει
σύγκρουση των πόλων, των άκρων, των αντιθέτων.
Και είναι πάλι ηρακλείτεια η διαπίστωση πως η
αρμονία προέρχεται από τη σύγκρουση των
αντιθέτων: «εκ των διαφερόντων η αρμονία», από
δυνάμεις που έχουν διαφορετική φορά, κατεύθυνση.
Θα ήταν αβασάνιστη η άποψη πως ο άνθρωπος ως
είδος είναι προορισμένος να συγκρούεται με
αιτίες των αντίθετων τάσεων, θέσεων, αιτίων,
απόψεων.
Οι
περισσότεροι στοχαστές στην ιστορία των
ανθρώπινων δράσεων από τη Θεογονία (σύγκρουση
θεών) έως τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες
του Ομήρου καταθέτουν τη βεβαιότητα χωρίς
αστερίσκους πως ο άνθρωπος είναι ως είδος προϊόν
αντιθέσεων και ως εκ τούτου γίνεται και
λειτουργεί ως μια ύπαρξη αντιφατική, εριστική,
αιρετική, αρνητική, αγωνιστική. Για πολλά χρόνια
είχαμε ως αποδεικτικό υλικό αυτής της ανθρώπινης
κατάστασης τη γραπτή ιστορία και όσα μας
εφοδίαζε η λαϊκή μούσα είτε σε αφηγήσεις είτε σε
θεσμούς. Τώρα έχουμε στη διάθεσή μας πλήρη
χαρτογράφηση των ανθρώπινων συγκρούσεων ύστερα
από την οργάνωση και διαχείριση γνώσεων από την
Κοινωνική Ανθρωπολογία και τη Λαογραφία, τις
λατρείες και την ποίηση ακόμη και των
απομονωμένων λαών στα βάθη των δασών, των
σπηλαίων στους τέσσερις ορίζοντες.
Ζήσαμε
τις τελευταίες μέρες ορδές ανθρώπινων όντων με
ρόπαλα, πέτρες, σχοινιά, στειλιάρια, σουγιάδες
να εφορμούν εναντίον άλλων ορδών. Εν ονόματι,
Θεέ και Κύριε, μιας αθλητικής ομάδας. Και αυτό
είναι το φαινόμενο που πρέπει ξανά και ξανά να
αναλυθεί από τους θεωρητικούς και τους
πολιτικούς της εποχής μας. Αυτοί οι φανατισμένοι
άνθρωποι έχουν εθνική ταυτότητα, ανήκουν σε
θεσμική κουλτούρα, έχουν, έστω περιορισμένη,
αλλά πάντως ιδεολογική και ηθική, παράδοση,
μετέχουν στις πολιτισμικές κατακτήσεις του
σύγχρονου ανθρώπου, έχουν επαφή με την
τυπογραφία, το σινεμά, την τηλεόραση, το βίντεο,
τις τηλεπικοινωνίες, τα μέσα κυκλοφορίας
(επιβάτες μαζικών, ποικίλων μέσων και
ιδιωτικών), και όμως εκδηλώνουν τα βίαια
ένστικτά τους, όπως ακριβώς τα περιγράφουν ο
Ομηρος και η «Μαχαμπαράτα».
Ολα αυτά
τα έξαλλα νεανικά πλήθη έχουν να επιδείξουν
πιστοποιητικά εγκύκλιας εκπαίδευσης,
επαγγελματικής και σπάνια, αλλά διαπιστωμένα,
και πανεπιστημιακής. Αυτός ο εργάτης
εργοστασίου, ο υπάλληλος γραφείου ή εμπορικού
οίκου, ο πριν από λίγους μήνες ένστολος
υπερασπιστής των θεσμών και της ασφάλειας του
κράτους του, ο ακροατής και θεατής των μέσων
μαζικής ενημέρωσης και συχνά ποιητικής παιδείας
(πολιτικές αναλύσεις, κοινωνικές ερμηνείες,
καλλιτεχνικές τάσεις, φιλοσοφικές θεωρίες) με
ένα καδρόνι στο χέρι, με ένα τούβλο, μια
ζωστήρα, ένα σφυρί και βέβαια όλη την γκάμα
εγχειριδίων, μαχαιριών ορμούν εναντίον ανάλογα
οπλισμένων αντιπάλων ή αντιπαρατάσσονται στις
ένοπλες αστυνομικές δυνάμεις.
Η
διαφορά ανάμεσα σε έναν Πέρση, Εβραίο,
ερυθρόδερμο και στον σημερινό επιδρομέα είναι το
είδος και η ποιότητα του οπλισμού. Τα λεφούσια
που είδαμε επέδραμαν με ρόπαλα και καδρόνια,
γιατί προφανώς ένιωθαν υποσυνείδητα πως
συνέχιζαν μια στρατηγική που καμιά παιδεία,
καμιά φιλοσοφία, καμιά πολιτική θεωρία δεν την
άλλαξαν. Θα χρειαστούν ακόμη χιλιάδες χρόνια για
να σεβαστεί κάποιος συνάνθρωπος τον γείτονά του
ως πρόσωπο και όχι ως στόχο. Αλήθεια, πότε θα
φτάσουμε να λέμε «διαφωνώ με ό,τι λες, αλλά θα
υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το
λες».
Έντυπη
έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ» |